Λίγο να σκαλίσει κανείς και θα βρει σχεδόν πάντα εκείνο το μικρό ή μεγαλύτερο οικογενειακό δράμα ή απλώς την οικογενειακή κληρονομιά που εξηγεί την κίνηση των νημάτων της Ιστορίας. Το δράμα και η κληρονομιά τού Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι ο πατέρας του.
Δράμα επειδή ο «καλός γιος» του πατέρα ήταν ο άλλος, ο αδελφός του Μπίμπι, που έχασε τη ζωή του στην επιχείρηση του Εντέμπε. Και κληρονομιά επειδή ο Μπενζιόν Νετανιάχου ήταν ιστορικός και είχε υπενθυμίσει πολλές φορές και στον καλό και στον άλλον γιο του πως πριν πέσουν θύματα των διωκτών τους οι Εβραίοι της Διασποράς είχαν πέσει θύματα μιας συλλογικής αυτοτύφλωσης. Είτε δεν έβλεπαν τον κίνδυνο να έρχεται είτε αγνοούσαν τις προειδοποιήσεις.
Ο ιστορικός είχε τα ντοκουμέντα του. Εμβριθής μελετητής του μεσαιωνικού Εβραϊσμού, ο Μπενζιόν παρουσίασε στους γιους του τη μαρτυρία ενός εξέχοντος μέλους της κοινότητας των Σεφαραδιτών, στην Ισπανία του 1490, όπου αποτυπωνόταν ένα μοναδικό αίσθημα ασφάλειας μόλις λίγους μήνες πριν αρχίσει το πογκρόμ εναντίον τους.
Μα και στην Ευρώπη τού 1930 ελάχιστοι άκουσαν το σήμα κινδύνου που εξέπεμψαν δύο ηγετικές προσωπικότητες του σιωνιστικού κινήματος, ο Τέοντορ Χερτσλ και ο Ζέεβ Ζαμποτίνσκι, για τη μαζική εξόντωση των Εβραίων. Ο Μπίμπι είναι ο περήφανος γιος ενός λιγότερο περήφανου για τον ίδιο πατέρα: «Ο πατέρας μου ήταν 23 ετών όταν έγραψε για το Ολοκαύτωμα που απειλούσε τον εβραϊκό λαό» είχε πει σε ένα συνέδριο πρόσφατα. «Αυτή τη λέξη έγραψε το 1933 που θα έμοιαζε εκ των υστέρων σαν μια εκπληκτική προφητεία. Ολοκαύτωμα».
Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου όρισε στο Ιράν τον κίνδυνο που δεν θα έπρεπε να γίνει μεγαλύτερος. Πιο συνοπτικά, όρισε την υπαρξιακή απειλή για το Ισραήλ. Ο τρόπος όμως που επιχειρεί να προλάβει το μέλλον ενός νέου αφανισμού, πυρηνικού αυτή τη φορά, μάλλον δεν θα έκανε περήφανο τον πατέρα του, ενδεχομένως ούτε τον αδελφό του, τον μοναδικό στρατιώτη που σκοτώθηκε στην επιχείρηση του Εντέμπε για την απελευθέρωση των ομήρων.
Ο Μπίμπι ισοπέδωσε τη Γάζα και αντιμετώπισε τους κατοίκους της με τον τρόπο ενός εγκληματία πολέμου. Δυσκολεύεται να πιστέψει κανείς ότι μια υπηρεσία αντικατασκοπείας με τέτοια εκπληκτική ικανότητα διείσδυσης και εκτέλεσης σχεδίων στις χώρες-φυλακές των πιο ολοκληρωτικών καθεστώτων δεν πήρε χαμπάρι μερικούς μηχανόβιους με καλάσνικοφ που ετοιμάζονταν να σφάξουν αμάχους σε ένα μουσικό φεστιβάλ. Αλλά δυσκολεύεται και να πιστέψει πως εάν ο Νετανιάχου αναζητούσε μια αφορμή για να εξοντώσει τους ρουκετόβιους βραχίονες του Ιράν, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, προτού εφορμήσει στον τελικό του στόχο, που είναι το καθεστώς της Τεχεράνης, θα την έβρισκε στη θυσία 1.200 δικών του.
Αν η 7η Οκτωβρίου υπάκουε σε ένα σχέδιο, τότε το σχέδιο ξεκίνησε με μια κυριολεκτικά ανυπολόγιστη τραγωδία για να συνεχιστεί με μια μεταφορικά ανυπολόγιστη, επειδή οι λέξεις δεν αρκούν για να περιγράψουν τον ανθρωπιστικό όλεθρο στη Λωρίδα της Γάζας. Για να εξοντώσει την υπαρξιακή της απειλή, ο Νετανιάχου έριξε τη χώρα του στα θολά νερά μιας υπαρξιακής αμφισβήτησης – ποια «δυτικού τύπου δημοκρατία» δρα στρατιωτικά σαν μηχανή συστηματικής εξολόθρευσης;
Ισως το ερώτημα να αφορά έναν άλλο κόσμο, όχι και πολύ μακρινό, όπου ένα μείγμα ιστορικών ενοχών και πολιτισμικών αξιών υποχρέωνε τη Δύση στην άσκηση ενός είδους «ηθικής ηγεσίας». Με τη δεύτερη θητεία Τραμπ, ο κόσμος αυτός έχει τελειώσει. Είναι μια ανατροπή από την οποία προβάλλουν νέες προϋποθέσεις προσαρμοστικότητας. Ο Νετανιάχου κάνει τώρα, όπως είπε και ένας Φρίντριχ, «τη βρώμικη δουλειά για όλους μας». Και από τους «όλους» δεν φαίνεται να εξαιρούνται ούτε ο αραβικός κόσμος, ούτε οι Ρώσοι, ούτε οι Κινέζοι – δεν λένε λέξη για το σφυροκόπημα των αγιατολάδων. Στο Ισραήλ, στο μεταξύ, ανοίγει ένας νέος κύκλος αποδοχής για τον πρωθυπουργό.
Λίγο ακόμη, και μέχρι και ο Μπενζιόν μπορεί να νιώσει περήφανος για τον Μπίμπι.
