Με μια σαφή προειδοποίηση προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν είναι διατεθειμένη να νομιμοποιήσει ως Πρόεδρος της Βουλής διαδικασίες που καθιστούν το κοινοβούλιο διακοσμητικό, αντέδρασε η Ζωή Κωνσταντοπούλου κατά την συζήτηση στις συναρμόδιες επιτροπές του δεύτερου πακέτου προαπαιτούμενων μέτρων. Ωστόσο, δεν διευκρίνισε τι ακριβώς προτίθεται να πράξει. Ήδη έστειλε επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλο και τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα με την οποία τους επισημαίνει πως «αποτελεί θεσμική μου ευθύνη να τονίσω ότι υπό τις συνθήκες που εισάγεται αυτό το νομοσχέδιο δεν παραμένει καμία εγγύησης τήρησης του Συντάγματος, θωράκισης της Δημοκρατίας και άσκησης της νομοθετικής λειτουργίας της Βουλής». Αφού όπως επισήμανε «υπό καθεστώς εξώφθαλμου εκβιασμού εισάγεται με έλλειψη δυνατότητας τροποποίησης ένα νομοθέτημα με το οποίο επιχειρείται μείζον παρέμβαση στην λειτουργία της Δημοκρατίας κατά τρόπο που καταλύει την λειτουργία της Δικαιοσύνης και της διάκρισης των εξουσιών και της διαφύλαξης της αρχής της δίκαιης δίκης».
Μάλιστα η κυρία Κωνσταντοπούλου τόνισε ότι στο πλαίσιο αυτό «εξαναγκάζονται να εισαγάγουν το νομοσχέδιο υπουργοί που δεν συμμερίζονται το περιεχόμενό του», όπως ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος που στην αρχή της συνεδρίασης είχε δηλώσει ότι διαφωνεί με διατάξεις του νομοσχεδίου για τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ωστόσο εισηγείται την ψήφισή του ενώπιον της απειλής της άτακτης χρεοκοπίας. «Υπό την ευθεία απειλή άτακτης χρεοκοπίας αποκαλύπτουν ότι με αυτό το ν/σ που επέλεξαν οι κυβερνήσεις ξένων κρατών, επιχειρείται η ολοκλήρωση μιας εκτροπής», είπε η Πρόεδρος της Βουλής καταγγέλλοντας ότι με το παρόν νομοθέτημα «επιχειρείται η υπονόμευση της λειτουργίας της Δημοκρατίας».
Επιστολή προς ομολόγους της
Και δήλωσε: «Θεωρώ θεσμική υποχρέωση να αντιδράσω και να ζητήσω (με επιστολή) από τους ομολόγους μου των άλλων ευρωπαϊκών κοινοβουλίων να αντιδράσουν και να πάρουν θέση απέναντι σε αυτή την εκτροπή». Μάλιστα ζητεί και από τους κκ. Παυλόπουλο και Τσίπρα «να ενημερώσουν τους ομολόγους τους για τις συνθήκες υπό τις οποίες εισάγεται καταναγκαστικά και εξαναγκαστικά προς ψήφιση».
«Είναι πρόδηλο πως κανείς στην Κ.Ο. δεν προσυπογράφει τις διατάξεις του ν/σ γιατί ρητώς είχε αντιταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στο ίδιο νομοθέτημα, που με ειρωνικό τρόπο εισάγεται πανομοιότυπο και με ανατριχιαστικό τρόπο επισπεύδεται από τους δανειστές», ανέφερε η Πρόεδρος υπογραμμίζοντας ότι «όπως επιχειρούν να μετατρέψουν το ΄΄όχι΄΄ σε ΄΄ναι΄΄, έτσι επιχειρούν να μετατρέψουν το 93,12% του ΄΄όχι΄΄ των δικηγόρων που καταγράφηκε με πανελλαδικό δημοψήφισμα σε ΄΄ναι΄΄», σημείωσε η κυρία Κωνσταντοπούλου και πρόσθεσε πως «είναι απολύτως συμβολικές αυτές οι κινήσεις απαξίωσης της δημοκρατικής έκφρασης ώστε δεν καταλείπει την παραμικρή αμφιβολία ότι το μήνυμα που επιδιώκεται να εκπεμφθεί είναι ότι είναι ανώφελες οι δημοκρατικές διαδικασίες». Μάλιστα έκανε λόγο για «δηλητηριώδες μήνυμα» το οποίο, όπως τόνισε, «η αριστερά δεν πρέπει να επιτρέψει να εκπεμφθεί και να διαχυθεί».
Η κυρία Κωνσταντοπούλου κατήγγειλε ακόμα ότι «μέσα από εκβιασμό επιχειρείται να ισοπεδωθεί η κυβέρνηση και οι κοινοβουλευτικές ομάδες» και ότι «αμφισβητείται ξεκάθαρα η Δημοκρατία στη χώρα μας». «Αν μπορούσα να εξέδιδα και μια σφραγίδα που να λέει ΄΄Βουλή των Ελλήνων΄΄ να τους την δώσουμε να επικυρώνουν τα φιρμάνια τους», είπε για τους δανειστές, ενώ υπογράμμισε ότι «δεν μπορεί να υποχρεώνεται η κυβέρνηση της Αριστεράς να φέρνει νομοσχέδια με τις πιο ασφυκτικές προθεσμίες, κάτι που είχε καταγγείλει με συνέπεια στο παρελθόν».
Μάλιστα κάλεσε τους βουλευτές «να μην ξεχνιούνται και μιλούν για συμφωνία». «Δεν είναι συμφωνία ο καταναγκασμός, ο εκβιασμός, η επιδίωξη υποταγής μιας χώρας στις βουλές και τις επιταγές άλλων κυβερνήσεων και δεν πρέπει να ξεχνιόμαστε», τόνισε με έμφαση. Και πρόσθεσε με νόημα ότι «δεν είναι επιθυμία και βούληση της κυβέρνησης το περιεχόμενο αυτού του νομοσχεδίου, με το οποίο γίνεται νόμος του κράτους ότι το Δημόσιο υποχωρεί έναντι των τραπεζών».
«Μηνύματα»
Η κυρία Κωνσταντοπούλου, η οποία μίλησε τελευταία στην κοινή συνεδρίαση των επιτροπών, έστειλε πολλαπλά μηνύματα με αποδέκτες όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά κυρίως στο εσωτερικό. Όπως είπε «δεν μπορεί να αντιμετωπίζουμε τους εαυτούς μας ως αιώνιους σε όποια θέση και να βρισκόμαστε». Μάλιστα εκτίμησε ότι η παρούσα κατάσταση «εγείρει μείζονα ανησυχία σε σχέση με τις επιδιώξεις εκείνων που επιδιώκουν να ρίξουν αυτή την κυβέρνηση και να ξεφτιλίσουν εκείνες τις δυνάμεις που την στηρίζουν». Και ξεκαθάρισε ότι «ως βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται ποτέ να ψηφίσω αυτό το νομοσχέδιο». «Δεν θα μπορούσα ποτέ να το ψηφίσω ως δικηγόρος και ως Πρόεδρος της Βουλής δεν θα μπορούσα ποτέ να νομιμοποιήσω διαδικασίες που καθιστούν τη Βουλή διακοσμητική και τελικά θέτουν εκ ποδών την Δημοκρατία», δήλωσε προκαλώντας πλήθος συζητήσεων για τις βαθύτερες σκέψεις και προθέσεις της.
Μάλιστα σε νεότερη παρέμβασή της δήλωσε ότι δεν επιτρέπει σε κάποιους «ούτε να μεθερμηνεύουν ούτε να παραποιούν το περιεχόμενο των λεγομένων μου». «Επειδή ο εκβιασμός είναι αδιαμφισβήτητος -και ο πρώτος που αναφέρθηκε σε αυτόν είναι ο πρωθυπουργός- αυτό το νομοθέτημα, όπως και το προηγούμενο και ο εξαναγκασμός, δεν αποτελεί προϊόν βουλήσεως αλλά κατάστασης ανάγκης και εκβιασμού, πραξικοπήματος», τόνισε η ΠτΒ. Και όπως είπε «πρέπει προ της ευθύνης αυτού του εκβιασμού να τεθούν αυτοί που εκβιάζουν και λένε ότι η Βουλή θα νομοθετήσει μέχρι τότε και ότι 300 άνθρωποι δεν έχουν το δικαίωμα να παρέμβουν». «Εδώ μέσα υπάρχουν εκείνοι που αγωνιούν για την Δημοκρατία και εκείνοι που σκιρτούν και αναθαρρούν στην προοπτική της εμπέδωσης της απολυταρχίας των δανειστών», κατέληξε η κυρία Κωνσταντοπούλου.
«Θέμα» Παρασκευόπουλου από ΝΔ – ΠαΣοΚ
Παίρνοντας αφορμή από την ομιλία της, ο πρώην υπουργός της ΝΔ Ν. Δένδιας είπε ότι στην περίπτωση του υπουργού Δικαιοσύνης «υφίσταται ένα πρόβλημα και είναι μεγάλο». «Η Πρόεδρος της Βουλής σας έφερε προ των ευθυνών σας. Νομοθετείτε με ελεύθερη βούληση ή όχι; Καταγγέλλεστε ότι είστε υποκείμενα εκβιασμού και όργανα δανειστών. Να έχετε την εμπιστοσύνη σας στην Πρόεδρο της Βουλής που σας κατήγγειλε για αυτά δεν γίνεται», είπε στον υπουργό Δικαιοσύνης ο κ. Δένδιας καλώντας την κυβέρνηση ή να παραιτηθεί ή να καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυρίας Κωνσταντοπούλου. Στο θέμα αναφέρθηκε και ο πρώην υπουργός του ΠαΣοΚ Αν. Λοβέρδος λέγοντας στον κ. Παρασκευόπουλο να αναλάβει τις ευθύνες του. «Δεν λέω ότι είστε λάτρης της καρέκλας αλλά δεν μπορείτε να πείτε ότι εισηγούμαι κάτι που δεν πιστεύω», του είπε.
Απαντώντας ο υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι «δεν έχω κανέναν λόγο να αμφισβητήσω τον λόγο της Προέδρου», όμως διευκρίνισε ότι μια έκτακτη διαδικασία προσδιορίζεται από έκτακτες περιστάσεις οι οποίες υπάρχουν. «Είναι οι ουρές που είδαμε στα ΑΤΜ που θέλουμε να μειωθούν. Και η επιλογή του Grexit θα χειροτερέψει αυτές τις ουρές. Αυτό προσδιορίζει τις επιλογές μου», δήλωσε. Ενώ διευκρίνισε ότι «δεν υπάρχει αντίφαση στη θέση που λέει ότι ορισμένες ρυθμίσεις είναι κακές», διότι, όπως ανέφερε, «αν μεταξύ δυο κακών δεν προτιμούσα το μικρότερο κακό θα έπρεπε να προτιμήσω το μεγαλύτερο».
Συνάντηση Τσίπρα-Κωνσταντοπούλου
Συνάντηση στις 12 το μεσημέρι της Πέμπτης θα έχουν ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και η Πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί μετά από αίτημα της Προέδρου της Βουλής και σε συνέχεια της σημερινής επιστολής της.
H επιστολή της Προέδρου της Βουλής
«Από θεσμική υποχρέωση σας επισημαίνω ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες εισάγεται προς συζήτηση το νομοσχέδιο «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4334/2015», συνιστάμενο στο κατατεθέν τα μεσάνυχτα της 20ής προς 21ή Ιουνίου 2015, συνολικό κείμενο 977 σελίδων, συμπεριλαμβανομένων όλων των κειμένων που πρέπει να μελετήσουν και να λάβουν υπ’ όψιν τους οι βουλευτές προκειμένου να διαμορφώσουν άποψη και να ψηφίσουν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος εντός της σήμερον, και το οποίο περιέχει:
1) σε 1 άρθρο (Άρθρο 1) τα 1.008 άρθρα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και εκείνα του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και
2) σε 1 επίσης άρθρο (Άρθρο 2) τα 130 άρθρα περί ενσωμάτωσης οδηγίας της Ε.Ε.
δεν εγγυώνται την τήρηση του Συντάγματος, τη θωράκιση της δημοκρατικής λειτουργίας, την άσκηση της νομοθετικής εξουσίας του Κοινοβουλίου ούτε την κατά συνείδηση ψήφο του βουλευτή.
Υπό καθεστώς εξόφθαλμου εκβιασμού ο οποίος απευθύνεται από ξένες Κυβερνήσεις- μέλη της Ε.Ε. προς την Κυβέρνηση και τους βουλευτές, εισάγεται και, μάλιστα, με «έλλειψη δυνατότητας οποιασδήποτε τροποποίησης» ένα νομοθέτημα με το οποίο επιχειρείται μείζων παρέμβαση στη λειτουργία της Δικαιοσύνης και στην άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών, κατά τρόπο που καταλύει τόσο την λειτουργία της Ελληνικής Δημοκρατίας ως κοινωνικού κράτους δικαίου, στο οποίο λειτουργεί η διάκριση των εξουσιών, σύμφωνα με τα Συνταγματικώς οριζόμενα, όσο και την διαφύλαξη της αρχής της δίκαιης δίκης.
Το νομοθέτημα εξαναγκάζονται να εισαγάγουν Υπουργοί οι οποίοι δεν συμμερίζονται το περιεχόμενό του, αλλά αντιτάσσονται ευθέως σε αυτό, και εξαναγκάζονται να υπερψηφίσουν βουλευτές οι οποίοι επίσης αντιστρατεύονται το περιεχόμενό του.
Όλα αυτά υπό την ευθεία απειλή άτακτης χρεοκοπίας.
Πρόκειται για νομοθέτημα αναγόμενο στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, κατατεθέν από τον προηγούμενο Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Χ. Αθανασίου, για το οποίο διενεργήθηκε, το Δεκέμβριο 2014, πανελλαδικό δημοψήφισμα των δικηγόρων υπό την αιγίδα της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την απόρριψη του νομοσχεδίου με ποσοστό μεγαλύτερο του 93%.
Εξάλλου, εναντίον του Νομοσχεδίου έχουν ταχθεί οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης, οι Διοικητικές Ολομέλειες των Δικαστηρίων, συνολικά οι ενδιαφερόμενοι κοινωνικοί φορείς. Αμφότερα τα συγκυβερνώντα κόμματα διέλαβαν ως προγραμματική τους δέσμευση την μη εισαγωγή του συγκεκριμένου νομοθετήματος και κανένα εκ των δύο δεν έχει μεταβάλει άποψη και θέση επί της ουσίας.
Το γεγονός ότι αυτό το νομοθέτημα επελέγη από ξένες κυβερνήσεις, συμμετέχουσες στο EuroSummit, ως «προαπαιτούμενο», δηλαδή ως προϋπόθεση για την έναρξη συνομιλιών προς εξεύρεση λύσης αποτυπώνει το μέγεθος της περιφρόνησης που επιδεικνύεται από τις ανωτέρω ξένες Κυβερνήσεις στις αρχές της κοινοβουλευτικής λειτουργίας, της λαϊκής κυριαρχίας και, τέλος, της δημοκρατίας.
Η θεσμική ευθύνη όλων είναι τεράστια. Αναλαμβάνοντας τη θεσμική μου ευθύνη ως Προέδρου της Βουλής, σας ζητώ να ενημερώσετε τους ομολόγους σας για την παρούσα επιστολή μου, την οποία θα κοινοποιήσω στη συνέχεια στους ομολόγους μου σε όλη την Ευρώπη, σε συνέχεια των προηγούμενων παρεμβάσεών μου, εισηγήσεών μου και της πρόσφατης επιστολής μου προς τον Πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς, η οποία κοινοποιήθηκε και στα μέλη του Ευρωκοινοβουλίου.
Αυτή η βίαιη επίθεση στη Δημοκρατία δεν μπορεί να συντελείται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και σίγουρα δεν μπορεί να συντελείται εν σιωπή».
