«Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό»

Οι παλιοί και νέοι ποιητές της λακωνικής γης

«Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό»

Γιάννης Ρίτσος: Υμνησε την καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς

Της Παναγιώτας Γκιοτσαλίτη (1ο ΓΕΛ Σπάρτης)

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε την 1η Μαΐου του 1909 στη Μονεμβασιά. Ηταν το τελευταίο παιδί της οικογένειας Ρίτσου. Στην Καστροπολιτεία, ο μικρός τότε ποιητής έκανε τα πρώτα του βήματα και πέρασε τα πιο ανέμελα χρόνια της παιδικής του ηλικίας. Η οικογένειά του έμενε αρχικά σε ένα σπίτι απέναντι από την εκκλησία της Παναγίας της Χρυσαφίτισσας αλλά με τη γέννηση του ποιητή μετακόμισε στο σπίτι που βρίσκεται περίπου 150 μέτρα από την κεντρική πύλη της Καστροπολιτείας, δίπλα στα τείχη.

Ο Ρίτσος από μικρή ηλικία φάνηκε να έχει κλίση στις τέχνες, καθώς γρήγορα άρχισε να ζωγραφίζει και να μαθαίνει πιάνο, ενώ, όπως ο ίδιος μαρτυρεί, έγραφε στίχους από την ηλικία των 7 ετών. Η μητέρα του τον υποστήριζε απόλυτα σ’ αυτή του την κλίση και θεωρούσε πως κάποια μέρα θα διαδεχόταν τον Κωστή Παλαμά. Η ανεμελιά των παιδικών χρόνων σταμάτησε με την έναρξη του σχολείου. Ο Ρίτσος προτιμούσε να παίζει από το να παρακολουθεί τα μαθήματα κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να βρίσκεται πολλές φορές όρθιος στη γωνία τιμωρημένος. Το 1919 αποφοίτησε από το Σχολαρχείο της Μονεμβασιάς και το 1921 γράφτηκε στο Γυμνάσιο του Γυθείου, απ’ όπου αποφοίτησε το 1925.

Το μουσείο

Το απόγευμα της 16ης Ιουλίου πραγματοποιήθηκε η τελετή εγκαινίων του Μουσείου Γιάννη Ρίτσου. Η ιδέα γεννήθηκε μέσα από την κοινή επιθυμία του Δήμου Μονεμβασίας και της κόρης του ποιητή, Ερης Ρίτσου, να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη και το έργο του. Η θεμελίωση του Μουσείου Γιάννη Ρίτσου στη Μονεμβασιά είναι η εκπλήρωση ενός χρέους απέναντι σε έναν από τους σημαντικότερους έλληνες ποιητές του 20ού αιώνα.

Στεγάζεται στο πατρικό νεοκλασικό σπίτι του ποιητή, στον βράχο της ιστορικής Καστροπολιτείας, εκεί όπου γεννήθηκε, έζησε και εμπνεύστηκε. Το μουσείο αυτό δεν είναι απλώς ένας εκθεσιακός χώρος, είναι ένα ζωντανό πολιτιστικό κύτταρο που καλεί κάθε επισκέπτη να γνωρίσει από κοντά τη ζωή, το έργο και την ψυχή ενός ποιητή που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία.

Ο ποιητής αγάπησε τη Μονεμβασιά όσο κανένας άλλος. Την αποτύπωσε στα έργα του, της έδωσε χρώμα, της έδωσε ήχο και της χάρισε την αιωνιότητα.

Γιάννης Κονδυλόπουλος: «Επικοινωνία με τις ρίζες της ύπαρξής μας»

Συνέντευξη στην Ελένη Μπουγάδη (1ο ΓΕΛ Σπάρτης)

Ζει και εργάζεται στην πόλη μας. Ο Γιάννης Κονδυλόπουλος γεννήθηκε το 1968 στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στο Φιλολογικό τμήμα του ΑΠΘ, από όπου έλαβε και μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Μεσαιωνική και Νεότερη Ελληνική Φιλολογία. Είναι εκπαιδευτικός δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Συνεργάστηκε με το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, εκπονώντας εκπαιδευτικό υλικό και διδακτικά σενάρια. Αυτό που τον συγκινεί όμως περισσότερο είναι η ποίηση.

Τι είναι για εσάς η ποίηση;

«Η ποίηση είναι ρυθμός. Η απαρχή του (έντεχνου) λόγου και το τελικό του αίτιο, αν το δούμε με αριστοτελικούς όρους. Απόδειξη τα έπη, στο λυκαυγές του πολιτισμού μας, ή, πιο κοντά μας χρονικά, το δημοτικό μας τραγούδι με τον επίμονο δεκαπεντασύλλαβό του.

Ο ρυθμός ευνοεί την απομνημόνευση και έτσι η ποίηση γίνεται ύμνος προς την Πλάση, τον Δημιουργό, τη ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις, ένας ύμνος που μπορούμε να τον φέρουμε μέσα μας, να τον κουβαλάμε στο μυαλό και την ψυχή μας.

Ας θυμηθούμε εδώ τον σεφερικό αφορισμό ότι ο δεκαπεντασύλλαβος βρίσκεται στο “βαθύτερο κυμάτισμα της λαλιάς μας”. Ή, πάλι, την παραίνεση του Τίτου Πατρίκιου προς τους μαθητές και τις μαθήτριες να μαθαίνουν απ’ έξω τα ποιήματα που τους συγκινούν, καθώς θα είναι μία περιουσία που θα κουβαλούν μέσα τους για όλη τους τη ζωή».

Ναι, αλλά η ποίηση είναι δύσκολη υπόθεση. Είναι, ιδίως στις μέρες μας, δυσνόητη.

«Εξαρτάται με ποιους όρους την προσεγγίζουμε. Αν θυμηθείτε πόσα ποιήματα του Ρίτσου, του Ελύτη ή του Σεφέρη έχετε τραγουδήσει στις σχολικές γιορτές, χάρη στη μελοποίησή τους από τους μεγάλους μας συνθέτες, θα συνειδητοποιήσετε ότι η ποίηση είναι ήδη περισσότερο παρούσα στη ζωή σας από όσο νομίζετε. Αλλά για να μη μείνουμε στους παλιούς, σκεφθείτε τους στίχους από σύγχρονα τραγούδια που αγαπάτε και τραγουδάτε και έχουν κάτι να σας πουν.

Γι’ αυτό θεωρώ χρυσή ευκαιρία να αλλάξει ο τρόπος προσέγγισης (και αξιολόγησης) του μαθήματος της Λογοτεχνίας στο πλαίσιο των νέων Προγραμμάτων Σπουδών: να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές και οι μαθήτριες την πρωταρχική σημασία της αναγνωστικής απόλαυσης, να εκφραστούν δημιουργικά, να μιλήσουν για τους στίχους που τους συγκινούν ή για τα σημεία των πεζών κειμένων που έχουν κάτι να πουν στον καθένα και την καθεμιά. Είναι ανάγκη, σε μια εποχή που η τεχνολογική εξέλιξη καλπάζει και οι ανθρωπιστικές σπουδές υποχωρούν, να προαχθεί η φιλαναγνωσία και να αναζητούν τα παιδιά στη βιβλιοθήκη, στο βιβλιοπωλείο ή στο Διαδίκτυο κείμενα όχι γιατί επιβάλλεται από το πρόγραμμα σπουδών, αλλά γιατί, εν τέλει, θέλουν τα ίδια».

Εσείς γιατί  γράφετε; Γιατί δεν αρκείσθε στο να διδάξετε όσα έχουν γράψει εκείνοι που θαυμάζετε;

«Εύλογο το ερώτημά σας. Η συγγραφή της ποίησης και της λογοτεχνίας γενικότερα είναι προσωπική ανάγκη. Ανάγκη έκφρασης και ανάγκη επικοινωνίας. Επικοινωνίας με τους ποιητές που θαυμάζουμε – να συνομιλήσουμε μαζί τους μέσω των κειμένων που κατέλιπαν και που φέρουμε πλέον μέσα μας· επικοινωνίας με τους μύθους και την Ιστορία, με τις ρίζες της ύπαρξής μας δηλαδή, αλλά και με το καθημερινό αποτύπωμά τους στη συνείδησή μας».

Αργύρης Σταυρόπουλος: Ανθρωπος του βουνού και του έλατου

Των Παναγιώτη Κονδυλόπουλου και Παναγιώτη Βλήτα (1ο ΓΕΛ Σπάρτης)

Ο Αργύρης Σταυρόπουλος γεννήθηκε το 1965 στον Βασαρά Λακωνίας και αποτελεί μία από τις πιο διακριτικές φωνές της σύγχρονης ποίησης της Σπάρτης. Υπογράφοντας συχνά τα ποιήματά του ως «Οινούντιος», έχει δημοσιεύσει το έργο του σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά και έχει διακριθεί σε σημαντικούς πανελλήνιους διαγωνισμούς.

Εχει πάρει το βραβείο ποίησης του διαγωνισμού «Μίμη Σουλιώτη» από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας το 2014, ενώ η δεύτερη συλλογή του «Αυτοεξόριστος εντός μου» απέσπασε το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο διαγωνισμό «Μαρία Πολυδούρη» το 2019. Ανθρωπος του βουνού, του αγνάντιου και του έλατου, μεταφέρει στην ποίησή του τη νοσταλγία του φυσικού τοπίου, αλλά και την αγωνία της σύγχρονης αστικής ζωής.

Αναστασία Κοκκίνου: Η λαϊκή παράδοση και οι αξίες της οικογένειας

Του Γιάννη Μαρινάκου (1ο ΓΕΛ Σπάρτης)

Η Αναστασία Κοκκίνου ανήκει στις ποιητικές φωνές που κατάφεραν να συνδέσουν τον παραδοσιακό στοχασμό με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Εχει τρεις ποιητικές συλλογές στο ενεργητικό της. Ο ποιητικός της λόγος κουβαλά τις πλούσιες και ποικίλες γνώσεις της, τις εμπειρίες, τα εσωτερικευμένα βιώματά της, τις βαθιά ριζωμένες αναμνήσεις από την ιδιαίτερη πατρίδα της, την Αρτα, την ιστορία, την εκκλησιαστική και λαϊκή παράδοση, τις παρακαταθήκες της οικογένειας και των προγόνων γενικότερα. Σπούδασε Φυσική, γεγονός που σημάδεψε βαθιά την ποιητική της γραφή. Φαίνεται να αναζητά το μέτρο και την αρμονία.

Φέρει μέσα της μια πλούσια παρακαταθήκη: τον ιερέα παππού, τη σοφή γιαγιά, τη μάνα δασκάλα, τη θρησκευτική παράδοση, τον Παπαδιαμάντη, τη βυζαντινή μουσική και υμνογραφία, τη λαϊκή παράδοση και τις αξίες της οικογένειας.

«Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη» στον Ταΰγετο

Της Ελεάννας Περουλάκη (1ο ΓΕΛ Σπάρτης)

Χειρόγραφα, βιβλία με αφιερώσεις, φωτογραφίες, προσωπικά αντικείμενα. Το Αρχείο του Νικηφόρου Βρεττάκου στη Βιβλιοθήκη της Σπάρτης μοιάζει να κουβαλάει την παρουσία του ποιητή έως και σήμερα. Αριθμεί περισσότερα από 6.000 βιβλία, εκ των οποίων τα 55 είναι ποιητικές συλλογές του ιδίου. Περιλαμβάνει επίσης 4.000 χειρόγραφα ποιήματα, 2.000 αποκόμματα εφημερίδων και περιοδικών καθώς και σημαντική αλληλογραφία του ποιητή.

Το έργο του έχει ταξιδέψει σε 21 γλώσσες και 27 χώρες. Κορυφαία θέση κατέχουν οι δύο αυτοβιογραφίες του, η «Οδύνη» (1972) και το «Γυμνό παιδί» (2008). Το έργο του «Το βάθος του κόσμου» μεταφράζεται αυτόν τον καιρό στη Χιλή.

Ο κορυφαίος μας ποιητής γεννήθηκε στις Κροκεές, μεγάλωσε στην Πλούμιτσα μέχρι τα 5 του έτη – περίπου σε αυτή την ηλικία άρχιζε να ανακαλύπτει την κλίση του στη λογοτεχνία – και τελείωσε το λύκειο στο Γύθειο. Αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών στο Τμήμα της Φιλολογίας, ενώ στη ζωή του άλλαξε περισσότερα από 15 επαγγέλματα. Παρά τις δυσκολίες που συναντούσε καθημερινά, δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει.

Τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του, στις 20 Ιουλίου 1991, ανεβαίνει στην κορυφή του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 1.700 μέτρων και παρουσία εκατοντάδων ορειβατών από όλη την Ελλάδα παρακολουθεί τη «Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη» στο καταφύγιο του Ταϋγέτου, ενώ κλείνει ο ίδιος την παράσταση διαβάζοντας τον Επίλογο της «Λειτουργίας», αφήνοντας έτσι την τελευταία του ποιητική σφραγίδα.

Την επόμενη ημέρα επισκέπτεται τη Βιβλιοθήκη της Σπάρτης και εκδηλώνει την επιθυμία να γίνει το αρχείο του σε σημείο του 1ου ορόφου, που ο ίδιος επέλεξε. Πεθαίνει στις 4 Αυγούστου 1991 έξω από το σπίτι του στην Πλούμιτσα πλήρης ημερών πνευματικής δημιουργίας και προσφοράς προς τον άνθρωπο.

Η δημιουργία του Αρχείου του έγινε πραγματικότητα τον Δεκέμβριο του 2000. Εκεί εκτίθενται προσωπικά του αντικείμενα, το γραφείο και η βιβλιοθήκη του, χειρόγραφα, έντυπο υλικό αλλά και φωτογραφίες που φωτίζουν πλευρές της ζωής του. Το Αρχείο εμπλουτίστηκε το 2004 με σημαντικό υλικό που είχε διαφυλάξει η Ανθούλα Γκανιάρη, ενώ χάρη σε εκθέσεις, εκδόσεις και εκδηλώσεις μνήμης συνεχίζει να αναδεικνύει την πορεία του ποιητή. Πολύτιμος αρωγός σε όλη αυτή την προσπάθεια υπήρξε η οικογένειά του, με πρωτεργάτη τον γιο του, Κώστα Βρεττάκο

«Εμεινα πολλές φορές νηστικός, για να αγοράσω ένα βιβλίο»

Σε τμήμα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σπάρτης φυλάσσεται και το Αρχείο του Δικαίου Βαγιακάκου, στο οποίο οι υπεύθυνοι της Βιβλιοθήκης είχαν την καλοσύνη να μας ξεναγήσουν ώστε να θαυμάσουμε από κοντά άλλον έναν πολύτιμο θησαυρό της. Ο Δικαίος Β. Βαγιακάκος (1915-2026), τέως διευθυντής του Κέντρου Συντάξεως του Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής γλωσσολογίας του 20ού αιώνα. Καταγόμενος από την Κοίτα του Δήμου Ανατολικής Μάνης, αφιέρωσε τη ζωή του στη μελέτη και διάσωση του ελληνικού πολιτισμού.

Το ερευνητικό έργο του καλύπτει ευρύ φάσμα επιστημονικών πεδίων, με έμφαση στη Λαογραφία, τη Γλωσσολογία και την Αρχαιολογία. Ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε δε στη μελέτη του γλωσσικού ιδιώματος της Μάνης, το οποίο αποτέλεσε και το αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής.

Η βιογραφία και εργογραφία του δημοσιεύθηκε από την αείμνηστη Ελένη Μπελιά, σύντροφο της ζωής του, στο περιοδικό «Λακωνικαί Σπουδαί» το 1990.

Η κορύφωση της προσφοράς του ήταν η ίδρυση της Εταιρείας Λακωνικών Σπουδών, της οποίας υπήρξε ιθύνων νους για πολλά χρόνια. Στις σελίδες του περιοδικού «Λακωνικαί Σπουδαί» φιλοξενήθηκαν από το 1972 όλες οι επιστημονικές μελέτες που αναφέρονται στη Μάνη και τη Λακωνία.

Η μεγαλύτερη αξιέπαινη πράξη του Βαγιακάκου υπήρξε η δωρεά της πλούσιας Βιβλιοθήκης και του προσωπικού του Αρχείου στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης.

Ο μελετητής αποχωρίστηκε τα πολύτιμα και σπάνια βιβλία του, αχώριστους συντρόφους μιας ζωής, και τα διέθεσε στην υπηρεσία της επιστημονικής έρευνας.

Η συλλογή αυτή προήλθε από τον μόχθο και τις στερήσεις μιας ολόκληρης ζωής. Ο ίδιος συνηθίζει να εξομολογείται: «Εμεινα πολλές φορές νηστικός, για να αγοράσω ένα βιβλίο».

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα TO BHMA της Σπάρτης που κυκλοφόρησε με «Το Βήμα της Κυριακής» στις 30 Νοεμβρίου 2025. 

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version