Ορχήστρες σε αναζήτηση (σωστού) μαέστρου

Ποιος είναι επιτέλους ο Σάιμον Ρατλ; Ενας από τους τελευταίους σουπερστάρ του πόντιουμ ή ένας μικρός θεός;

Ορχήστρες σε αναζήτηση (σωστού) μαέστρου
Ποιος είναι επιτέλους ο Σάιμον Ρατλ; Ενας από τους τελευταίους σουπερστάρ του πόντιουμ ή ένας μικρός θεός; Αυτές τις ημέρες ο βρετανικός Τύπος κλίνει μάλλον προς το δεύτερο. Η επισημοποίηση της μελλοντικής συνεργασίας του με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, όπου από το 2017 αναλαμβάνει τη θέση του μουσικού διευθυντή, προκαλεί σπάνιο για την εποχή μας ενθουσιασμό. Οσοι παρακολουθούν τα βρετανικά μουσικά πράγματα βέβαια γνωρίζουν ότι οι διάσημοι διευθυντές ορχήστρας κάθε άλλο παρά λείπουν από τη λονδρέζικη κλασική σκηνή. Ωστόσο ούτε ο Φινλανδός Εσα Πέκα Σάλονεν στη Φιλαρμόνια ούτε ο Ρώσος Βλαντίμιρ Γιουρόφσκι στη Φιλαρμονική του Λονδίνου ούτε ο ιταλικής καταγωγής Αντόνιο Παπάνο στη Βασιλική Οπερα ούτε καν ο «τσάρος» Βαλέρι Γκέργκιεφ τον οποίο θα διαδεχθεί ο Ρατλ στο «τιμόνι» της LSO κατόρθωσαν να δημιουργήσουν τόσο μεγάλες προσδοκίες. Χαρακτηριστικό του κλίματος το προ ημερών δημοσίευμα του «Guardian» –ένα από τα πολλά της εφημερίδας για το ίδιο θέμα –σύμφωνα με το οποίο «όταν ο Ρατλ αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του το 2017, θα γίνει αυτομάτως ο νέος απόλυτος κύριος της κλασικής μουσικής στη Βρετανία, η προσωποποίηση της ίδιας της τέχνης του στη χώρα, όπως περίπου έγινε ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ή ο Τόμας Μπίτσαμ πριν απ’ αυτόν».
Η ανάμνηση του «μικρού θαύματος»


Είναι η ανάμνηση του «μικρού θαύματος» της Συμφωνικής Ορχήστρας του Μπέρμιγχαμ –την οποία άφησε πίσω του το 2002 για να αναλάβει την τύχη της περίφημης Φιλαρμονικής του Βερολίνου, με την οποία θα τον δούμε και εμείς την Πρωτομαγιά στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών –που πολλοί πιστώνουν στον Ρατλ; Είναι το γεγονός ότι πρόκειται για «βέρο» Βρετανό σε μια εποχή που η Ευρώπη επιζητεί μάλλον ευρύτερα την επιστροφή στα «στέρεα» εθνικά πρότυπα; Οι ερμηνείες δεν λείπουν…
Εξόχως αξιοσημείωτο είναι πάντως το γεγονός ότι ο Ρατλ αναλαμβάνει καθήκοντα μουσικού διευθυντή στη Συμφωνική του Λονδίνου, τίτλος ο οποίος απονέμεται για πρώτη φορά στην ιστορία της ορχήστρας. Μέχρι τούδε οι επικεφαλής του συνόλου –μεταξύ αυτών ογκόλιθοι του πόντιουμ όπως ο Κόλιν Ντέιβις και ο Κλάουντιο Αμπάντο – κατείχαν αυτόν του βασικού αρχιμουσικού, γεγονός το οποίο «μεταφράζεται» σε πολύ συγκεκριμένα πράγματα: μεγάλο μέρος των εξουσιών –μεταξύ άλλων οι προσλήψεις και οι απολύσεις –παρέμενε στα χέρια των μουσικών, στους οποίους άλλωστε ανήκει και αυτό καθαυτό το σύνολο. Παρ’ όλο που όλες οι λεπτομέρειες της συνεργασίας δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές, το εν λόγω στοιχείο έκανε τον βετεράνο σχολιαστή Νόρμαν Λεμπρέχτ να αναρωτηθεί προ ημερών «μήπως τελικά οι μουσικοί θυσίασαν πάρα πολλά εμφορούμενοι από ενθουσιασμό…».

Τα ζητούμενα της νέας εποχής


Με την επιστροφή του πάντως στη Βρετανία σε δύο χρόνια –όταν θα έχει πλέον συμπληρώσει τα 62 του χρόνια –ο Ρατλ θα βρεθεί αντιμέτωπος με πολλές προκλήσεις, μεταξύ άλλων τις οικονομικές περικοπές αλλά και την ανάγκη διεύρυνσης του κοινού σε πολλές κατευθύνσεις. Στο ίδιο δημοσίευμα ο «Guardian» επισημαίνει πως, παρ’ όλο που ο γεννημένος στο Λίβερπουλ μαέστρος δεν είναι θαυματοποιός, η επιστροφή του προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία στην Τέχνη γενικότερα να αποκτήσει νέο status στη Βρετανία. Χαρακτηριστική η φράση η οποία θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμη και στη σχετική συζήτηση που διεξάγεται το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα: «Η καριέρα του Ρατλ ενσωματώνει τη μεγάλη αλήθεια ότι ο εκδημοκρατισμός και η αριστεία όχι μόνο δεν είναι εχθροί αλλά αποτελούν ένα αχτύπητο δίδυμο…».
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το όλο κλίμα σε μεγάλο βαθμό εκφράζει τη βιασύνη της λονδρέζικης ορχήστρας να «κλείσει» τον Ρατλ αποτρέποντας το ενδεχόμενο ο τελευταίος να αποδεχθεί το δέλεαρ ενός αμερικανικού συνόλου: της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, για παράδειγμα, η οποία αναζητεί ήδη τον διάδοχο του Αλαν Γκίλμπερτ προκειμένου να αναλάβει τα καθήκοντα του μουσικού διευθυντή από το 2017. Ο προβληματισμός είναι μεγάλος, με δεδομένο ότι η θητεία του τελευταίου υπήρξε μάλλον χλιαρή, παρ’ όλο που τόσο η εντοπιότητά του όσο και η αγάπη του προς τη σύγχρονη μουσική προβλήθηκαν ως ικανές συνθήκες στην αρχή της. Η συζήτηση για τον «ιδανικό μουσικό διευθυντή του 21ου αιώνα» έχει ανάψει στον Τύπο, με τις προτάσεις που πέφτουν στο τραπέζι να εκφράζουν μάλλον την αμηχανία μιας μεταβατικής εποχής.
Μεγάλο ερώτημα είναι πάντως και το ποιος θα διαδεχθεί τον Ρατλ στη Φιλαρμονική του Βερολίνου από το 2018. Παρά τα 16 χρόνια που θα έχει συμπληρώσει τότε ο Βρετανός στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, η θητεία του δεν ήταν ανέφελη σε ένα σύνολο όπου η «σκιά» του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν πέφτει ακόμη βαριά και ο περιώνυμος «γερμανικός ήχος» προκαλεί πολλές συζητήσεις.
Οι περιζήτητες θέσεις στην Ευρώπη πάντως που παραμένουν κενές –με πρώτη αυτήν του μουσικού διευθυντή της ιστορικής Κρατικής Οπερας της Βιέννης αλλά και οι αντίστοιχες στην Οπερα της Ρώμης και στο La Monnaie των Βρυξελλών –είναι μια παράμετρος που από πολλούς εκλαμβάνεται ως έκφανση του τέλους εποχής το οποίο αναγνωρίζεται ευρύτερα στον χώρο. Αν το μοντέλο του «μαέστρου-δικτάτορα» έχει πλέον εκλείψει, τότε το επόμενο μάλλον δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version