Προς λύση στο Σκοπιανό με επιστροφή στο «πακέτο Πινέιρο»

Η νέα προσπάθεια επίλυσης του Σκοπιανού ξεκίνησε επίσημα την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες με τη συνάντηση του αειθαλούς Μάθιου Νίμιτς με τους διαπραγματευτές της Ελλάδας και την πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Η διαδικασία υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών είχε επί τουλάχιστον δύο χρόνια παγώσει, αλλά πλέον οι ενδιαφερόμενες πλευρές έχουν ορίσει το 2018 ως έτος-κλειδί εντός του οποίου θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση σε ένα πρόβλημα που παραμένει ανεπίλυτο επί σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Η νέα προσπάθεια επίλυσης του Σκοπιανού ξεκίνησε επίσημα την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες με τη συνάντηση του αειθαλούς Μάθιου Νίμιτς με τους διαπραγματευτές της Ελλάδας και την πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Η διαδικασία υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών είχε επί τουλάχιστον δύο χρόνια παγώσει, αλλά πλέον οι ενδιαφερόμενες πλευρές έχουν ορίσει το 2018 ως έτος-κλειδί εντός του οποίου θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση σε ένα πρόβλημα που παραμένει ανεπίλυτο επί σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Πιέσεις και γεωστρατηγική

Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου 2018 στις Βρυξέλλες «έχει κυκλωθεί» στο ημερολόγιο των δύο κυβερνήσεων ως κομβικό χρονικό σημείο, χωρίς να σημαίνει αναγκαστικά ότι είναι και το καταληκτικό. Η επιθυμία όμως των Σκοπίων, αλλά και τρίτων παικτών όπως Αμερικανών και Γερμανών, να προωθηθεί η είσοδος της πΓΔΜ στην Ατλαντική Συμμαχία διαμορφώνει ένα περιβάλλον ελαφράς –προς το παρόν –πίεσης προς την Αθήνα που θα ήθελε πάντως να βρει μια λύση που θα επιτρέψει την επικέντρωσή της προς την απειλή εξ Ανατολών. Σε επίπεδο ΝΑΤΟ πάντως υπάρχει αυξημένη κινητικότητα σε όλο το μέτωπο των Δυτικών Βαλκανίων προκειμένου «να σφραγιστεί στρατηγικά» η περιοχή προς όφελος των δυτικών συμφερόντων. Ωστόσο, θα πρέπει να αναμένει κανείς τους επόμενους δύο με τρεις μήνες ώστε να διαφανούν τα περιθώρια σύγκλισης. Το διάστημα Ιανουαρίου – Μαρτίου θα είναι, όπως φαίνεται, καθοριστικό καθώς θα πραγματοποιηθούν νέες συναντήσεις των διαπραγματευτών με τον κ. Νίμιτς στη Νέα Υόρκη.
Στο παρασκήνιο, το όνομα «Νέα Μακεδονία» διακινείται εδώ και αρκετό καιρό από ορισμένες πλευρές ως μία πιθανή συμβιβαστική λύση. Πρόκειται για ένα σενάριο που αν επιβεβαιωθεί, θα συνιστά μια βαθιά ιστορική ειρωνεία. Και τούτο διότι ήταν ακριβώς αυτό το όνομα που η Αθήνα είχε απορρίψει το 1992 στο πλαίσιο του «πακέτου Πινέιρο» (είχε λάβει το όνομά του από τον πορτογάλο τότε υπουργό Εξωτερικών και προεδρεύοντα του Συμβουλίου Υπουργών της ΕΟΚ που το είχε εμπνευστεί), κίνηση που έχει έκτοτε χαρακτηριστεί ως μια «μεγάλη χαμένη ευκαιρία».
Οπως προέκυψε από τα όσα δημοσιοποιήθηκαν από τη συνάντηση του ειδικού απεσταλμένου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ με τον έλληνα διαπραγματευτή πρέσβη ε.τ. Αδαμάντιο Βασιλάκη και τον σκοπιανό ομόλογό του Βάσκο Ναουμόσκι, η πρώτη επαφή επικεντρώθηκε σε θέματα μεθοδολογίας. Αλλωστε, όπως παραδέχθηκε ο κ. Νίμιτς, «έπειτα από τόσα χρόνια, κανένα νέο μαγικό όνομα δεν μπορεί ξαφνικά να εμφανιστεί από πουθενά και να λύσει το ζήτημα. Η λύση θα βρεθεί με πολιτική βούληση και καλή διπλωματία».
Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς και Νίκολα Ντιμιτρόφ, έχουν αποφασίσει να διατηρούν στενή εποπτεία επί της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτόν έχουν μάλιστα τοποθετήσει πρόσωπα της απολύτου εμπιστοσύνης τους στο πλευρό των διαπραγματευτών. Η ενεργός ανάμειξη των δύο υπουργών και η διαφαινόμενη επιθυμία για την πραγματοποίηση ακόμη και συνάντησης μεταξύ των δύο πρωθυπουργών, των κ.κ. Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν καταδεικνύουν ότι η πολιτική βούληση για επίλυση είναι παρούσα. Ο κ. Ντιμιτρόφ έχει επιπλέον χειριστεί το θέμα από διάφορες θέσεις καθώς στο παρελθόν υπήρξε διαπραγματευτής, ενώ και ο κ. Κοτζιάς προφανώς θα θυμάται την απόπειρα επίλυσης του θέματος επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη, όταν ο ίδιος ήταν σύμβουλος του τότε υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Παπανδρέου. Τότε, το 2001, οι δύο χώρες είχαν φθάσει πολύ κοντά στη λύση, αλλά ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στην πΓΔΜ δεν επέτρεψε μια ευτυχή κατάληξη.
Υπάρχουν φυσικά και άλλες παράμετροι που πρέπει να προσμετρηθούν στην εξίσωση του ονοματολογικού. Ο κυριότερος αφορά στο «πάρε-δώσε» που θα γίνει ανάμεσα στα «συστατικά» μιας λύσης και τα οποία είναι γνωστά. Πρόκειται για τον προσδιορισμό που θα επιλεγεί, το πού θα τοποθετηθεί στο όνομα, το εύρος χρήσης, τα παράγωγα και φυσικά η ταυτότητα και η γλώσσα της πΓΔΜ. Εμπειροι παρατηρητές αναφέρουν ότι εσχάτως έχει εξαφανιστεί από τη γλώσσα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση η έννοια του γεωγραφικού προσδιορισμού και σε συνδυασμό με τη φημολογία περί «Νέας Μακεδονίας» πολλοί σπεύδουν να προκαταλάβουν ότι ο πυρήνας του θέματος έχει λυθεί.
Τα ευαίσθητα ζητήματα
Το σημείο-κλειδί για την Αθήνα όμως βρίσκεται στην έκταση του εύρους χρήσης, ώστε τουλάχιστον σε διεθνές επίπεδο ο αριθμός των κρατών που θα αναγνωρίσουν τη γειτονική χώρα με τη νέα ονομασία να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερος. Επιπλέον, το ζήτημα της ταυτότητας και της γλώσσας θεωρείται κρίσιμο από τη σκοπιανή πλευρά. Διπλωματικές πηγές της πΓΔΜ έλεγαν ότι ιδιαίτερα στο θέμα της γλώσσας η θέση της χώρας είναι ισχυρή και σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών. Στο δε θέμα της ταυτότητας, το μείζον ζήτημα για την Αθήνα είναι να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει στο μέλλον εκδήλωση αλυτρωτικών τάσεων. Αν βρεθεί τρόπος να ικανοποιηθεί η ευαισθησία της Αθήνας στο ζήτημα αυτό, οι ελπίδες για λύση θα αυξηθούν σημαντικά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.