Για να εμπιστευθούμε τα αστέρια μας

Η κυβέρνηση των αυτοαποκαλούμενων «αρίστων» για μια ακόμη φορά κατέστησε τη λέξη «αριστεία» περίγελο

Για να εμπιστευθούμε τα αστέρια μας

Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή τις σαθρές αξιολογήσεις του προγράμματος «Εμπιστευθείτε τα Αστέρια σας – Trust Your Stars», που αφορούσε τη χρηματοδότηση της υλοποίησης ερευνητικών έργων, αναδείχθηκε και έλαβε ιδιαίτερη δημοσιότητα η απαξίωση της επιστημονικής έρευνας στη χώρα από την κυβέρνηση.

Και πώς να μην προκύψουν αυτές οι απαράδεκτες αξιολογήσεις στο πρόγραμμα «Trust Your Stars» όταν, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι επιτροπές αξιολόγησης ήταν υποστελεχωμένες, ακατάλληλα συγκροτημένες και, κυρίως, με σοβαρό έλλειμμα κάθε έννοιας ακαδημαϊκότητας. Η κυβέρνηση των αυτοαποκαλούμενων «αρίστων» για μια ακόμη φορά κατέστησε τη λέξη «αριστεία» περίγελο.

Το γεγονός αυτό δεν είναι τυχαίο ούτε μεμονωμένο. Αποτελεί απόρροια μιας ευρύτερης κυβερνητικής αντίληψης που απαξιώνει τη γνώση που προκύπτει από την επιστημονική έρευνα ως δημόσιο αγαθό. Είναι η αντίληψη που υπηρετεί ένα αναπτυξιακό πρότυπο χαμηλών προσδοκιών βασισμένο σε φθηνές υπηρεσίες, real estate και προϊόντα περιορισμένης προστιθέμενης αξίας. Η γνώση που προέρχεται από επιστημονική περιέργεια, αλλά δεν έχει άμεσο προφανές οικονομικό όφελος, δεν εμπίπτει στις προτεραιότητες ενός τέτοιου προτύπου. Είναι όμως ακριβώς αυτή η γνώση που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για οποιαδήποτε ρηξικέλευθη τεχνολογική καινοτομία. Για άλλη μια φορά, η κακοδιαχείριση και σε αυτή την αξιολόγηση είναι ενδεικτική της ευνοιοκρατίας που συχνά διέπει τις κυβερνητικές επιλογές χρηματοδότησης.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πτυχή των πραγμάτων. Οι δικαιολογημένες διαμαρτυρίες των ερευνητών συνοδεύτηκαν και από ένα μπαράζ εκκλήσεων προς την κυβέρνηση για την ανάγκη ύπαρξης ενός «Εθνικού Οργανισμού Ερευνας» και «για τη δημιουργία ενός πλαισίου αξιολόγησης που να ευθυγραμμίζεται με διεθνή πρότυπα, ενισχύοντας τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία».

Ομως, ένας τέτοιος οργανισμός για την εξυπηρέτηση ακριβώς αυτού του σκοπού υπήρχε και υπάρχει!

Είναι το Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Καινοτομίας, το ΕΛΙΔΕΚ, που ιδρύθηκε το 2016, παρά τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες των μνημονίων, για τη στήριξη της έρευνας και των νέων επιστημόνων. Η ίδρυσή του ήταν μια στρατηγική επιλογή της τότε ευρύτερης πολιτικής για την έρευνα και λειτουργούσε συνδυαστικά με τις δράσεις της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας.

Το ΕΛΙΔΕΚ από τον Ιούλιο του 2019 έχει αφεθεί στην τύχη του με την αντίστοιχη δημόσια δαπάνη να είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Μήπως γιατί προέκυψε από μια αντιδιαμετρική ιδεολογική αντίληψη από την κρατούσα;

Το ΕΛΙΔΕΚ με ευθύνη της κυβέρνησης σήμερα απεντάσσεται από τη διαθέσιμη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Αποτέλεσμα είναι η παντελής ανυπαρξία προκήρυξης νέων ερευνητικών προγραμμάτων για το 2025 και ένα άδηλο μέλλον.

Στις δράσεις του ΕΛΙΔΕΚ δεν υπάρχουν θεματικοί περιορισμοί. Για πρώτη φορά οι Ανθρωπιστικές και Κοινωνικές Επιστήμες αντιμετωπίστηκαν ισότιμα με τις Θετικές και Τεχνολογικές Επιστήμες. Σε κάθε περίπτωση, βασική προϋπόθεση ήταν η διασφάλιση της επιστημονικής ποιότητας. Μετά από πολλά χρόνια ξηρασίας στην έρευνα, οι πρώτοι καρποί αυτής της προσπάθειας είχαν αρχίσει δειλά να αναφαίνονται τόσο με δείγματα αναστροφής του brain drain όσο και με δείγματα μείωσης κοινωνικών ανισοτήτων πρόσβασης στην έρευνα.

Ομως, το ΕΛΙΔΕΚ δεν είναι απλά ένας χρηματοδοτικός οργανισμός, όπως συχνά αναφέρεται. Από τη δημιουργία του αποτελεί έναν πρωτοποριακό θεσμό: οι επιλογές του για την ελεύθερη επιστημονική έρευνα (βασική ή εφαρμοσμένη), η οποία προέρχεται από επιστημονική περιέργεια, έχουν εκχωρηθεί στην ακαδημαϊκή κοινότητα καθώς οι εκπρόσωποι των ερευνητικών φορέων (Πανεπιστημίων και Ερευνητικών Κέντρων) έχουν τον πρώτο λόγο στη διοίκηση και λειτουργία του, στον επιστημονικό του προγραμματισμό, στο ύψος των χρηματοδοτήσεων και στην οργάνωση των αξιολογήσεων.

Η κυβέρνηση, τουλάχιστον κατά την περίοδο 2016-19, βρισκόταν μακριά, «at arm’s length», από τις επιλογές αυτές και ο ρόλος της ήταν μόνο εποπτικός. Αυτή η δομή του ΕΛΙΔΕΚ προσεγγίζει σε μεγάλο βαθμό εκείνη αντίστοιχων δομών όπως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ερευνας (European Research Council-ERC), με το οποίο άλλωστε βρισκόταν σταθερά σε στενή επαφή. Η μεγάλη επιδίωξη είναι, μεταξύ άλλων, η οικοδόμηση όρων εμπιστοσύνης και η απόδοση κύρους στις αξιολογήσεις των ερευνητικών προτάσεων, κάτι που εναπόκειται αποκλειστικά στα ίδια τα μέλη της επιστημονικής κοινότητας που το απαρτίζουν. Οπως άλλωστε και η διαμόρφωση διορθωτικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση αδυναμιών και καθυστερήσεων στην αξιολόγηση των προτάσεων.

Βεβαίως αυτό διαφέρει από την ανάθεση της ευρύτερης στρατηγικής για την έρευνα σε έναν ανεξάρτητο οργανισμό, όπως προτείνεται για τον ΕΟΕ, ο οποίος υπό τoν μανδύα των «ειδημόνων» που θα τον αποτελούν, θα απάλλασσε την εκάστοτε κυβέρνηση από την πολιτική ευθύνη. Τέτοιος οργανισμός δεν υφίσταται πουθενά στον κόσμο. Ας αναλογιστούμε μόνο ποιος αποφάσισε την πρόσφατη στροφή της ευρωπαϊκής ερευνητικής πολιτικής προς την οικονομία του πολέμου. Σίγουρα όχι το ERC…

Είναι, λοιπόν, απορίας άξιο γιατί ορισμένοι ταγοί της ακαδημαϊκής κοινότητας προτείνουν τη δημιουργία ενός νέου φορέα αμφίβολης βιωσιμότητας και αποτελεσματικότητας ενώ αδιαφορούν για την απαξίωση του ΕΛΙΔΕΚ κατά την τελευταία εξαετία. Γιατί δεν το στηρίζουν ώστε, με την προηγούμενη επιτυχημένη πορεία του και την τεχνογνωσία που έχει αναπτύξει, το ΕΛΙΔΕΚ να βελτιωθεί και να ισχυροποιηθεί για να αποτελέσει πυλώνα για το μέλλον της έρευνας στη χώρα υπό την σκέπη ενός νέου υπουργείου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας; Αντίθετα, ευκαιριακές και επιπόλαιες προσεγγίσεις πρέπει να παραμεριστούν.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version