Ιρλανδία: Στις κάλπες για τις βουλευτικές εκλογές

Ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ διακυβεύει το μέλλον του στις σημερινές βουλευτικές εκλογές

Ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ διακυβεύει το μέλλον του στις σημερινές βουλευτικές εκλογές που αναμένονται δύσκολες έπειτα από μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία κυριάρχησαν τα εσωτερικά θέματα αφήνοντας πίσω το Brexit.

Οι περισσότεροι Ιρλανδοί εκλογείς ψηφίζουν σήμερα από τις 7.00 τοπική ώρα. Μια δημοσκόπηση εξόδου από την κάλπη αναμένεται στις 22.00 μόλις κλείσουν τα εκλογικά τμήματα. Η καταμέτρηση θα αρχίσει αύριο, Κυριακή πρωί, και θα είναι μακρά, κυρίως λόγω του ιδιαίτερα περίπλοκου τρόπου ψηφοφορίας.

Μια εβδομάδα μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ιρλανδία και τα 4,9 εκατομμύρια των κατοίκων της βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Η χώρα είναι η μόνη στην Ευρωπαϊκή ‘Ενωση που μοιράζεται χερσαία σύνορα με τη γειτονική της Βρετανία και οι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών είναι στενοί.

Οι εμπορικές συνομιλίες με την ΕΕ πλησιάζουν, και θα επηρεάσουν πολύ το εμπόριο στο νησί της Ιρλανδίας. Ο Λίο Βαράντκαρ έδωσε έμφαση στον ρόλο του για τη διαμόρφωση μιας λύσης που αποτρέπει την επιστροφή σε ένα φυσικό σύνορο μεταξύ των δύο Ιρλανδιών στη συμφωνία του Brexit.

Η Βρετανία αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 31 Ιανουαρίου και το θέμα των ιρλανδο-βρετανικών συνόρων ήταν ένα από τα πιο ακανθώδη της συμφωνίας διαζυγίου μεταξύ του Λονδίνου και των Βρυξελλών. Το θέμα αυτό επανέφερε στη μνήμη τις τρείς δεκαετίες «Ταραχών» στο ‘Ολστερ, βρετανική επαρχία, μεταξύ Ρεπουμπλικανών (στην πλειονότητά τους Καθολικοί) και Ενωτικών (κυρίως Προτεστάντες), που άφησαν πίσω τους 3.500 νεκρούς.

Το γεγονός ότι πόνταρε στην εικόνα αυτή κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν «ένας κακός υπολογισμός» για τον Βαράντκαρ, εκτιμά ο ‘Οιν Ο΄Μάλι, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου. «Το πρόβλημα για τους περισσότερους ανθρώπους είναι ο χρόνος που περνούν στα μέσα μεταφοράς για να πάνε στη δουλειά, ότι δεν έχουν τα χρήματα να αγοράσουν το σπίτι τους και ότι μόλις που μπορούν να πληρώσουν το νοίκι».

Νέος (41 ετών), μιγάς, ομοφυλόφιλος, που ενσαρκώνει μια Ιρλανδία παλαιότερα βαθιά καθολική που εκσυγχρονίζεται, ο αρχηγός της κυβέρνησης βλέπει τη δημοτικότητά του να μειώνεται έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια στην εξουσία.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δόθηκε στη δημοσιότητα στις αρχές της εβδομάδας, το κόμμα του πρωθυπουργού, το Fine Gael, θα βρεθεί στην τρίτη θέση, λαμβάνοντας το 20% της πρόθεσης ψήφου. Θα επικρατήσει ο μεγάλος αντίπαλός του, το επίσης κεντροδεξιό Fianna Fail.

Μετά την ανεξαρτησία πριν από έναν αιώνα, το ιρλανδικό πολιτικό τοπίο κυριαρχείται από αυτά τα δύο κόμματα που κυβερνούν τη χώρα εναλλάξ ή σε συνασπισμό όπως σήμερα.

«Αιματηρό παρελθόν»

Η έκπληξη ήλθε από το Sinn Fein, την πρώην πολιτική βιτρίνα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA), που έρχεται πρώτο στη δημοσκόπηση λαμβάνοντας το 25% της πρόθεσης ψήφου. «Κανείς δεν είχε προβλέψει» δήλωσε ο Βαράντκαρ χθες, Παρασκευή.

Η πρόεδρος του Σιν Φέιν, Μέρι Λου Μακντόναλντ, θέλει δημοψήφισμα για την ενοποίηση της Ιρλανδίας με τη βόρεια βρετανική επαρχία σε πέντε χρόνια.

Και οι προτάσεις της για την κατασκευή κατοικιών, ένα από τα σημαντικότερα θέματα της εκστρατείας, βρίσκουν ιδιαίτερη απήχηση στους νέους και στους κατοίκους των αστικών κέντρων.

Αλλά στην πραγματικότητα, οι πιθανότητες να έρθει στην εξουσία η Μέρι Λου Μακντόναλντ μετά τις εκλογές είναι εξαιρετικά χαμηλές. Το εθνικιστικό αριστερό της κόμμα κατεβάζει μόνο 42 υποψηφίους για τις 160 έδρες στην κάτω βουλή του ιρλανδικού κοινοβουλίου, το Dail Eireann.

Επιπλέον, το Fine Gael όπως και το Fianna Fail αποκλείουν κάθε συμμαχία με ένα κόμμα με φαύλο παρελθόν, δεδομένων των δεσμών του με τον IRA, την παραστρατιωτική οργάνωση που αντιτίθεται στη βρετανική παρουσία στη Βόρεια Ιρλανδία.

Στο Κορκ χθες, ο Μάικλ Μάρτιν, αρχηγός του Fianna Fail, είπε ότι το Σιν Φέιν δεν έχει απαλλαγεί από το «αιματηρό παρελθόν» του. Παρουσίασε το πολιτικό του κόμμα ως το μόνο που μπορεί να ηγηθεί μιας νέας κυβέρνησης «μαζί με άλλα κόμματα όπως οι Πράσινοι ή οι Εργατικοί και άλλους κεντρώους πολιτικούς ηγέτες».

Μόλις γίνουν γνωστά τα επίσημα αποτελέσματα, θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού, εκτός κι αν ένα κόμμα καταφέρει να κερδίσει 80 έδρες, ένα απίθανο σενάριο.

Μετά τις τελευταίες εκλογές το 2016, χρειάστηκαν 70 ημέρες για να συμφωνήσουν τα δύο μεγάλα κόμματα στον σχηματισμό κυβέρνησης.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.