Ημερολόγιο και ευρωπαϊκή πίστη

Ο στόχος για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης εν μέσω π.χ. της παγκοσμιοποίησης δεν μπορεί να είναι άλλος από τη μετεξέλιξή της σε Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.

Ο στόχος για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης εν μέσω π.χ. της παγκοσμιοποίησης δεν μπορεί να είναι άλλος από τη μετεξέλιξή της σε Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Για την επίτευξή του βέβαια ο δρόμος που θα πρέπει να διανυθεί δεν προβλέπεται εύκολος. Οι περισσότερες, αν όχι όλες οι χώρες που απαρτίζουν σήμερα την ΕΕ, έχουν σημαντικό ιστορικό και πολιτιστικό παρελθόν, ενώ ανάμεσά τους ορισμένες υπήρξαν και παγκόσμιες δυνάμεις. Ενα τέτοιο «ένδοξο» ιστορικό δύσκολα παραμερίζεται και αποτελεί εμπόδιο στο μεγάλο εγχείρημα της «συνένωσης όλων των εθνών της Ευρώπης σε ένα σώμα και του μετασχηματισμού τους σε έναν λαό με μια ψυχή, μια θέληση, μια Βουλή». Πολύ περισσότερο στις μέρες μας στις οποίες λόγω του προσφυγικού προβλήματος και ορισμένων άλλων συγκυριών, υπάρχει έξαρση των εθνικιστικών κινημάτων.
Επειδή όμως οι δεσμοί των χωρών που απαρτίζουν την ΕΕ δεν είναι μόνο οικονομικής φύσης αλλά περιέχουν και θεμελιώδεις αρχές, αξίες και ιδανικά του λεγόμενου δυτικού πολιτισμού, επιβάλλεται να παραμεριστούν κοντόφθαλμες τοπικιστικές επιδιώξεις και να υποστηριχθούν ευρύτερες πολιτικές που θα βοηθούν στη διαμόρφωση μιας κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης. Αν αυτό επιτευχθεί, τότε θα έχουμε μια ΕΕ που, αν και θα αποτελείται από πολλά και διαφορετικά έθνη, οι πολίτες της θα προβάλλουν πρωτίστως την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα.
Ενα τέτοιο εγχείρημα δεν είναι παντελώς άγνωστο στον ευρωπαϊκό χώρο. Πριν από δύο περίπου χιλιετίες η πολυεθνική ρωμαϊκή αυτοκρατορία πέτυχε, για μεγάλο χρονικό διάστημα, την άμβλυνση των κάθε λογής εθνικών τάσεων και την επικράτηση μιας κοινής αλλά και περιζήτητης ταυτότητας, της ρωμαϊκής. Στους Ρωμαίους άλλωστε, όπως και στους αρχαίους Ελληνες που επηρέασαν αποφασιστικά τους πρώτους κυρίως σε ζητήματα πολιτισμού και επιστημών, οφείλουμε την πατρότητα αρκετών γνωρισμάτων που διακρίνουν τους λαούς της ΕΕ και τα οποία μπορούν να προσληφθούν ως κρίκοι της αλυσίδας που τους συνέχει άρρηκτα μεταξύ τους.
Εναν τέτοιο κρίκο αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, το ισχύον ημερολόγιο με το οποίο, λόγω των ημερών, θα ασχοληθώ διεξοδικότερα. Το ότι στις χώρες της ΕΕ ισχύει ένα κοινό ημερολόγιο, είναι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό αφού, εκτός των άλλων, διευκολύνει σημαντικά τους λαούς της στις μετακινήσεις και στις εμπορικές συναλλαγές τους. Οπως είναι γνωστό, ο βασικός πυρήνας του ημερολογίου αυτού, το οποίο ακολουθούν και άλλες χώρες ανά την υφήλιο, είναι έργο των Ρωμαίων, στους οποίους οφείλουμε και τις ονομασίες των μηνών. Την 1η Ιανουαρίου ως Πρωτοχρονιά την πρωτοσυναντούμε στη Ρώμη γύρω στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. Ηταν η μέρα κατά την οποία οι Ρωμαίοι γιόρταζαν μια παλιά τους θεότητα, τον Ιανό, τον θεό κάθε αρχής, γι’ αυτό και αυτοδίκαια έδωσε το όνομά του και σε ολόκληρο τον μήνα. Χαρακτηριστική είναι η απεικόνισή του με δύο πρόσωπα από τα οποία το ένα υποτίθεται ότι έβλεπε προς τη χρονιά που έσβηνε και το άλλο προς τη χρονιά που ερχόταν. Στις αρχές (καλένδες) του μήνα αυτού οι Ρωμαίοι εξέλεγαν και τους σημαντικότερους αξιωματούχους τους, όπως τους δύο υπάτους της χρονιάς, που κατά την εκλογή τους μοίραζαν χρήματα και ποικίλα δώρα στον λαό, ο οποίος γιόρταζε το γεγονός με εντυπωσιακές τελετές και διασκεδάσεις. Σε αυτές μάλιστα ορισμένοι ανάγουν την απαρχή των πρωτοχρονιάτικων δώρων και των καλάντων!
Το ισχύον ημερολόγιο οφείλεται κατά βάση στον Ιούλιο Καίσαρα ο οποίος, με τη βοήθεια του αλεξανδρινού αστρονόμου Σωσιγένους, έβαλε το 46 π.Χ. τάξη στο ακατάστατο έως τότε ημερολόγιο, αποδεσμεύοντάς το από την κίνηση της σελήνης. Το Ιουλιανό ημερολόγιο, με τη διόρθωση που έκανε σε αυτό λίγο αργότερα ο Αύγουστος, επεβλήθη αμέσως στον τότε γνωστό κόσμο. Στην επικράτησή του βοήθησε αργότερα και ο χριστιανισμός, καθώς ενσωμάτωσε σε αυτό το εορτολόγιο της νέας θρησκείας, η οποία ωστόσο αντιστάθηκε σφόδρα στη διατήρηση της 1ης Ιανουαρίου ως Πρωτοχρονιάς, εξαιτίας προφανώς της εορτής του Ιανού και των άλλων παγανιστικών εκδηλώσεων που τη συνόδευαν. Την Πρωτοχρονιά αυτή την θεωρούσε αρχαίαν πλάνην και απειλούσε όσους συμμετείχαν στον εορτασμό της με αναθέματα και αφορισμούς. Ετσι για μεγάλα χρονικά διαστήματα τα ευρωπαϊκά χριστιανικά κράτη ως Πρωτοχρονιά γιόρταζαν άλλες μέρες του χρόνου, από τις οποίες συχνότερες ήταν η 1η και η 25η Μαρτίου.
Στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη η Πρωτοχρονιά γιορταζόταν την 1η Σεπτεμβρίου (ήταν η αρχή και του εκκλησιαστικού έτους), σε Ισπανία, Γερμανία κ.α. την 25η Δεκεμβρίου, στη Γαλλία για κάποιο διάστημα την 1η Απριλίου. Ηταν ωστόσο τόσο βαθιά ριζωμένη στις συνειδήσεις των ανθρώπων η 1η Ιανουαρίου ως Πρωτοχρονιά ώστε ευρωπαϊκά κράτη από το πρώτο μισό του 16ου αι., όπως π.χ. η Βενετία, η Σουηδία, η Γερμανία, άρχισαν να την καθιερώνουν επίσημα. Ο Μεσαίωνας είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Ετσι ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ’ το 1582 μαζί με την εισαγωγή του λεγόμενου Γρηγοριανού ημερολογίου (πρόκειται για το ημερολόγιο που προέκυψε από τη διόρθωση που έγινε στο Ιουλιανό), νομιμοποιεί και τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιανουαρίου για τους χριστιανούς.
To ρωμαϊκό ημερολόγιο που μας κληροδότησαν οι Ρωμαίοι σίγουρα αποτελεί σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα που συνέχει σήμερα τις χώρες της ΕΕ. Ωστόσο στην αλυσίδα αυτή θα πρέπει να προστεθούν και πολλοί άλλοι κρίκοι. Κύριο μέλημα των ευρωπαίων ηγετών θα πρέπει να είναι οι λαοί τους να αποκτούν, από τη σχολική ηλικία, το αίσθημα μιας κοινής ευρωπαϊκής πατρίδας. Ο Boris Johnson, ο νυν βρετανός υπουργός Εξωτερικών και ένας εκ των πρωτεργατών του Brexit, τους συμβούλευε, πριν από δέκα περίπου χρόνια, να φροντίζουν ώστε κάθε παιδί της Ευρώπης έως τα 16 χρόνια του να έχει διαβάσει το 4ο βιβλίο της Αινειάδος του Βιργιλίου. Τέτοιες πρωτοβουλίες μαζί με άλλες, όπως π.χ. η θέσπιση ευρωπαϊκού εθνικού ύμνου (στη Συνθήκη της Ρώμης του 2004 ως τέτοιος είχε προταθεί η Ενάτη συμφωνία του Μπετόβεν), θα βοηθούσαν καίρια στη διάπλαση και διαμόρφωση μιας κοινής κουλτούρας, μιας κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης. Η επιτυχία του εγχειρήματος αυτού θα έχει ως αποτέλεσμα τα αγάλματα του Αρμίνιους στο Detmold της Γερμανίας, του Αμπιορίξ στο Tongern του Βελγίου, του Ελ Σιντ στο Burgos της Ισπανίας, του Καρόλου ΙΒ’ στη Στοκχόλμη, του Γκαριμπάλντι σε πόλεις της Ιταλίας και διάφορα άλλα, να εκπέμπουν μηνύματα πρωτίστως ευρωπαϊκά και δευτερευόντως εθνικά.
Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι ακαδημαϊκός, ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.