Η μητέρα του δεν περνούσε καλά. Αν και προφανώς δεν ήταν παρούσα, αν και βρισκόταν σε κάποια σεβάσμια ηλικία, την περιέβαλλε μια θεωρητική σεξουαλική δραστηριότητα με έναν τρόπο ενοχλητικά λεπτομερή. H λεκτική φαντασίωση-παρενόχληση προερχόταν από έναν δυσαρεστημένο από τη ζωή του οπαδό, καθισμένο σε ένα στρατηγικό σημείο της εξέδρας. Με σταθερή, δυνατή φωνή περιέγραφε σε έναν άτυχο γιο εικόνες σκληρού μητρικού πορνό.
Ο αθλητής αρχικά ήταν ψύχραιμος. Οταν άκουσε για 50ή φορά τον ανορθόδοξο, παθιασμένο και πολυσυλλεκτικό τρόπο με τον οποίο προτιμά να κάνει σεξ η μητέρα του, γύρισε, τον κοίταξε στα μάτια και του πέταξε με μαεστρία την μπάλα στο πρόσωπο. Ο ματωμένος οπαδός, σε άλλον τόνο αυτή τη φορά, λιγότερο οργισμένος, περισσότερο αγανακτισμένος, στράφηκε στον αστυνομικό που τον κοιτούσε μειδιώντας και ψέλλισε με νεοαποκτηθέν πνεύμα ολυμπιακής εκεχειρίας: «Είναι συμπεριφορά αθλητού αυτή;».
Η κωμικοτραγική ιστορία είναι παλιά, βγαλμένη από τις διασκεδαστικές αλλά διδακτικές ιστορίες του θεωρητικά επαγγελματικού αθλητισμού στα μέσα των 90s. Επίσης, είναι και κάπως επίκαιρη. Πριν από λίγες ημέρες, στο Τελ Αβίβ, ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης, ένας άνθρωπος που ζυγίζει 130 κιλά και έχει ύψος 206 εκατοστά, εκνευρίστηκε. Δεν ήταν ευχάριστο θέαμα: Στο γήπεδο της Χάποελ Τελ Αβίβ, ο αθλητής της Μακάμπι Τελ Αβίβ, αφού άκουσε ενοχλητικές λεπτομέρειες για μητέρα, σύζυγο και παιδί, πέρασε στην άλλη όχθη της ψυχραιμίας, εντόπισε έναν τύπο με άσπρη μπλούζα που είχε πολλά να πει για το γενεαλογικό του δέντρο, πήρε φόρα και άρχισε να τον κυνηγάει. Η εικόνα θύμισε βιβλική καταστροφή. Ανθρωποι έτρεχαν, άνθρωποι ούρλιαζαν, παιδιά έψαχναν τους γονείς τους, δημοσιογράφοι ένιωθαν σοκαρισμένοι πλην όμως χαρούμενοι με το θέαμα που θα τους γέμιζε τον επόμενο μήνα. Η ιστορία είναι σε εξέλιξη, ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης έχει απειληθεί ακόμη και με απέλαση από το Ισραήλ και ο ίδιος, αφού παραδέχθηκε το λάθος του, πρόσθεσε μια σοκαριστική λεπτομέρεια: «Μου έλεγε ότι θα βιάσει το παιδί μου».
Η εικόνα, πολύχρωμη, βίαιη με αυτόν τον διαστροφικά ελκυστικό τρόπο, και καταγεγραμμένη από μια επαγγελματική κάμερα, μου έφερε στο μυαλό μια άλλη πρόσφατη σύρραξη, λίγο πιο σκοτεινή αυτή τη φορά. Αυτή που έλαβε χώρα μέσα στη Βουλή, με πρωταγωνιστή τον γιο του Τάκη Μπαλτάκου, λίγα λεπτά μετά τις αποκαλύψεις πως ο πατέρας του μάθαινε με επώδυνο τρόπο πως δεν μπορείς να αγαπάς και τη Χρυσή Αυγή και να είσαι Γενικός Γραμματέας της κυβέρνησης. Η βία ήταν παρόμοια. Κλωτσιές έπεφταν και στις δύο περιπτώσεις, φωνές και πνιχτές κραυγές ακούγονταν, κάποιοι ψύχραιμοι προσπαθούσαν να απομακρυνθούν –αλλά όχι πολύ· είπαμε, η βία είναι ελκυστική.
Και μετά τις ομοιότητες, οι διαφορές.
Ο Σχορτσανίτης ξέφυγε για να υπερασπίσει την τιμή του, ήταν ένα ξέσπασμα που προήλθε ύστερα από χρόνια στα οποία η ψυχραιμία του ροκανιζόταν μεθοδικά. Είναι ένας αθλητής και μάλιστα μαύρος και μάλιστα με καριέρα και στον Ολυμπιακό και στον Παναθηναϊκό, προφανώς δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουσε να τον βρίζουν. Αλλά για όλα υπάρχει η πρώτη φορά.
Ο Μπαλτάκος junior, ένας αξιωματικός των ειδικών δυνάμεων, προσπάθησε να δείρει για να υπερασπιστεί την οικογένειά του. Λογικό, χωρίς αυτή δεν θα είχε διοριστεί στο Λιμενικό, αφού όπως έχει γίνει γνωστό αρχικά απέτυχε στις γραπτές εξετάσεις και έπειτα, με μια κίνηση παλιού καλού νεποτισμού κατάφερε χάρη στον πατέρα του να διοριστεί. Ο ίδιος ο πατέρας του, χωρίς να κρύψει την περηφάνια του, είπε: «Ο γιος μου είναι αξιωματικός των ειδικών δυνάμεων, έχει άλλο αξιακό σύστημα, δεν είναι παιδάκι της φραπεδιάς που βλέπει τούρκικα». Εκτός από το ότι είναι διορισμένος στη Σαλαμίνα και όχι στα σύνορα, κάτι που αποδυναμώνει την έννοια του κομάντο, ο τρόπος με τον οποίο μπήκε στο Λιμενικό εγείρει κάποια ζητήματα για το αξιακό σύστημα και την υποκειμενικότητά του.
Το ερώτημα όμως δεν είναι μια ιστορία καταδικαστέας διαφθοράς και α λα καρτ αξιακών συστημάτων. Το ερώτημα είναι τι είναι αυτό που μπορεί να σε κάνει να κυλήσεις στη βία. Η ιδεολογία σου; Η οικογένειά σου, αυτή που άγγιξε και τον Αδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος τόλμησε να πει «συγκινήθηκα που το παιδί υπερασπίστηκε τον πατέρα του»; Το όποιο αξιακό σου σύστημα; Το ένστικτό σου; Η αδικία; Η κοινωνία; Οι αρχές σου; Η κακιά στιγμή; Ολα αυτά δεν έχουν απαντηθεί ύστερα από αιώνες πολιτισμού και βίαιων συγκρούσεων. Και γι’ αυτό τα λύνει η κοινωνία, μέσω της επιβολής τιμωρίας. Τουλάχιστον, μια φυσιολογική κοινωνία. Οταν στην Ελλάδα οι υπουργοί δεν μπορούν να κρύψουν πως συγκινούνται από τη βία που τους συμφέρει, μήπως δίνουν δικαίωμα σε όλους όσοι διαφωνούν για κάτι να απαντούν με βία; Για την ακρίβεια, σχεδόν σε όλα όσα διαφωνούμε. Γιατί ο επόμενος που θα διαφωνήσει με τον Σχορτσανίτη, μάλλον θα το σκεφτεί πιο ώριμα.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Απριλίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
