Εθνικός Διχασμός: Η μαρτυρία του Βρετανού αξιωματικού Κάνινγκεϊμ «φωτίζει» το μοιραίο 1915

Το αυτοβιογραφικό έργο ενός άγγλου ανώτερου αξιωματικού προσφέρει την οπτική γωνία ενός αυτόπτη στις περιστάσεις που έφεραν τον Εθνικό Διχασμό

Εθνικός Διχασμός: Η μαρτυρία του Βρετανού αξιωματικού Κάνινγκεϊμ «φωτίζει» το μοιραίο 1915

Η πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου του Τόμας Μοντγκόμερι-Κάνινγκεϊμ , σε μετάφραση της Αθηνάς Κακούρη, ενθαρρύνει την περαιτέρω συζήτηση για την εμπλοκή της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Κάνινγκεϊμ υπηρέτησε στην Αθήνα για έναν χρόνο ως στρατιωτικός ακόλουθος της Βρετανίας, από το τέλος του 1914 έως το τέλος του 1915.

Είναι το κρίσιμο διάστημα εντός του οποίου αποκρυσταλλώνεται η διαφωνία του Κωνσταντίνου με τον Βενιζέλο σχετικά με το ζήτημα της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία και εξελίσσεται στον Εθνικό Διχασμό.

Το βιβλίο που εμφανίζεται στην ελληνική αγορά είναι ένα τμήμα μόνο της αυτοβιογραφίας που εκδόθηκε στην αγγλική γλώσσα το 1939. Είναι όμως αξιοσημείωτο, όπως επισημαίνει η μεταφράστρια του βιβλίου, ότι ο Κάνινγκεϊμ αφιέρωσε το ένα τρίτο της αυτοβιογραφίας του στην υπηρεσία του στην Αθήνα που κράτησε μόλις έναν χρόνο.

Γιατί είναι χρήσιμο ένα τέτοιο βιβλίο; Προσφέρει νέες ιστορικές πληροφορίες που μας διέφευγαν; Η προσεκτική του ανάγνωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είναι οι νέες ιστορικές πληροφορίες που το καθιστούν ενδιαφέρον.

Thomas Montgomery Cuninghame. Το κλειδί. Dusty Measure. Μετάφραση Αθηνά Κακούρη. Εκδόσεις Καπόν, 2025 σελ. 184, τιμή 21,20 ευρώ

Δεν μας είναι άγνωστο το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη, τον οποίο διόρισε ο βασιλιάς ως πρωθυπουργό στη θέση του παραιτηθέντος Βενιζέλου τον Φεβρουάριο του 1915, είχε προτείνει την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο.

Αυτό ήταν γνωστό, όπως ήταν γνωστό επίσης ότι η Entente δεν ήταν διατεθειμένη να συζητήσει όρους για την ελληνική συμμετοχή γιατί παρέμενε ακόμα σε εκκρεμότητα το θέμα της συμμετοχής της Βουλγαρίας στον πόλεμο αλλά και γιατί η διαφωνία των προηγουμένων εβδομάδων σχετικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων είχε κλονίσει την εμπιστοσύνη στις σχέσεις του βασιλιά και των υποστηρικτών του με τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, καθώς οι σύμμαχοι πίστευαν πλέον ότι η πολιτική του Κωνσταντίνου ήταν ταυτισμένη με τη Γερμανία. Αυτό που είναι όμως ενδιαφέρον είναι η οπτική του Κάνινγκεϊμ.

Ο βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος, όπως άλλωστε πριν από αυτόν ο αρχηγός της Βρετανικής Ναυτικής Αποστολής στην Ελλάδα ναύαρχος Μαρκ Κερ, αντανακλώντας ενδεχομένως τη συντηρητική ιδιοσυγκρασία των βρετανών στρατιωτικών αλλά και λόγω της άμεσης επαφής με τον ίδιο τον βασιλιά, έτεινε να κατανοεί περισσότερο από τους διπλωμάτες ή τους πολιτικούς το επιχείρημα κατά της συμμετοχής της Ελλάδας στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων.

Οι ενστάσεις του ελληνικού Γενικού Επιτελείου σχετικά με τον πλημμελή σχεδιασμό της εκστρατείας, οι οποίες αποδείχθηκαν βάσιμες από την εξέλιξη των επιχειρήσεων, γίνονταν αντιληπτές από τον Κάνινγκεϊμ, ο οποίος κατανοούσε επίσης τη γενικότερη επιφύλαξη του βασιλικού κύκλου για εμπλοκή στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων δεδομένου ότι η Κωνσταντινούπολη και η περιοχή των Στενών είχαν αναγνωριστεί από τη Βρετανία και τη Γαλλία ως ζώνη ρωσικού ενδιαφέροντος και επιρροής, γεγονός που προεξοφλούσε τον αποκλεισμό της ελληνικής παρουσίας από την περιοχή.

Υπήρχε τέλος το ζήτημα των κλιμακούμενων πολιτικών και διπλωματικών πιέσεων της Entente που έτεινε να ενισχύει την υποστήριξη μιας μερίδας της κοινής γνώμης προς τον Κωνσταντίνο.

Το σκεπτικό εξάλλου πολλών αξιωματικών ότι η Ελλάδα δεν χρειαζόταν να εκτεθεί σε νέο πόλεμο μετά τις νίκες της στους Βαλκανικούς Πολέμους, παρά μόνο αν υπήρχαν σαφή ανταλλάγματα, εξέφραζε και ο βασιλιάς στον βρετανό στρατιωτικό ακόλουθο, όπως και την πεποίθησή του ότι η αποφασιστική αρμοδιότητα για τον καθορισμό της πολιτικής της χώρας έναντι του ενδεχομένου πολέμου ανήκε στον ίδιο ως μόνιμο στοιχείο της πολιτειακής δομής της και όχι στο κοινοβούλιο και το εκλογικό σώμα το οποίο είχε υπερψηφίσει τον Βενιζέλο και το κόμμα των Φιλελευθέρων στις εκλογές του Μαΐου του 1915, μετά δηλαδή την εκδήλωση της διαφωνίας του βασιλιά με τον πρωθυπουργό.

Η αφήγηση είναι ρέουσα και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και οφείλει πολλά στη μετάφραση της Αθηνάς Κακούρη, η οποία είχε την ιδέα να μεταφράσει και να προτείνει την έκδοση ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος βιβλίου.

Εχει όμως σημασία να κατανοήσουμε, και αυτό δεν μπορεί να διαφύγει από τον αναγνώστη του βιβλίου, ότι η πολιτική της ουδετερότητας, οσοδήποτε και αν ήταν θεμιτή ή διέθετε επιχειρηματολογία, δεν ήταν ρεαλιστική από τον Οκτώβριο του 1915 και μετά, όταν δηλαδή η Βουλγαρία εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας και αντίστοιχα η Entente αποβίβασε τις δυνάμεις της στη Θεσσαλονίκη.

Η επιμονή έκτοτε στην ουδετερότητα θα προκαλούσε ένα μη αποδεκτό γεωπολιτικό ρίσκο για μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα.

Ο κ.Σωτήρης Ριζάς είναι διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ερευνας Ιστορίας Νεότερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version