Υπάρχει το τζαμί του Τζισταράκι, ναι, αυτό στην πλατεία Μοναστηρακίου. Ο Πύργος των Αέρηδων που χρησιμοποιήθηκε ως τεκές, αλλά και το Λουτρό των Αέρηδων, το μόνο από τα τρία χαμάμ που απ’ όσο ξέρουμε υπήρχαν στην Αθήνα κατά την οθωμανική περίοδο. Δεν είναι πολλά τα τεκμήρια του παρελθόντος της Αθήνας κατ’ αυτή την περίοδο, οι δε αρχειακές πηγές είναι ελάχιστες. Και όμως, όπως αποπειράται να καταδείξει η έκθεση «Οθωμανική Αθήνα, 1458-1833» στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, η Αθήνα την περίοδο εκείνη ήταν πολύ περισσότερα από «ένα χωριό», όπως έχουμε συνηθίσει να την κατατάσσουμε στο συλλογικό φαντασιακό μας.
Μπορεί να μην ήταν σημαντική πόλη για τους Τούρκους, όπως ήταν η Θεσσαλονίκη, μπορεί να μην αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο ή τόπο θρησκευτικού προσκυνήματος, αλλά είχε το «ωραιότερο τζαμί στον κόσμο»: τον Παρθενώνα. Μια ζωντανή πόλη στην οποία συμβίωναν Τούρκοι, Αρμένιοι, Ελληνες και Αρβανίτες, με τους ευρωπαίους πρόξενους, πρέσβεις, ποιητές και φιλέλληνες να είναι πανταχού παρόντες. Μια πόλη που ασκούσε γοητεία σε ξένους περιηγητές χάρη στις καταγραφές των οποίων και τα έργα τέχνης και τους χάρτες που τις συνοδεύουν έχουμε μια εικόνα για τη ζωή της εκείνη τη μακρά περίοδο. Οταν, για παράδειγμα, ο Ιλισός ήταν πεδιάδα, οι πλανόδιοι καφετζήδες έψηναν καφέ στον λόφο του Φιλοπάππου και η Αθήνα ήταν κατάφυτη με ελιές, το βασικό παραγωγικό της στοιχείο.
Δεν είναι άγνωστες αυτές οι εικόνες, ούτε οι πληροφορίες που παρέχουν τα εκθέματα που παρουσιάζονται στη Γεννάδειο. Ωστόσο, αν αναρωτηθούμε πόσοι από εμάς τις γνωρίζουμε ή, ακόμη πιο σημαντικό, πόσοι από εμάς πρέπει να τις θυμηθούμε ξανά, όχι μόνο για να έρθουμε σε επαφή με την ιστορία της Αθήνας αλλά και για να κάνουμε όπου είναι απαραίτητο συγκρίσεις με το σήμερα, αμέσως θα αντιληφθούμε ότι το παρελθόν της πόλης μας είναι μια ξένη χώρα. Στο περίπου.
«Η Αθήνα την περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν είναι ένα άγνωστο θέμα» λέει η διευθύντρια της Γενναδείου Μαρία Γεωργοπούλου. «Εχει αλλάξει όμως επιστημονικά το πεδίο που την αφορά, για παράδειγμα υπάρχει τμήμα τουρκικών σπουδών στην Αθήνα, πολλοί νεότεροι Ελληνες μαθαίνουν τουρκικά, ενώ παράλληλα έχει αλλάξει δημογραφικά και η ίδια η πόλη. Η αλλαγή της δεν παραπέμπει ευθέως στην οθωμανική Αθήνα, είναι όμως σημαντικό να έχουμε μια εικόνα για το τι συνέβαινε σε μια εποχή όπου ουσιαστικά το πάνω χέρι είχε μια μουσουλμανική διοίκηση».
Μαζί λοιπόν με την ιστορικό και συνεπιμελήτρια Αλίκη Ασβεστά παρουσιάζουν στο κοινό αυτή τη «μικρή και σεμνή έκθεση» στην οποία παρουσιάζονται 80 εκθέματα σε οκτώ προθήκες μέσα στο αναγνωστήριο της Βιβλιοθήκης. Πρόκειται για μέρος της μεγάλης συλλογής περιηγητικής γραμματείας που διαθέτει η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και η επιλογή τους βασίζεται σε ένα χειρόγραφο του προπάππου του Ιωάννη Γενναδείου, Ιωάννη Μπενιζέλου, για την «Ιστορία των Αθηνών».
Οι Μπενιζέλοι ήταν μια αρχοντική αθηναϊκή οικογένεια με διαρκή συμμετοχή στα κοινά της πόλης στην οθωμανική περίοδο. Μάλιστα, το αρχοντικό της οικογένειας, επί της οδού Ανδριανού 96, υπάρχει και σήμερα και μάλιστα ανακαινίστηκε το ’13. Γόνος της οικογενείας αυτών των πλούσιων γαιοκτημόνων υπήρξε η Οσία Φιλοθέη (1522-1589) ή κατά κόσμον Παρασκευή Μπενιζέλου η οποία αξιοποίησε την οικογενειακή περιουσία για το φιλανθρωπικό της έργο. Μέσα από το χειρόγραφο του Μπενιζέλου μαθαίνουμε ότι η κινητικότητα είναι έντονη στην αγορά, στο καδηλίκι (δικαστήριο) και βεβαίως στους καφενέδες. Ο καφές εξάλλου εισάγεται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία γύρω στον 17ο αιώνα και η ζωή των Ελλήνων αλλάζει για πάντα.
Αναμενόμενα, δεν λείπουν και οι συγκρούσεις των Ελλήνων με τους τοπικούς αξιωματούχους.
Το μαρτυρά πολύ εύγλωττα το μικρό χειρόγραφο ενός Ελληνα που ζούσε στην Αθήνα στις αρχές του 17ου αιώνα και διηγείται τα βάσανα που πέρασε στα χέρια των Τούρκων προτού φύγει από την Αθήνα για την Αγγλία το 1608. Παραθέτει μάλιστα ένα ναΐφ σκιτσάκι με μια σκηνή βασανισμού του και διηγείται την ιστορία ενός σκληρού οθωμανού κυβερνήτη (βοεβόδα) ο οποίος καθαιρέθηκε από τα διοικητικά του καθήκοντα έπειτα από παρέμβαση μιας ελληνίδας παλλακίδας του Σουλτάνου.
Σε μια έκθεση για την οθωμανική Αθήνα βεβαίως δεν θα μπορούσε να λείπει μια αναφορά στον Λόρδο Βύρωνα. Ο ρομαντικός ποιητής έχει τη δική του προθήκη στην έκθεση όπου προβάλλεται η στενή σχέση του με την Τερέζα Μακρή (γνωστή ως η «κόρη των Αθηνών») και εκτίθεται το στεφάνι από ελληνική δάφνη που τοποθετήθηκε στο φέρετρό του –εξάλλου τα περισσότερα από τα προσωπικά αντικείμενα του Λόρδου Βύρωνα αποκτήθηκαν από τον Ιωάννη Γεννάδιο σε δημοπρασία από τον οίκο Sotheby’s στις 18 Αυγούστου 1880.
Τα πιο σημαντικά εκθέματα, τουλάχιστον από την άποψη ότι δεν τα βλέπουμε συχνά, μιας και φυλάσσονται σε αποθήκες, είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα που δανείστηκε η Γεννάδειος από την Αρχαία Αγορά. Μια οθωμανική ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη του 18ου αιώνα, μια προθήκη με πήλινα σκεύη που αντέγραφαν τουρκικές και ιταλικές τεχνοτροπίες της εποχής. Ωστόσο, οι ιστορίες πίσω από λιγότερο εντυπωσιακά εκθέματα είναι πολύ ενδιαφέρουσες. Οπως συμβαίνει με τους 47 παράδες (τους οποίους δανείζει το Νομισματικό Μουσείο), προφανώς το κομπόδεμα κάποιου Τούρκου που τους έθαψε το 1822 στην είσοδο της Ακρόπολης κατά την πολιορκία της πόλης των Αθηνών από τους επαναστάτες Ελληνες. Ενα μικρό χρηματικό ποσό για την εποχή το οποίο μπορούσε να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες για δύο ημέρες (η ισοτιμία τού παρά προς το γρόσι, το κυρίαρχο νόμισμα στο οθωμανικό σύστημα, ήταν 40:1). Η πολιορκία των Αθηνών απεικονίζεται στην εκδοχή που φιλοτέχνησε ο Παναγιώτης Ζωγράφος για τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη.
Συνεργασία τριών μουσείων
Παράλληλα με την έκθεση στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη το ελλιπές παζλ της οθωμανικής Αθήνας συμπληρώνουν το Μουσείο Μπενάκη και το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου Ευταξία στα οποία μπορεί κανείς να δει εκθέματα των συλλογών τους. Οπως στην Αίθουσα 23 στο Μουσείο Μπενάκη (κτίριο Κουμπάρη) όπου αντικατοπτρίζεται το περιηγητικό πνεύμα στην Ελλάδα από τον 17ο-19ο αιώνα και στην Αίθουσα Τσούτσου στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου-Ευταξία όπου παρουσιάζονται χάρτες, πίνακες και χαρακτικά με εικονογράφηση της πόλης κατά την Τουρκοκρατία με αφετηρία την πόλη στα χρόνια της ακμής της αυτοκρατορίας (μέσα από τη μνημειώδη ελαιογραφία του Jacques Carrey, μία από τις σημαντικότερες πηγές πληροφοριών για την Αθήνα του 17ου αιώνα) ως τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
Παράλληλα με την έκθεση στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη το ελλιπές παζλ της οθωμανικής Αθήνας συμπληρώνουν το Μουσείο Μπενάκη και το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου Ευταξία στα οποία μπορεί κανείς να δει εκθέματα των συλλογών τους. Οπως στην Αίθουσα 23 στο Μουσείο Μπενάκη (κτίριο Κουμπάρη) όπου αντικατοπτρίζεται το περιηγητικό πνεύμα στην Ελλάδα από τον 17ο-19ο αιώνα και στην Αίθουσα Τσούτσου στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου-Ευταξία όπου παρουσιάζονται χάρτες, πίνακες και χαρακτικά με εικονογράφηση της πόλης κατά την Τουρκοκρατία με αφετηρία την πόλη στα χρόνια της ακμής της αυτοκρατορίας (μέσα από τη μνημειώδη ελαιογραφία του Jacques Carrey, μία από τις σημαντικότερες πηγές πληροφοριών για την Αθήνα του 17ου αιώνα) ως τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
πότε & πού:
«Οθωμανική Αθήνα, 1458-1833» στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, Σουηδίας 61, ως τις 30/6. Με τη συμμετοχή του Μουσείου Μπενάκη (κτίριο οδού Κουμπάρη 1) και του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών, Παπαρηγοπούλου 5-7, πλατεία Κλαυθμώνος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
