Στις 22 Απριλίου αυτής της χρονιάς αναγγέλθηκε από το Πανεπιστήμιο του Οχάιο ότι σε απόσταση 1.500 ετών φωτός βρέθηκε η πλησιέστερη μέχρι σήμερα ως προς τη Γη μαύρη οπή και το μέγεθός της δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο της μάζας του δικού μας ήλιου. Η απόσταση των 1.500 ετών φωτός (14.191.095.708.870.064 χιλιόμετρα!) σημαίνει πως βρίσκεται μέσα στον γαλαξία που βρίσκεται και η Γη, στον «δικό μας» δηλαδή, ενώ για να γίνει κατανοητό πόσο μικρή είναι αρκεί να κάνουμε τη σύγκριση με το μέγεθος της μαύρης οπής στο κέντρο του ίδιου γαλαξία. Εκείνη έχει μάζα ίση με τη μάζα 4,3 εκατομμυρίων ήλιων. Η αναζήτηση αλλά και η παρακολούθηση της συμπεριφοράς των μαύρων οπών, μικρών, μεσαίων και μεγάλων, είναι πλέον από τα αγαπημένα αντικείμενα αρκετών αστροφυσικών. Κατ’ αρχάς ας προσδιορίσουμε κάπως το τι κάνει ένας αστροφυσικός. Οσο πιο απλά γίνεται θα λέγαμε πως κάνει ό,τι ακριβώς λέει η λέξη: Τους νόμους της φυσικής που έμαθε στη θεωρία και τους γνώρισε κάπως στο εργαστήριο κατά τα πρώτα χρόνια του στο Πανεπιστήμιο προσπαθεί να τους εφαρμόσει για να καταλάβει τη συμπεριφορά των αστρικών σωμάτων και του Σύμπαντος γενικότερα. Ειδικά για τις μαύρες οπές χρειάζεται πολύ καλή γνώση της θεωρίας της σχετικότητας και όπως εξελίσσονται τα πράγματα και της κβαντομηχανικής. Στοιχειώδεις οντότητες Τι είναι όμως αυτές οι «μαύρες οπές»; Μια πρώτη τοποθέτηση θα έπρεπε να ξεκαθαρίζει αν είναι αντικείμενα ή ένα κομμάτι του χώρου. Και ο κόμπος εδώ προκύπτει από το ότι ξεκινάει ως αντικείμενο. Ενα άστρο όπως ο δικός μας ήλιος, αλλά συνήθως με πολύ μεγαλύτερη μάζα, καίει την καύσιμη ύλη του αρκετά πιο γρήγορα. Συνήθως μέσα σε μερικά εκατομμύρια χρόνια (ο ήλιος μας έχει καταφέρει να υπάρχει ήδη για 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια). Τότε παύει να υπάρχει αυτή η πίεση που συνέτεινε ώστε το άστρο να διατηρεί το σχήμα του και η βαρυτική έλξη που υπάρχει μεταξύ των σωματιδίων της ύλης, όπως την προβλέπει ο νόμος του Νεύτωνα, κάνει την ύλη να συμπυκνωθεί και το πρώην φλεγόμενο άστρο να συρρικνωθεί σε απίστευτο βαθμό και να περιστρέφεται με τρομακτική ταχύτητα. «Είναι μια οντότητα τόσο στοιχειώδης», γράφει η Μπαρτούσακ (Marcia Bartusiak), «όσο και το ηλεκτρόνιο ή το κουάρκ». Οπότε έχουμε πλέον μια τρομακτική αλλαγή και στον γύρω χώρο. Διότι η τρομακτικά συμπυκνωμένη ύλη όχι μόνον επηρεάζει τη ροή του χρόνου (ναι, κοντά σε μια τέτοια οπή ο χρόνος κυλάει πολύ αργότερα αλλά ποιος μπορεί να ζήσει κοντά της;) ενώ υπάρχει πλέον και μια έλξη στην υπόλοιπη ύλη, ικανή να αιχμαλωτίσει ακόμη όποιες φωτεινές ακτίνες θα τύχαινε να πλησιάσουν και να μην τις αφήνει πλέον να φύγουν έξω από μια ιδεατή σφαίρα γύρω του, που ονομάζεται «ορίζοντας των γεγονότων». Πρόκειται για μια κατάσταση που περιγράφεται καλύτερα με μαθηματικές εξισώσεις παρά με λόγια. Ενα βιβλίο χωρίς εξισώσεις Το βιβλίο «Μαύρες Τρύπες» της Μάρσια Μπαρτούσακ, έχει στα ελληνικά τον μακρόσυρτο και κάπως ασαφή υπότιτλο «η μεγάλη περιπέτεια μιας ανατρεπτικής επιστημονικής ιδέας». Τουλάχιστον ο υπότιτλος της αμερικανικής έκδοσης «Πώς μια ιδέα που εγκατέλειψαν οι νευτωνιανοί, μισήθηκε από τον Αϊνστάιν και παίχτηκε στο στοίχημα από τον Χόκινγκ έγινε τελικά δημοφιλής», αν και εξίσου μακροσκελής λέει πολύ περισσότερα για το περιεχόμενο του βιβλίου. Η Μάρσια Μπαρτούσακ είναι αμερικανίδα φυσικός, δημοσιογράφος και συγγραφέας για θέματα αστρονομίας και φυσικών επιστημών, και καθηγήτρια στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα στη Συγγραφή Επιστημονικών Κειμένων του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (MIT). Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά National Geographic, Discover, Astronomy, Science, MIT Technology Review κ.ά., ενώ διατηρεί μόνιμη στήλη στο περιοδικό Natural History. Για το συγγραφικό της έργο έχει βραβευτεί έξι φορές από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Φυσικής και άλλους οργανισμούς. Το 2008 εξελέγη μέλος της Αμερικανικής Ενωσης για την Προαγωγή της Επιστήμης (AAAS). Προφανώς η συγγραφέας έθεσε ως στόχο να γράψει για το πώς εξελίχθηκαν οι ιδέες των επιστημόνων για τις μαύρες οπές από το 1963 περίπου, μέχρι και σήμερα, χωρίς να καταφύγει στη βοήθεια έστω και ενός μαθηματικού τύπου. Για ένα θέμα που τα Μαθηματικά του αρχίζουν από τις εξισώσεις της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας του Αϊνστάιν και φθάνουν πλέον στην κβαντική θεωρία πεδίου. Βασικές λεπτομέρειες Αναγκαστικά υπάρχουν πράγματα που περνιούνται κάπως επιφανειακά. Διότι δεν μπορείς να εξηγήσεις μόνον με λόγια τη δουλειά που έκανε ο Σβάρτζσιλντ για να βελτιώσει τη θεωρία του Αϊνστάιν, ούτε το τι έλειπε από τη θεωρία του για να προσαρμοστεί στο ότι οι μαύρες οπές περιστρέφονται και δεν είναι ακίνητες, κάτι που συμπλήρωσε πολύ αργότερα ο Κερ. Σε πολλά σημεία πάντως η συγγραφέας δείχνει την ικανότητά της να εξηγεί δύσκολες έννοιες και αξίζει ο αναγνώστης να προσέξει τις περιγραφές της για το τι θα συνέβαινε αν κάποιος τύχαινε να «γλιστρήσει» στον χώρο από τον ορίζοντα των γεγονότων και πιο μέσα. Γι’ αυτό το βιβλίο, κατά τη γνώμη μου, συνιστάται κυρίως σε εκείνους που δεν έχουν ιδέα για τις θεωρίες γύρω από το θέμα αυτό και τους τρομάζουν οι τύποι της Φυσικής και των Μαθηματικών… Η γλώσσα του κειμένου είναι στρωτή, η ορολογία σωστή, δίδεται βιβλιογραφία και υπάρχει αλφαβητικό ευρετήριο εννοιών. Η εικονογράφηση είναι εξαιρετικά λιτή. Με παραξένεψε μόνον η φράση: «Σύμφωνα με έναν νόμο της κβαντομηχανικής που ανακάλυψε ο Πάουλι και που απαγορεύει στα ηλεκτρόνια να συγχωνευτούν». Γιατί δεν λέει αυτό ο νόμος αλλά το ότι δεν μπορούν να βρίσκονται στο ίδιο τροχιακό με ίδιους όλους τους κβαντικούς αριθμούς και το πιο σημαντικό: τα ηλεκτρόνια δεν υπάρχει περίπτωση να… συγχωνευτούν! Το ότι εγώ προτιμώ να γράφω για «μαύρες οπές» και όχι για «μαύρες τρύπες» είναι μάλλον θέμα γούστου. Πολλές λέξεις που θεωρούνται ότι ανήκουν στην καθαρεύουσα όπως το μάλιστα, το κάλλιστα ή το συνεπώς χρησιμοποιούνται χωρίς πρόβλημα και στην καθημερινή μας ακόμη ομιλία. Με την έκφραση «μαύρες οπές» πάντως αποφεύγω και την κατά τη γνώμη μου αδόκιμη και αντιαισθητική γενική πληθυντικού «των μαύρων τρυπών». Μάρσα ΜπαρτούσακΜαύρες ΤρύπεςΠαν. Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 314, τιμή 13,50 ευρώ