Με μια παράσταση που «από αλλού ξεκίνησε και αλλού κατέληξε» λένε «αντίο» στο υπόγειο που τους φιλοξένησε την τελευταία δεκαετία: ο Μιχαήλ Μαρμαρινός και η Αμαλία Μουτούση, ιδρυτικά στελέχη της εταιρείας θεάτρου «Διπλούς έρως», εγκαταλείπουν το «Ιλίσια – Studio» για να εγκατασταθούν στον καινούργιο δικό τους χώρο, στο Θησείο. Η παράσταση, που θα μπορούσε να λέγεται και «Goodbye stories», ακούει στον τίτλο «Ρομαντισμός». Ωστόσο, δεν έχει καμία σχέση με αποχαιρετισμούς· στήθηκε εκ του μηδενός. Οι δυο τους, εκείνος στον ρόλο του σκηνοθέτη και εκείνη σε αυτόν της ηθοποιού, μαζί με τον υπόλοιπο θίασο, έστησαν τη δουλειά που, όταν τελειώσει, θα κλείσει πίσω της μια πόρτα δέκα ετών, γεμάτη συγκινήσεις και δημιουργικές στιγμές. Και η πόρτα του Studio στην οδό Παπαδιαμαντοπούλου είναι μεγάλη και σιδερένια.
Ενα διπλό CD που ετοιμάζεται και περιλαμβάνει τις μουσικές από τη συνεργασία του θιάσου με τον Δημήτρη Καμαρωτό στάθηκε η αφορμή, ίσως η ίδια η αιτία του «Ρομαντισμού». «Πρόκειται για μια μουσική που δρα και αυτόνομα, έξω από την παράσταση, και γι’ αυτό επάνω της στήθηκε όλη η δουλειά· μας ξεκλείδωσε», λέει χαρακτηριστικά ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ο οποίος ίδρυσε το 1984 την ομάδα «Διπλούς έρως». Δύο χρόνια μετά η Αμαλία Μουτούση μπήκε ως πρωταγωνίστρια για να γίνει αμέσως alter ego της ομάδας. * Ο ιστός της μουσικής
«Η παράσταση άρχισε να γεννιέται καθώς ακούγαμε μέσα στο Studio τη μουσική. Γι’ αυτό και θα έλεγα ότι κατ’ αρχήν είναι η ακρόαση μιας μουσικής. Η μουσική έπαιξε και τον ρόλο της δραματουργίας». Και αυτό, όπως παραδέχεται ο σκηνοθέτης, είναι κάτι που δεν έχει ξανακάνει. Στον «Ρομαντισμό» η μουσική είναι ο ιστός. «Στην ουσία είναι μια χορογραφία της υποκριτικής», όπου δεν υπάρχει χορός, ενώ ως είδος δεν τοποθετείται σε καμία κατηγορία. Δεν περιγράφεται. Και αν αυτό ηχεί δύσκολα στο αφτί του θεατή, ηχεί ακόμη δυσκολότερα στους ηθοποιούς που συμμετέχουν. Τόσο το είδος όσο και ο χώρος δεν είναι οριοθετημένα. «Το πρώτο πράγμα που θέλει ο ηθοποιός επί σκηνής είναι να ξέρει γιατί βρίσκεται εκεί», λέει η Αμαλία Μουτούση. «Στην παράστασή μας δεν υπάρχουν χαρακτήρες ούτε ρόλοι, δεν υπάρχει έργο. Θέλω να μιλήσω γι’ αυτό που κάνουμε, αλλά είναι δύσκολο. Πώς να μιλήσεις για κάτι που δεν μπορείς να εξηγήσεις μέσα σου; Για να ανταποκριθείς στην παράσταση πρέπει να έχεις ένα κενό μέσα στο κεφάλι σου».
Και ο λόγος που εκφράζεται μέσα στην παράσταση; Το βέβαιον είναι πως δεν πρόκειται για ενιαίο κείμενο αλλά ούτε και για συρραφή αποσπασμάτων. «Είναι αυτό που γράφουμε στο πρόγραμμα», λέει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. «Ευχαριστούμε τους ποιητές που από ανεπαίσθητα δικά τους γραπτά έγιναν οι δικές μας ομιλίες». Και συμπληρώνει: «Είναι λόγια πολλών ανθρώπων, τα λόγια μας. Αυτή η φράση εκφράζει τη δουλειά μας».
Και οι δύο επιμένουν ότι «δεν είναι η μουσική που γεννήθηκε από τις παραστάσεις μας, αλλά που γέννησε την παράσταση». Η Αμαλία θυμάται ότι πολλοί από τους ρόλους που ερμήνευσε στο παρελθόν γεννήθηκαν από αυτή τη μουσική. Και καταλήγει: «Φέτος είναι σαν να είμαι στη σκηνή είτε το θέλω είτε όχι. Είμαι “σαρκωμένο” κομμάτι της, όπως και οι υπόλοιποι». Ο Μιχαήλ παρεμβαίνει και εξηγεί: «Δεν υπάρχουν ρόλοι, δεν υπάρχει έργο. Το κείμενο γεννήθηκε από τις πρόβες. Υπάρχουν όμως πρόσωπα επί σκηνής. Και αυτό σημαίνει ότι είναι πρόσωπα που κουβαλούν τη δική τους ιστορία. Το ενδιαφέρον για μένα έγκειται στο ότι καλούμαι να σκηνοθετήσω με όρους καθαρά παραστασιακούς και όχι τυπικά δραματουργικούς». Ισως ορισμένοι από τους κανόνες αυτής της δουλειάς να υπακούνε στους κανόνες του βιντεοκλίπ. Οσο για την ηθοποιό, πέραν των δυσκολιών που εκφράζει ο σκηνοθέτης, προσθέτει και τη δυσκολία να συνδυάσεις «το συναίσθημα με τη μουσική».
* πειραματική δουλειά
Αν και ο Μιχαήλ Μαρμαρινός αποστρέφεται τον όρο «πειραματικό», δεν αρνείται ότι «η παράσταση, σε ορισμένες στιγμές, είναι ένα τυπικά ψυχολογικό θέατρο με στοιχεία ρέιβ» και ότι «πρόκειται για μια καθαρά πειραματική δουλειά». Διαχωρίζει όμως ότι «το πείραμα είναι μέρος της μεθοδολογίας και της διαδικασίας, δεν έχει σχέση με το αποτέλεσμα».
Και αν η παράσταση διαθέτει στοιχεία «πειραματισμού», για τον υποκριτή τι σημαίνει αυτό; Τον προχωράει; «Εξαρτάται», απαντά η Αμαλία Μουτούση. «Είναι αέρας… Δεν πιάνεται. Προσπαθώ να προχωρήσω μέσα από αυτή τη δουλειά, αλλά δεν ξέρω. Είναι πιο εύκολο να το λες, αλλά είναι πιο δύσκολο να το κάνεις. Το φέρω, αλλά δεν ξέρω πού ακριβώς πατώ. Δεν έχω απόσταση από τα πράγματα. Αλλωστε είμαι ηθοποιός που αρχίζει να συνειδητοποιεί τι ήταν αυτό που έπαιξε αφού έχουν τελειώσει οι παραστάσεις. Είμαι σαν ζωάκι. Μου λένε τι να κάνω και το κάνω, όσο κι αν έχω μια εγκεφαλική λειτουργία». Δηλαδή, εμείς οι θεατές αντιλαμβανόμαστε πρώτοι αυτό που κάνει; Η καταφατική απάντηση προέρχεται τόσο από την ίδια όσο και από τον σκηνοθέτη της. «Το προχώρημά μου αφορά κυρίως τη συμφιλίωσή μου με το γεγονός ότι δεν ξέρω τι κάνω. Βέβαια εδώ πρέπει να πω ότι όλη αυτή η διαδικασία δεν θα μπορούσε να γίνει αν δεν είχα πλάι μου έναν σκηνοθέτη όπως είναι ο Μιχαήλ. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να σε εκθέτει ο σκηνοθέτης σου. Ο Μιχαήλ δεν θα έκανε ό,τι έκανε αν δεν ένιωθε αληθινή εμπιστοσύνη σε μένα και στη δουλειά μας».
* Από το Studio στο Θησείον
Το 1984 ο Μ. Μαρμαρινός ίδρυσε τη θεατρική ομάδα «Διπλούς έρως» με νονό τον ίδιο και τον Σταμάτη Φασουλή («καθόμασταν, θυμάμαι, σε ένα καμαρίνι στο θέατρο Μινώα», λέει ο σκηνοθέτης). Το 1987 μαζί με την Α. Μουτούση εγκαταστάθηκαν στο Ιλίσια – Studio. Θα ακολουθήσει το «Θησείον Ενα θέατρο για τις τέχνες». «Το ό,τι μετακομίζουμε θα το νιώσουμε όταν φύγει και η τελευταία καρέκλα από εδώ μέσα», λέει η ηθοποιός, και συμπληρώνει: «Από την άλλη όμως είναι σαν να έχουμε ήδη φύγει. Οσο για την παράστασή μας, νιώθω σαν να βρίσκομαι μετά από κάτι και πριν από κάτι την ίδια στιγμή. Δηλαδή στο πουθενά. Αλλά και το πουθενά είναι δραματουργία· αρκεί να εκφράζει το τώρα». Και ο σκηνοθέτης προσθέτει: «Με αυτή την παράσταση δεν κλείνει ένας κύκλος· είναι μια κορύφωση που ανοίγει το καινούργιο, κάτι άλλο, διαφορετικό. Είναι μια ευθεία παράσταση». Στο Θησείο θα ανοίξουν τα φτερά τους και σε συμπαραγωγές με καλλιτέχνες και θιάσους από το εξωτερικό, γιατί έτσι πιστεύουν ότι πρέπει πια να γίνεται το θέατρο στην Ελλάδα.
Μήπως εκεί, στο Θησείον, θα δούμε και την Αμαλία Μουτούση, ξεχωριστή ηθοποιό της γενιάς της, να ερμηνεύει έναν ρόλο του κλασικού ρεπερτορίου, κάτι στο οποίο δεν την έχουμε δει παρά αποσπασματικά; «Νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει με τον Μιχαήλ και την πορεία του. Εγώ ακολουθώ αυτή την πορεία», απαντά η ίδια. «Ακολουθώντας την εκφράζω και τη δική μου, ίσως όχι ολόκληρη· σίγουρα όμως το μέρος εκείνο που έχω ανάγκη να εκφράσω. Αν πρόκειται αυτό να συμβεί με τον Μιχαήλ, θα ‘θελα να είναι το αποτέλεσμα μιας κοινής πορείας. Για μένα το θέατρο είναι στόχος βαθύς και μακρύς· δεν είναι στόχος ρόλων». Οσο για τον σκηνοθέτη, αναζητώντας και το δικό του αύριο, αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Και οι δύο πάντως φεύγοντας από το «Studio» έχουν μια ισχυρή νοσταλγία, μια δυνατή ανάμνηση, που δεν θα σβήσει ο χρόνος.
Ιλίσια – Studio: «Ρομαντισμός» του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Στην παράσταση χρησιμοποιούνται αποσπάσματα κειμένων των Ευριπίδη, Λακάν, Μπότο Στράους, Γ. Βέλτσου, Μ. Μαρκίδη, Κ. Γεωργιάδη, αυτοβιογραφικά των ηθοποιών, τραγούδια, ανέκδοτα που προκύπτουν από αυτοσχεδιασμούς. Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός. Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός. Σκηνικά – κοστούμια με τη συνεργασία της Αντζελας Μπρούσκου. Βοηθός σκηνοθέτη: Ρένα Ανδρεαδάκη. Παίζουν: Σάσα Κρίτσι, Αμαλία Μουτούση, Αριέτα Μουτούση, Νατάσα Σανίκα, η δημοσιογράφος Ελένη Πετάση και τα μέλη της «Μικρής Συντεχνίας» θεατρολόγων – σκηνοθετών Ρένα Ανδρεαδάκη, Μαρία Απλαδά, Δέσποινα Γεωργακοπούλου, Μαριλίτα Λαμπροπούλου και Μαρία Χατζηχριστοδούλου.
