Φαινόμενα ανομίας στα Πανεπιστήμια: Μια «χιλιοειπωμένη «ιστορία» που δεν οδηγεί πουθενά

Σε σχέση με το ζήτημα της παρέμβασης των δημόσιων δυνάμεων, όταν τελούνται αξιόποινες πράξεις στα Πανεπιστήμια, το νομοθετικό οπλοστάσιο είναι επαρκέστατο

Φαινόμενα ανομίας στα Πανεπιστήμια: Μια «χιλιοειπωμένη «ιστορία» που δεν οδηγεί πουθενά

Η «υπόθεση» για τα φαινόμενα ανομίας στα Ελληνικά Πανεπιστήμια είναι μια «χιλιοειπωμένη ιστορία» μετά το 1975, γεμάτη «θόρυβο και πάθος», η οποία επανεμφανίζεται κατά καιρούς (εμφανώς με μικρότερη συχνότητα την τελευταία πενταετία), αλλά δεν οδηγεί ποτέ στη λύτρωση, δηλαδή στην πλήρη εξάλειψη της βίας στους πανεπιστημιακούς χώρους.

Και επειδή η διαχείριση αυτού του θέματος από μέρους των εκάστοτε κυβερνήσεων εμπεριέχει και ένα έντονο βαθμό «υποκρισίας», η όλη κατάσταση μου θυμίζει αυτό που έλεγε ο Σαίξπηρ για το νόημα της ζωής.

Τι είναι η ζωή; «Ένα παραμύθι ιστορημένο από χαζό με θόρυβο και πάθος και ωστόσο δίχως νόημα» (A tale told by an idiot , full of sound and fury signifying nothing).

Και αναφέρομαι σε αυτή τη σαιξπηρική αναφορά, γιατί η υπόθεση της ανομίας στα Πανεπιστήμια φαίνεται ότι προβάλλεται στη δημόσια σφαίρα (χωρίς ωστόσο να έχει κάποιο δημιουργικό νόημα, αφού και η ελληνική κοινωνία την έχει «βαρεθεί» επί 40 χρόνια).

Και για το λόγο τούτο θα ήθελα να διατυπώσω ορισμένες σύντομες παρατηρήσεις (ενόψει και του βίαιου περιστατικού που συνέβη πρόσφατα στη Νομική Σχολή Αθηνών).

Δεν χρειαζόμαστε σήμερα καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της βίας στα Πανεπιστήμια. Γιατί το λέω αυτό;

Γιατί ο ν. 4957/2022 που εξακολουθεί να ισχύει, ορίζει σαφώς ότι «εντός των χώρων των ΑΕΙ οι δημόσιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόμο αρμοδιότητες τους, συμπεριλαμβανόμενης της επέμβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων».

Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια; Ότι αν διαπραχθεί μια ανθρωποκτονία ή μια βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη εντός των πανεπιστημιακών χώρων (δηλαδή ένα κακούργημα), τότε οι Εισαγγελικές αρχές και η αστυνομία μπορούν να παρέμβουν (αρκεί βεβαίως να έχουν πληροφορηθεί ότι έλαβε χώρα ένα έγκλημά).

Επίσης, όταν καταλαμβάνεται μια Σχολή (παρά την αντίθεση των Πανεπιστημιακών αρχών) και τελείται η παράνομη πράξη του άρθρου 168 του Ποινικού Κώδικα και πάλι η Αστυνομία είναι δυνατό να παρέμβει (αφού θεωρείται πλέον ως έγκλημα κατά της Πολιτειακής εξουσίας και διώκεται αυτεπαγγέλτως).

Άρα σε σχέση με το ζήτημα της παρέμβασης των δημόσιων δυνάμεων, όταν τελούνται αξιόποινες πράξεις στα Πανεπιστήμια, το νομοθετικό οπλοστάσιο είναι επαρκέστατο.
Επιπλέον, είχε ψηφιστεί και ένας ειδικός νόμος για τις λεγόμενες (αστυνομικές) «ομάδες προστασίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων». Ποιες είναι αυτές;

Είναι αυτές οι οποίες είχαν προβλεφθεί με το ν. 4777/2021. Και το κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής:

Τι έγινε τελικά με αυτή την «ειδική αστυνομική δύναμη» που θα προστάτευε τα Πανεπιστήμια;

Σχεδόν τίποτε κατά τη γνώμη μου.

Έτσι, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν ορισμένοι ελάχιστοι αστυνομικοί (με ξεχωριστή μάλιστα ενδυμασία για να διακρίνονται από την υπόλοιπη Αστυνομία), αλλά μετά από λίγο χρονικό διάστημα είχαν εξαφανιστεί και αυτοί «από προσώπου γης».

Να χάνουν τη φοιτητική τους ιδιότητα, όσοι συλλαμβάνονται να καταστρέφουν την πανεπιστημιακή περιουσία

Σε ό,τι αφορά τώρα την πρόταση της Υπουργού Παιδείας, δηλαδή να χάνουν τη φοιτητική τους ιδιότητα όσοι συλλαμβάνονται να καταστρέφουν την πανεπιστημιακή περιουσία θα ήθελα να αναφέρω τα εξής πράγματα:

Θα συμφωνούσα με αυτή την πρόταση (που δεν είναι καινούργια) υπό ορισμένες σοβαρές δικονομικές προϋποθέσεις. Ποιες είναι αυτές;

Καταρχήν είναι γνωστό, ότι οι περισσότεροι οι οποίοι συλλαμβάνονται δεν είναι φοιτητές (και απορεί κανείς γιατί η Αστυνομία επί τόσες δεκαετίες δεν μπόρεσε να διενεργήσει μια στοιχειώδη χαρτογράφηση των εγκληματικών οργανώσεων οι οποίες «περιβάλλουν» τα ελληνικά πανεπιστήμια)!

Έπειτα, όσοι έχουν στοιχειώδεις γνώσεις Ποινικής Δικονομίας γνωρίζουν το ακόλουθο μέγεθος:

Δηλαδή, ότι η σύλληψη ενός ατόμου, είτε με ένταλμα του ανακριτή ( άρθρο 270 παρ.2 ΚΠΔ), είτε στο πλαίσιο της αυτόφωρης διαδικασίας (275 παρ.1 ΚΠΔ) δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι ο συλληφθείς είναι ένοχος για το έγκλημα το οποίο συνελήφθη.

Αυτό θα το αποφασίσει αργότερα το αρμόδιο δικαστήριο.

Υπό την έννοια τούτη μόνο εάν υπάρχει αμετάκλητη καταδίκη για το αδίκημα της φθοράς (πανεπιστημιακής) περιουσίας θα είναι δυνατό, κατά τη γνώμη μου, να στερηθεί ένα άτομο της φοιτητικής του ιδιότητας.

Διαφορετικά θα υπάρχει πρόσκρουση με πολλές θεμελιώδεις αρχές, όπως είναι το τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 71 ΚΠΔ), οι οποίες έχουν εφαρμογή και στο πλαίσιο του πειθαρχικού δικαίου.

Έχουμε πολλούς νόμους που δεν εφαρμόζονται

Επομένως, έχουμε αρκετούς νόμους για να καταπολεμηθεί η βία στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και δε χρειαζόμαστε τίποτε άλλο σε νομοθετικό επίπεδο. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο, μάλλον κατά τη γνώμη μου μιλάει για «ένα μύθο… δίχως νόημα» (για να θυμηθώ και πάλι το παραπάνω σαιξπηρικό απόσπασμα).

Και για αυτό δεν μπορώ να κατανοήσω ειλικρινά, για ποιο λόγο και ο σημερινός Πρωθυπουργός έχει υιοθετήσει αυτό το μύθο.

Το πρόβλημα, βεβαίως, είναι η εφαρμογή των ανωτέρω θεσμικών ρυθμίσεων είτε από τις Πρυτανικές και τις Εισαγγελικές αρχές, είτε από την Αστυνομία. Και εδώ υπάρχει σίγουρα ένα πρόβλημα.
Υπό το πρίσμα αυτό δεν έχει καμία σημασία να ψηφίζονται από την Ελληνική Βουλή νόμοι οι οποίοι ή δεν εφαρμόζονται καθόλου ή εφαρμόζονται σε μερικό βαθμό και επιλεκτικά! Για ποιο λόγο;

Γιατί αυτό το φαινόμενο υπονομεύει θανάσιμα την εμπιστοσύνη του πολίτη προς το κράτος Δικαίου το οποίο υφίσταται στη χώρα μας. Επομένως, το rule of law καλό θα είναι να μην το επικαλούνται κάποιοι εντελώς θεωρητικά (ιδίως εκπρόσωποι του Τύπου) οι οποίοι δεν έχουν ιδέα του τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.

Τα βίαια περιστατικά στα Πανεπιστήμια έχουν την τελευταία πενταετία μειωθεί αρκετά

Μέσα στο πλαίσιο αυτό όλοι καταδικάζουμε το αιματηρό και απεχθές περιστατικό το οποίο συνέβη πριν από λίγες ημέρες στη Νομική Σχολή Αθηνών, όπου κάποιοι «κουκουλοφόροι» κτύπησαν ένα μεταπτυχιακό φοιτητή, γιατί προφανώς δεν ήθελαν να ακούσουν ορισμένες απόψεις (διαφορετικές από τις δικές τους).

Και αυτό, γιατί όπως έλεγε και ο Γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ντερριντά , το όνομα του Πανεπιστήμιου (το οποίο λειτουργεί χωρίς λογοκρισία και «άνευ όρων» ) είναι δυνατό να το επικαλούμαστε , μόνο όταν στους κόλπους του υποστηρίζονται και λέγονται τα πάντα, ακόμη και με τη μορφή της μυθοπλασίας (« Το πανεπιστήμιο άνευ όρων»).

Πάντως, πάνω στο επίπεδο αυτό υπάρχει ένα σαφές ιστορικό δεδομένο. Ποιο; Την τελευταία πενταετία έχουν μειωθεί αρκετά τα περιστατικά βίας και αυτό είναι ένα θετικό μέγεθος, γιατί συνιστά τεράστια πολιτισμική καθυστέρηση να μιλούμε για αυτό το φαινόμενο, όταν βρισκόμαστε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης!

Και όταν μάλιστα τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα παρέχουν πολύ καλές γνώσεις!

Ειδικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο μετά την κατάληψη της κεντρικής Διοίκησης πριν από μερικά χρόνια (και το γνωστό ζήτημα με τη βιβλιοθήκη της Σχολής θετικών Επιστημών) δεν έχουμε βιώσει βίαιες δραστηριότητες (ή «σπασίματα» αυτοκινήτων τα οποία βλέπαμε παλαιότερα πολύ συχνά).

Η απαράδεκτη υποχρηματοδότηση από την Πολιτεία

Και υπό την έννοια αυτή το μεγαλύτερο πρόβλημα των Ελληνικών Δημόσιων Πανεπιστήμων είναι σήμερα, κατά τη γνώμη μου, η απαράδεκτη και ακατανόητη υποχρηματοδότηση τους. Και θα αναφέρω ένα μόνο απλό παράδειγμα για να κατανοήσουν όλοι τι εννοώ.

Έτσι, η Πολιτεία απαιτεί για να διοριστεί κάποιος στην εισαγωγική βαθμιδα του Επίκουρου Καθηγητή να έχει διδακτορικό, μια μονογραφία (πέραν του διδακτορικού) , πολλαπλές δημοσιεύσεις, τριετή διδασκαλία και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.

Και όλα αυτά για να του δώσει στο τέλος το Ελληνικό κράτος ένα μισθό από 1.200 έως 1.300 ευρώ.

Εάν αυτό δε λέγεται εξαθλίωση της πνευματικής εργασίας, τότε τι άλλο είναι;

Και είναι σαφές, ότι κάτω από τέτοιους όρους οι νέοι άνθρωποι δεν θα «γοητευθούν» ποτέ, ώστε να αφιερώσουν τη ζωή τους στην έρευνα και τη μελέτη (για να έχει η χώρα μας ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό της με άλλα κράτη)!

Το συμπέρασμα;

Όλοι καταδικάζουμε μετά βδελυγμίας αυτό που συνέβη στη Νομική Σχολή Αθηνών. Επιπλέον, έχουμε πολλούς νόμους για την αντιμετώπιση της βίας στα Πανεπιστήμια οι οποίοι δεν εφαρμόζονται και είναι υποκρισία να συνηγορεί κανείς υπερ καινούργιων ρυθμίσεων.

Σε κάθε περίπτωση, τα βίαια περιστατικά έχουν μειωθεί αρκετά την τελευταία πενταετία και το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ακατανόητη υποχρηματοδότηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων!

*Ο κ. Καλφέλης Γρηγόρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής στο ΑΠΘ (kalfelis@law.auth.gr)

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version