To Ιστορικό Αρχείο των εφημερίδων «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ» συνεχίζει το αφιέρωμά του στον μεγάλο μεγάλο εκλιπόντα, τον Διονύση Σαββόπουλο, έναν από τους πιο επιδραστικούς έλληνες τραγουδοποιούς του 20ου αιώνα.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος μίλησε στον Άρη Σκιαδόπουλο και το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» τον Ιανουάριο του 1989, σε μια περίοδο που κορυφώνονταν οι πολιτικές εντάσεις και η σκανδαλολογία.
Aκολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
“Ήρθε ο καιρός της μετάνοιας…”
Τριάντα χρόνια τραγούδι. Μ’ ένα «φορτηγό», ένα δισάκι όνειρα να κατηφορίζει από Θεσσαλονίκη, να περνάει «Κιλελέρ», να ζητωκραυγάζει της «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» και φτου τώρα πάλι πίσω με το «Με γεια το κούρεμα».
Τον Διονύση Σαββόπουλου η ωρίμανση τον γυρνά πίσω στην αλλοτινή νιότη και να πώς γίναν όλα μπάχαλο. Από την Αριστερά στους Νεοορθόδοξους, από τους Νεοορθόδοξους στη γνωστή εκπομπή της ΕΡΤ κι από εκεί στο «δίκιο έχει ο Καραμανλής που μας λέει φρενοκομείο».
Ο Διονύσης Σαββόπουλος έχει τη γενναιότητα να αναθεωρεί. Μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει και ταλέντο. Ίσως οι πλέον αυστηροί να το πουν στο τέλος τέλος «γραφικότητα».
Ό,τι και να πουν, ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι μια ψυχούλα που ψάχνεται από το 1960 όπως όλοι εμείς οι έφηβοι του 1960. (…)
«Ας μην μιλάω τώρα εγώ για τα τραγούδια μου. Αλλού αισθάνομαι ότι προχώρησα κι αλλού όχι. Βλέπω το εξής στο περιβάλλον του τραγουδιού τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η Αριστερά δεν διώκεται πια. Είναι ας πούμε κατεστημένη. Επομένως δεν μπορεί να επηρεάζει πια την έμπνευσή μας όπως παλιότερα».

Διονύσης Σαββόπουλος
Διωκόμενη Αριστερά
Δηλαδή δεν είναι κατάντια να λέμε πως η Αριστερά εμπνέει μόνο όταν είναι διωκόμενη;
«Πάντως αυτό συνέβη. Οι παλιοί αγωνιστές έδιναν ένα εσχατολογικό περιεχόμενο στη δράση τους. Μεταφυσικό ήταν το αίσθημά τους. Ο Μαρξ δεν λέει τέτοια πράγματα. Ο Μαρξ μιλάει για ποσοστά εργαζομένων και περισσότερο τον ενδιαφέρουν οι αριθμοί. Αλλά ο άνθρωπος είναι άνθρωπος και όταν μάλιστα είναι Έλληνας και αισθηματικός τύπος, δεν μπορεί να κάνει μια μεγάλη προσπάθεια, χωρίς να ζήσει τον πυρετό του ουρανού. Κι αυτό ως ένα σημείο καθαγιάζει τον αριστερό κόσμο και τις θυσίες του».
Γιατί ως ένα σημείο;
«Διότι δεν είχανε αληθινή μεταφυσική συνείδηση του αγώνα τους. Με αποτέλεσμα, όταν αποκαθίστανται, να γίνονται πολλές φορές εξίσου καταπιεστικοί ή αυταρχικοί με τους πρώην διώκτες τους».
Αυταρχισμός λοιπόν και καταπίεση. Τα υπέστης μήπως;
«Και τα υπέστην και φοβάμαι ότι μερικές φορές τα άσκησα σε βάρος των άλλων. Όταν πιστεύεις ότι εσύ έχεις δίκιο και όλοι οι άλλοι άδικο, όταν κατά βάθος πιστεύεις πως “Αλ- λαγή” σημαίνει να αλλάξουν όλοι οι άλλοι πλην εσού, τότε αυτή η νοοτροπία μπορεί να σε οδηγήσει σε εκτρωματικές συμπεριφορές. Δυστυχώς, ζούμε σε μέρες όπου, δυστυχώς (επαναλαμβάνω), όλα μας τα παιδικά όνειρα έγιναν πραγματικότης. Γιατί να λέμε ότι απέτυχε η Αλλαγή; Αντίθετα: Πέτυχε, με αποτέ λεσμα τη σήψη του παντός. Τι άλλο μπορούσε να είναι μια αλλαγή που κρύβει τόσον εγωισμό μέσα της;».
Όπου, το λοιπόν, μια διωκόμενη Αριστερά δεν μπορεί να εμπνεύσει. Έτσι;
«Πιστεύω όχι. Μπορεί όμως αντ’ αυτού να δείξει “επαγγελματική” πολιτική ευσυνειδησία. Για παράδειγμα: Να φωτογραφίζεται με τον κύριο Μητσοτάκη και με τον κύριο πρόεδρο της Δημοκρατίας. Αυτό το θεωρώ πολύ θετικό, διότι δημιουργεί τόσους φόβους το τριγύρω αλαλούμ, ώστε να συμπεριφέρονται οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης μετρημένα, συμμαζεμένα και επαγγελματικώς ευσυνείδητα. Ε, αυτό είναι μια μικροεγγύηση. Σύμφωνοι. Αλλά τι να εμπνευστείς από αυτό;».
Και λοιπόν; Η κατάσταση αυτή δεν έχει κάποιες κοινωνικές παρενέργειες;
«Τι παρενέργειες μου λες; Εγώ αισθάνομαι ότι σαν ράτσα τελειώνουμε. Έχουμε βολευτεί σε μια ευζωία. Η ευζωία δεν είναι κακή. Γιατί ο άνθρωπος να μην έχει τις ανέσεις του; Όταν όμως η ευζωία αντικαθιστά την αξία, όταν η καλοπέραση γίνεται το υπέρτατο αγαθό, τότε γιατί δεν θα κλέψει ο Κοσκωτάς και γιατί ο Παπανδρέου δεν θα γίνει ένας μοιχός εβδομηντάρης; Τι θα μας σταματήσει από την κατρακύλα, όταν πάνω από όλα είναι ο εαυτός μας; Πώς να αντιδράσουμε σε όλα αυτά; Είμαστε διαβρωμένοι γιατί το πρώτο που καταστρέφεται από την ευζωία είναι το ίδιο το φιλότιμο. Κι ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό αυτής της ράτσας ήταν κάποτε το φιλότιμο. Δεν υπάρχει ένας πόλος συσπείρωσης και ουσιαστικής αντίδρασης».

Φρενοκομείο
Όλα αυτά κάπου μου θυμίζουν την τελευταία δήλωση Καραμανλή, ότι η Ελλάδα έγινε ένα φρενοκομείο…
«Βεβαίως. Η δήλωση του Καραμανλή εκφράζει το κοινό αίσθημα. Αυτός ο μέτριος άνθρωπος αποδεικνύεται, όσο ο καιρός κυλάει, ότι είχε και έχει περισσότερο μυαλό από διάφορες άλλες λαμπρότερες προσωπικότητες της πολιτικής μας σκηνής, που τα έκαναν λίμπα μέσα στο μεγαλείο τους. Ενώ αυτός ο μετρημένος άνθρωπος, αυτός ο άνθρωπος με τον κοινό νου, αποδεικνύεται ως η θετικότερη προσωπικότητα των τελευταίων δεκαετιών. Κρίμα που δεν τον συμπαθούσαμε όταν είμασταν νέοι. ́Αλλο ένα λάθος της γενιάς μου».
Πάλι θα γίνει χαμός μ’ αυτό που λέτε κι ίσως μερικοί το συνδέσουν μ’ αυτό που είχε διαδοθεί παραμονές δημοτικών εκλογών. Ότι δηλαδή σχεδιάζατε να κατεβείτε σαν υποψήφιος του κυρίου Έβερτ…
« Όσον αφορά τον Έβερτ δεν γίνεται θέμα. Διότι μια φορά φάγαμε κάτι μακαρόνια μαζί και γράψανε αμέσως ότι θα κατεβώ υποψήφιος με το συνδυασμό του. Μολονότι συμπαθώ τον κύριο Έβερτ και μ’ αρέσει ο τρόπος που εκφράζεται στις συνεντεύξεις του, δεδομένου ότι διαθέτει ακρίβεια, ευστοχία και κοινό νου, εντούτοις δεν μου πέρασε ποτέ από το νου να κατεβώ σαν υποψήφιος.
Ούτε μ’ αυτόν, ούτε με κανέναν άλλον. Διότι δεν μου πάει κάτι τέτοιο. Όσον αφορά τώρα αυτά που είπα για τον Καραμανλή, είναι αλήθεια πως μπορούν μερικοί να εκνευριστούν. Δεν με ενδιαφέρει. Εμένα με ενδιαφέρει ότι ήρθε ο καιρός της μετάνοιας. Δεν πρέπει απλώς να αναθεωρήσουν μερικοί την ψήφο τους. Πρέπει να αναθεωρήσουν ένα ολόκληρο κομμάτι του εαυτού τους. Φάγαμε εφτά χρόνια δικτατορίας. Ύστερα εφτά χρόνια μεταπολίτευσης, όπου η αθλιότητα αυτή τη φορά εκπορευόταν κυρίως από τη λεγόμενη δημοκρατική παράταξη. Τι ρητορείες! Τι αντιιμπεριαλισμοί! Τι αναχρονιστικά πράγματα! Κενολογίες, πολιτιστικός μελοδραματισμός, τι προχώρημα προς τα πίσω και οποία ανόρθωσις προς τα… κάτω! Ήρθαν και τα εφτά χρόνια του ΠΑΣΟΚ, πάει την κάτσαμε τη βάρκα».

Διονύσης Σαββόπουλος
Ευρεία συναίνεση
Μέσα σε όλα όμως ο Καραμανλής…
«Το ότι ο Καραμανλής κατάφερε να ορίσει τους κανόνες ενός πολιτικού παιχνιδιού και να πετύχει την ευρεία συναίνεση του πολιτικού κόσμου πάνω σ’ αυτούς τους όρους και να θέσει ένα πλαίσιο ανεκτό από όλους μας νομίζω ότι ήταν θετικό. Για χώρες σαν την Ελλάδα, το να επιτυγχάνεται ευρεία συναίνεση για τον τρόπο που θα λειτουργήσει η Δημοκρατία και τα κόμματα, αυτό το απλό πράγμα είναι πάρα πολύ σπουδαίο.
Έπρεπε να το διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού. Η καλύτερη περίοδος των τελευταίων ετών ήταν όταν είχαμε πρόεδρο τον Καραμανλή και πρωθυπουργό τον Παπανδρέου. Τίποτα σπουδαίο δεν έγινε, είχαμε όμως όλοι το αίσθημα της προοπτικής. Είχαμε ένα αίσθημα ανακούφισης. Ελπίδας. Ότι θα πάνε καλά οι δουλειές, ότι θα ανεβεί το επίπεδο, ότι θα γίνουμε τέλος πάντων κι εμείς κάποιοι μες στον κόσμο.
Με τον Καραμανλή πρόεδρο και τον Ανδρέα πρωθυπουργό τέλειωνε και συμβολικά ο Εμφύλιος. Όμως δεν θέλαμε να τελειώσει, φαίνεται. Κι αυτή τη φορά υπεύθυνοι είμασταν εμείς. Όσοι ανεχθήκαμε ή συμφωνήσαμε με την πολιτικά και ηθικά απαράδεκτη αποπομπή του Καραμανλή. Ξανάρχισε η παρελθοντολογία. Επεκράτησαν τα συμφέροντα και ο τόπος (δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς) κατέληξε στον Κουτσογιωργισμό, στον Τομπρισμό και στον Κοσκωτισμό. Δυστυχώς, φτάσαμε στο σημείο μια εφημερίδα όπως η “Αυριανή” να νομοθετεί.
Και να τώρα και οι εμπρησμοί των εφημερίδων και ποιος ξέρει τι άλλο θα δούμε ακόμα. Πιστεύω ότι και οι δύο μεγάλες παρατάξεις πρέπει να έχουνε πρόσβαση στην εξουσία. Όπως γινόταν στην αρχαία Σπάρτη που είν χανε δύο βασιλείς.
Αν βγει ας πούμε τώρα ο Μητσοτάκης, πρέπει να ορίσει πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Φλωράκη ή κάποιον άλλον που θα προταθεί από τον διαφορετικά τοποθετημένο πολιτικά κόσμο. Από τον αντίπαλο δηλαδή. Είναι όμως τόσο έξυπνος ο κύριος Μητσοτάκης; Έχει τα κότσια; Αυτό το μάθημα αρχίζει από τον Καραμανλή. Εγώ το θεωρώ σημαντικό και απαραίτητο αυτό το μάθημα για την επιβίωσή μας».
Μετάνοια
Κι ύστερα από τριάντα χρόνια ταλαιπωρίας, Διονύση, γυρνάμε πάλι πίσω και φτου κι απ’ την αρχή;
«Όχι. Δεν γυρνάμε πίσω. Πρέπει όμως να έχουμε την ελάχιστη γενναιότητα να μετανοούμε μερικές φορές. Μετάνοια άλλωστε τι άλλο σημαίνει; Νοώ μετά. Σημαίνει ότι σκέφτομαι παραπέρα και πάνω απ’ αυτό που σκεφτόμουνα πριν. Αν δεν γίνει αυτό, τότε η σχιζοφρένεια της γενιάς μου θα συνεχίζεται».
Τρελαθήκαμε κιόλας;
«Έχουμε πάντως ψυχολογικό πρόβλημα».
Τι σόι ψυχολογικό πρόβλημα;
«Εδώ και τριάντα χρόνια αισθανόμαστε την ανάγκη να ‘χουμε μια συμπεριφορά ρήξης, μια συμπεριφορά ανατροπής, ενώ η ψυχοσύνθεσή μας, λόγω της ισχυρής μνήμης του μακρινού παρελθόντος, όπως μας μεταδόθηκε από τους γονείς μας στις αρχές της δεκαετίας του 1950, είναι συντηρητική.
Η γενιά μου είναι αριστερής συμπεριφοράς και συντηρητικής ψυχοσύνθεσης. Αυτή η σχιζοφρένεια είναι ίσως γόνιμη στο χώρο της Τέχνης, του τραγουδιού και του έρωτα. Σε παραλύει όμως στον πολιτικό χώρο. Γι’ αυτό πάντα μας προλάβαιναν οι άλλοι. Γι’ αυτό δεν μπορέσαμε να κάνουμε αυτό που θέλαμε. Δεν μας “έπαιρνε” έτσι όπως είμασταν.
Το ξέρεις ότι υπάρχει στατιστική στη μεταπολίτευση που δείχνει το εξής: Ότι τότε υπήρχε έντονη πολιτικοποίηση κι ότι στελεχώνονταν τα κομματα από πολύ κόσμο. Έλειπε όμως η ηλικία των τότε τριάντα και σαράντα ετών. Εμείς δηλαδή. Αντίθετα, οι μεγαλύτεροί μας και οι νεότεροί μας είχαν χωθεί σούμπιτοι. Εμείς είμαστε σε εφεδρεία εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της γενιάς μου. Για να βγούμε κάποτε από την εφεδρεία πρέπει να ξεπεράσουμε το ψυχολογικό μας πρόβλημα και να μετανοήσουμε».

Διονύσης Σαββόπουλος, Το κούρεμα
Κούρεμα
Δηλαδή, με γειά το κούρεμα…
«Ναι. Αυτόν τον τίτλο διάλεξα για το καινούριο μου πρόγραμμα στην Πλάκα. “Το κούρεμα” ή “Με γειά το κούρεμα”. Ένα από τα δύο. Δεν ξέρω ακόμα. Μάλλον προτιμώ “το κούρεμα”, σκέτο. Είναι πιο βαρύ. Περισσότερο ροκ».
Έχει κάποιον συμβολισμό ο τίτλος;
«Ε! Το κούρεμα σημαίνει διαπόμπευση, τιμωρία ή και αυτοτιμωρία. Επίσης το κούρεμα είναι μέρος μιας τελετουργίας που σε κάνει στρατιώτη ή καλόγερο. Αν ο στρατιώτης ή ο καλόγερος είναι το επάγγελμα του να πεθαίνεις, τότε το κούρεμα σημαίνει επίσης έναν πνευματικό θάνατο ή μια κάθαρση. Τέλος, το κούρεμα μπορεί να είναι μια μόδα.
»Μην ξεχνάς ότι προηγήθηκαν τριάντα χρόνια νεφελώδους ρομαντισμού, που ήθελε τα μαλλιά μακριά και ανεμίζοντα. Εγώ, μολονότι έχω πλέον προχωρημένη φαλάκρα, εξακολουθώ ν’ αφήνω κάτι τσουλούφια εδώ να κρέμονται. Είναι, τρόπον τινά, ένα μυητικό σημάδι που με συνδέει με τη γενιά μας. Αλλά το έχω βαρεθεί πια. Λέω να μπω σ’ ένα κουρείο αυτές τις μέρες να ρίξω ένα γερό κούρεμα».
Κάθαρση, λοιπόν, τιμωρία, ανανέωση ή νιού λουκ;
«Ε, αυτό ας το ψάξουν οι φίλοι. Εγώ θα είμαι στο “Ζουμ” από τις 20 του μήνα. Ας το ψάξουν και μέσα τους».
Ζουμ
Δέκα χρόνια μακριά από την Πλάκα και μεσολάβησαν: Συναυλίες, «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι», «Ακόμα περισσότερο ελληνικό τραγούδι» και πάει λέγοντας…
«Ναι. Δέκα χρόνια έχω να παίξω στην Πλάκα. Από τον “Σκορπιό” που είχα εμφανι- στεί το 1979. Πέρσι βέβαια με κάλεσε ο Χατζιδάκις στο “Ζουμ”. “Σείριο” το έλεγε εκείνος. Δεν μπορούσα να του πω όχι. Άλλωστε είκοσι μέρες ήταν μόνο. Και έτσι το αποφάσισα, μολονότι, τόσα χρόνια εκτός ζωντανών εμφανίσεων, ξεσυνήθισα και βάρυνα. Όμως εκεί στον “Σείριο” γλυκάθηκα. Και είπα φέτος, μια και έχω γράψει καινούργια τραγούδια, να τα παρουσιάσω πρώτα ζωντανά στο κοινό, όπως έκανα παλιά».
Και το πέρασμά σου από την τηλεόραση; Η σημερινή εξουσία σου έδωσε ένα καλό βήμα τότε…
«Εκεί είναι στενοί. Φοβισμένοι. Αφάνταστα γραφειοκρατικοί. Φθείρεσαι ψυχικά. Από τις ίδιες τις εκπομπές δεν έχω παράπονο, διότι γνωρίζω το θέμα και το αγαπώ, με αρέσει η τηλεόραση και τη φχαριστήθηκα τη δουλειά, μολονότι τρομαχτικά κουραστική.
Οφείλω να ομολογήσω ότι δεν επενέβησαν στη δουλειά μου. Τον κόπο, τέλος πάντων, θα μπορούσα να τον αντέξω. Αυτό όμως που σε ακυρώνει είναι εν τέλει μια απερίγραπτη μια ζέρια που αδιάκοπα εκπορεύεται από την Αγία Παρασκευή και σε διαλύει. Σε κάνει να μη χαίρεσαι τη δουλειά σου. Σου κόβει το κέφι. Και θα ‘θελα να πω, ότι έτσι κι αλλιώς κάποτε θα σταματούσα. Ειδικά μάλιστα τον τελευταίο καιρό, που η τηλεόραση μου θυμίζει μπακάλικο μόνο για την οικογένεια του μπακάλη».
Τελικά, νιώθεις καθόλου δικαιωμένος δεδομένου ότι ύστερα από το «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι ήρθε ο κ. Μαρούδας και είπε «Περισσότερο ελληνικό τραγούδι»;
«Όχι βέβαια. Τι σχέση έχει αυτό; Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού τραγουδιού είναι η μαγκιά του. Δηλαδή, ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας του. Πώς θα δεχθεί το ελληνικό τραγούδι να προωθηθεί με υπουργικές αποφάσεις; Βέβαια, το να ενδιαφέρεται μια κυβέρνηση για το ελληνικό τραγούδι, είν ναι κάτι που θα μπορούσε να την τιμά, αν αυτό το ενδιαφέρον δεν ήταν τόσο υποκριτικό και επιπόλαιο.
»Εδώ φτάσαμε να μην έχουμε ένα Ωδείο παραδοσιακής μουσικής! Υποτίθεται ότι το ελληνικό τραγούδι έχει δικό του σύστημα ρυθμών, κλιμάκων, μελοποιίας και στιχουργικής. Πού διδάσκονται αυτά; Πού θα μάθει ένα παιδί σαντούρι, κλαρίνο ή μπουζούκι; Πρέπει να πάει στα μπουζουξίδικα της Ομόνοιας; Είμαστε η μόνη χώρα που έχει πετάξει τελείως τη μουσική της».
Μήπως επειδή το τραγούδι ενοχλεί;
«Ασφαλώς, ο ελληνικός λαός σεβόταν τα τραγούδια και τη μουσική του περισσότερο απ’ όσο οι εξουσίες. Αυτές το ‘βλεπαν με μισό μάτι. Δεν ήταν αρκετά “ευρωπαϊκό” ή αρκε τά “καθωσπρέπει”. Τώρα όμως δεν είναι αυτή η αντίθεση που μετράει. Απλώς από χοντροπετσια και απαιδευσία, από έλλειψη δηλαδή καλλιέργειας και ευαισθησίας είναι που αδιαφορούν, παρ’ όλες τις ρητορείες».

