ΝΑΤΟ και Αθήνα ανησυχούν για τους S-400

Η απόφαση της Αγκυρας να προχωρήσει στην αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400, καταβάλλοντας μάλιστα και προκαταβολή όπως ανακοίνωσε ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν

Η απόφαση της Αγκυρας να προχωρήσει στην αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400, καταβάλλοντας μάλιστα και προκαταβολή όπως ανακοίνωσε ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είναι το τελευταίο επεισόδιο στο σίριαλ της ψύχρανσης των σχέσεων της γειτονικής χώρας με τη Δύση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η είδηση έχει προκαλέσει έντονη ενόχληση σε δυτικούς κύκλους, τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στην έδρα του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, ανάλογος προβληματισμός υπάρχει στην Αθήνα. Οπως είχε εγκαίρως επισημάνει «Το Βήμα», ανώτατοι επιτελείς του υπουργείου Εθνικής Αμυνας έχουν εκφράσει την ανησυχία ότι η απόκτηση των S-400 από την Αγκυρα, σε συνδυασμό με την προμήθεια ως και 100 υπερσύγχρονων αεροσκαφών F-35, θα μεταβάλουν άρδην την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο τα επόμενα χρόνια. Για τον λόγο αυτόν έχουν ήδη γίνει κρούσεις προς την Ουάσιγκτον για το ενδεχόμενο αναβάθμισης του αμερικανικού αντιπυραυλικού συστήματος Patriot.
Οι δίαυλοι επικοινωνίας
Η ανησυχία στην Αθήνα για την απόκλιση των θέσεων και απόψεων της Αγκυρας με τη Δύση απασχολεί κυβερνητικούς παράγοντες αλλά και υψηλόβαθμα στελέχη στα αρμόδια υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας. Η γραμμή που ακολουθεί η κυβέρνηση δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνη των προκατόχων της. Στις συζητήσεις που διεξήχθησαν πρόσφατα στις Βρυξέλλες σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων της ΕΕ, όπου έλαβε χώρα και εκτενής ενημέρωση από τον επικεφαλής της αντιπροσωπείας της ΕΕ στην Τουρκία, τον αυστριακό διπλωμάτη Κρίστιαν Μπέργκερ, ο έλληνας αντιπρόσωπος τάχθηκε υπέρ της διατήρησης ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με την Αγκυρα και δεν ήταν ο μόνος. Ο γερμανός ομόλογός του επανέλαβε την προσφάτως διατυπωθείσα από την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ θέση ότι στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου πρέπει να γίνει μία «στρατηγική συζήτηση» για τις σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας, αλλά επέμεινε ότι η Γερμανία κινείται προς το παρόν στη γραμμή της πρόσφατης επιστολής του υπουργού Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ περί άσκησης οικονομικής πίεσης προς την Τουρκία να αποφύγει περαιτέρω κινήσεις που θέτουν υπό αμφισβήτηση το κράτος δικαίου. Η οριστική διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων δεν είναι ένα σενάριο που ενθουσιάζει τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών-μελών.
Αναφορικά με τους S-400, αξιωματούχος της Ατλαντικής Συμμαχίας δήλωσε τις προηγούμενες ημέρες ότι το ΝΑΤΟ δεν είχε ενημερωθεί για την κίνηση της τουρκικής πλευράς να δώσει προκαταβολή για την προμήθεια του συστήματος.
Επεσήμανε δε ότι αυτό που ενδιαφέρει τη Συμμαχία είναι τα συστήματα που προμηθεύονται τα κράτη-μέλη να μπορούν να εντάσσονται, επιχειρησιακά, στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα (interoperability). Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η Τουρκία δεν είναι η μοναδική χώρα που επιδιώκει να προμηθευτεί ρωσικά αμυντικά συστήματα. Υπενθυμίζεται ότι η χώρα μας διαθέτει το αντιπυραυλικό σύστημα S-300 (είναι γνωστή η επεισοδιακή και μυστική μεταφορά του από την Κύπρο που αρχικώς το είχε παραγγείλει στην Κρήτη, το 1999), ενώ επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή είχε επιχειρηθεί η προμήθεια τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης από τη Ρωσία, μία συμφωνία που τελικώς δεν προχώρησε. Στο ελληνικό οπλοστάσιο υπάρχει επίσης το αντιαεροπορικό σύστημα TOR M-1.

Η ελληνική αεράμυνα
Οι S-300 παρέμειναν ανενεργοί στην Κρήτη για πολλά χρόνια και η πρώτη δοκιμαστική βολή τους πραγματοποιήθηκε σχετικά πρόσφατα. Επιπλέον, στο ελληνικό Πεντάγωνο κρίνεται απαραίτητη η διατήρηση του συστήματος αυτού σε καλή κατάσταση ώστε να διασφαλίζεται το επίπεδο της ελληνικής αεράμυνας στο Αιγαίο. Για τον λόγο αυτόν, όπως «Το Βήμα» είναι σε θέση να γνωρίζει, αυτές τις ημέρες ολοκληρώνονται οι προετοιμασίες ώστε δύο βλήματα των S-300 να μεταφερθούν στη Ρωσία για να ελεγχθεί κατά πόσο μπορεί να πιστοποιηθεί η επέκταση του χρόνου ζωής τους. Το ζήτημα αυτό κρίνεται ως ιδιαίτερα ευαίσθητο και η διαχείρισή του έγινε με άκρα μυστικότητα από τα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας, σε συνδυασμό με το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων.
Προβληματίζει η φιλορωσική στροφή της Αγκυρας
Ο προβληματισμός δυτικών κύκλων για τη φιλορωσική στροφή της Αγκυρας την τελευταία διετία είναι έκδηλος. Ιδιαίτερα στο μέτωπο των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, η απόφαση της Ουάσιγκτον να στηρίξει με βαρέα όπλα τους Κούρδους της Συρίας στη μάχη για την κατάληψη της πρωτεύουσας του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, της Ράκα, έχει προκαλέσει εντονότατο εκνευρισμό στον πρόεδρο Ερντογάν.
Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με το προγραμματιζόμενο δημοψήφισμα στο ιρακινό Κουρδιστάν για την ανεξαρτησία της περιοχής και τη δημόσια τοποθέτηση μιας χώρας όπως το Ισραήλ υπέρ της δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, κινητοποιεί την Αγκυρα στην αναζήτηση συμμάχων.
Η Ρωσία μοιάζει για τον πρόεδρο Ερντογάν ένας χρήσιμος σύμμαχος, αν και η ιστορική λυκοφιλία των δύο χωρών δύσκολα θα επιτρέψει τη βιωσιμότητα αυτής της συνεργασίας. Ωστόσο, η απόφαση για τους S-400 μπορεί να οφείλεται και σε άλλους λόγους. Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονείται ότι το εν λόγω σύστημα, όπως αναφέρει πρόσφατη ανάλυση του τουρκικού ινστιτούτου EDAM, δεν έχει δοκιμαστεί σε συνθήκες μάχης. Στην ίδια ανάλυση επισημαίνεται ότι το σύστημα αυτό θα μπορούσε να καλύψει τα κενά που έχουν δημιουργηθεί στην τουρκική Πολεμική Αεροπορία εξαιτίας των εκκαθαρίσεων που ακολούθησαν την απόπειρα πραξικοπήματος. Και φυσικά, η πιθανή μεταφορά τεχνογνωσίας στην τουρκική αμυντική βιομηχανία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αμελητέο όφελος για την Αγκυρα.
Από μια ευρύτερη οπτική, το μείζον πρόβλημα για τις σχέσεις Δύσης – Αγκυρας, όπως το παρουσίασε σε πρόσφατη κατάθεσή του στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας ο γνωστός αμερικανός αναλυτής Στίβεν Κουκ, είναι ότι η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι θα παραμείνει μέλος του ΝΑΤΟ, δεν θα λειτουργεί ως εταίρος για τα επόμενα χρόνια. Στην ίδια Επιτροπή η Αμάντα Σλόουτ, πρώην στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σημείωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση γενικότερα δεν θα πρέπει να κόψουν τις γέφυρες με την Αγκυρα, παρά την ψύχρανση των σχέσεων λόγω της στάσης Ερντογάν, καθώς ο κίνδυνος είναι η περαιτέρω προσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Ιράν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.