Ντέιβιντ Θιούλις

ηθοποιός Ντέιβιντ Θιούλις Ενας άστεγος στο Χόλιγουντ Μέχρι πρότινος ουδείς γνώριζε την ύπαρξή του. Ωσπου σκόνταψε πάνω στον Μάικ Λι και σύσσωμη η εργατική τάξη της Βρετανίας άρχισε να κάνει τον περίπατό της στα αμερικανικά στούντιο. Ετσι πρόλαβε να μετουσιωθεί και στον ποιητή Πολ Βερλέν για τις ανάγκες της «Καταραμένης σχέσης» με συμπρωταγωνιστή τον Λεονάρντο ντι Κάπριο

Ντέιβιντ Θιούλις

Ενας άστεγος στο Χόλιγουντ





«Δώσε καλέ ένα τσιγάρο για τον αντικαρκινικό έρανο». Την ατάκα την έκλεψε από έναν άστεγο που περιδιάβαζε τους δρόμους της πατρίδας του, του Μπλάκπουλ. Και την προσάρμοσε τέλεια στο σενάριο ­ ή μάλλον στο αυτοσχέδιο παραλήρημα ­ της ταινίας «Γυμνός» του Μάικ Λι. Οπως και εκείνη την άλλη: «Για πες μου ρε, τι σημαίνει αλήθεια να είσαι εσύ;». Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο βρετανός σκηνοθέτης έχτισε ολόκληρη την ταινία πάνω του. Πάνω σε αυτό το λιτό physique που θυμίζει Μοντιλιάνι: μακρόστενο, αποστεωμένο πρόσωπο, λεπτά χείλη που δεν κλείνουν ποτέ τελείως εξαιτίας μιας ελαφράς ατασθαλίας των άνω δοντιών, μάτια μεγάλα, ακόρεστα, που νομίζεις ότι μπορούν να διεισδύσουν και στο πίσω μέρος του μυαλού σου. Και η μύτη, αχ αυτή η μύτη. Ισως η μοναδική τραυματική εμπειρία των παιδικών χρόνων του στη Βόρειο Αγγλία. «Βρισκόμουν πίσω από το μαγαζί του πατέρα μου, σε ένα ανήλιαγο σοκάκι, και τραβούσα ένα σπαγκάκι, παριστάνοντας ότι στην άκρη του υπήρχε ένας σκύλος, γιατί δεν είχαμε φυσικά αληθινό σκύλο» θυμάται σήμερα εκείνη την αποφράδα ημέρα της ανακάλυψης. «Κατευθυνόμουν προς μια κόκκινη γκαραζόπορτα όταν ξαφνικά κοντοστάθηκα και αναφώνησα: “Μα αυτή είναι η μύτη μου!”. Και το ορκίζομαι, μάρτυράς μου ο Θεός, ότι αυτή είναι η πρώτη μου ανάμνηση. Δεν θα πρέπει να ‘μουν πάνω από τεσσάρων ετών».


Ο Ντέιβιντ Θιούλις γεννήθηκε το 1962 πάνω από το παιχνιδάδικο του πατέρα του. Το δεύτερο από τα τρία παιδιά μιας οικογένειας με δύσληπτο επώνυμο. Κάθε Χριστούγεννα η μητέρα του Μορίν τού έκανε δώρο ένα ημερολόγιο, που όμως εκείνος δεν χρησιμοποιούσε για τα συνήθη γεγονότα μιας καθημερινής ζωής με μπόλικο πόριτζ και γκρίζα σύννεφα. Προτιμούσε να το παραγεμίζει με λέξεις, προτάσεις και ποιήματα. Μια ατέρμονη παιδιάστικη ­ και λίγο αργότερα εφηβική ­ φαντασιοπληξία. «Τον ρωτούσα κάθε τόσο: “Μα τι είναι τέλος πάντων όλα αυτά;”» θυμάται αρκετά χρόνια μετά η Μορίν Θιούλις. «”Κάποια μέρα αυτά θα μου είναι πολύ χρήσιμα” απαντούσε εκείνος. Και ξέρετε κάτι; Νομίζω τελικά ότι, ναι, του αποδείχθηκαν πολύ χρήσιμα». Το μαρτυρά η ίδια η ονειροπόλα φιλμογραφία του (στο «Η ζωή είναι γλυκιά» του Μάικ Λι τον συναντά κανείς μεταξύ άλλων να γλείφει… τη σοκολάτα από τα στήθη της Τζέιν Χόροκ!).


Οχι βέβαια πως τον τράβηξε από νωρίς η υποκριτική. Πρώτα άρχισε τις πρόβες σε ζοφερά υπόγεια παρέα με την πανκ μπάντα του, τους Horror Tackle 1. Οταν πια βαρέθηκε και αυτός ο ίδιος να τους ακούει, μάζεψε το πενιχρό κομπόδεμά του και πήρε τον δρόμο για τη δραματική σχολή. Ο πρώτος του ρόλος θα είναι ένα διαφημιστικό σποτ για την Kellogg’s (παρ’ ότι ουδέποτε υπήρξε φαν των δημητριακών). Εν συνεχεία η συνήθης πορεία του βρετανού ηθοποιού που έχει κάμποσα δράμια ταλέντου να επιδείξει: θέατρο, μικρού μήκους ταινίες για το BBC και αναγκαστική προσγείωση στο ανεξερεύνητο ακόμη τοπίο της αγγλικής κινηματογραφίας.


Μόνο που δεν θα του χρειασθεί και πολύς καιρός για να το λεηλατήσει. Το παρθενικό βραβείο καλύτερου ηθοποιού θα έρθει στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της γαλλικής Ρεμς για το «Journey το Knock» (μα φυσικά παραγωγής BBC). Το 1988 επιστρέφει δριμύτερος με το μεγάλου μήκους «Vroom», φέρνοντας στο κατώφλι του κάθιδρο τον άγνωστο ακόμη εκτός Γηραιάς Αλβιώνος Μάικ Λι. Το 1990 γυρίζουν παρέα το «Η ζωή είναι γλυκιά» (και ας επιμένει ο Μελ Μπρουκς ότι είναι σκυλίσια). Ακολουθούν οι μικρές συμμετοχές του στο «Μοιραίο πάθος» του Λουί Μαλ (1992) και ένα χρόνο αργότερα στη «Δίκη» του Ντέιβιντ Χιου Τζόουνς. Η οικογένειά του θα αναγκασθεί να συμμορφωθεί με τη χρόνια εμμονή του για γυμνές εμφανίσεις πάνω-κάτω στο πλατό. «Ωχ, Θεέ μου!» αναστενάζει κρυφογελώντας η μητέρα του. «Τον έχω δει να το κάνει τόσο συχνά! Είτε εμφανίζεται ολόγυμνος είτε κάνει σεξ! Εχει γίνει το μόνιμο αστείο της οικογένειας: “Χα, χα, ο Ντέιβιντ άρχισε πάλι τα ίδια!”. Μου έχει εξομολογηθεί τη μυστική συνταγή του. Κάθε φορά που πηγαίνει στο σετ βγάζει τα ρούχα του, πλησιάζει τους πάντες και λέει: “Εμπρός, κοιτάξτε με τώρα καλά για να μην έχουμε αργότερα νευρικά γελάκια”».


Και θα αποδειχθεί αρκετά διορατικός γιατί το 1993 θα εμφανισθεί ολότελα «Γυμνός». Ο Λι εμπνέεται από τον Θιούλις, τον ανεκδιήγητο αντιήρωά του, τον Τζόνι. Ενα γενειοφόρο προφήτη του Κακού, σαδιστή, σεξουαλικά αλλοπρόσαλλο, που όμως έχει την ικανότητα να αφυπνίζει την ευγενική φύση όποιου βρίσκεται στον δρόμο του. «Το να είσαι σε θέση να επιτίθεσαι στους πάντες με όλους τους πιθανούς τρόπους πραγματικά σε απελευθερώνει» θα σχολιάσει χαιρέκακα το κινηματογραφικό alter ego του. Ο Τζόνι θα του εξασφαλίσει το βραβείο καλύτερου ηθοποιού στο Φεστιβάλ των Καννών (που ακόμη προσπαθεί να συνέλθει από τη βρετανική επέλαση). Θα του αφήσει όμως για πολύ καιρό κάποια όχι και τόσο χαριτωμένα κατάλοιπα. Η αφομοίωσή του από τον ρόλο ήταν τέτοια που άρχισε να υπνοβατεί, να επιδίδεται σε εντελώς ακατάληπτες τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, να χάνει την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. «Είχαμε αρχίσει να φοβόμαστε ότι του έστριψε» θα παραδεχθούν φίλοι και γνωστοί του.


Αμέσως μετά τις Κάννες του τηλεφώνησε ο ατζέντης του. «Πρέπει να πας στο Λος Αντζελες. Τώρα! Ολοι θέλουν να μάθουν ποιος είναι επιτέλους αυτός για τον οποίο δεν είχαν ποτέ ξανακούσει». Η απάντηση του Θιούλις, αρκετά ενδεικτική της χαμηλού προϋπολογισμού κοσμοθεωρίας του: «Ξέρεις, Μάικλ, δεν γίνεται να πάω. Είμαι αδέκαρος». Επιστρατεύτηκε μια προκαταβολή και η εργατική τάξη της Βρετανίας βρέθηκε στα μεγάλα στούντιο που ποτέ δεν έπαψαν να διψούν για εγγλέζικο αίμα.


Το 1994 είναι ο λίαν γοητευτικός ταξιτζής του «Black Beauty», ενώ ένα χρόνο μετά είναι ο γιατρός του Restoration (δίπλα στον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ). Αποφασίζει ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου και περνά πίσω από την κάμερα με το μικρού μήκους «Hello, Hello, Hello?» (σ.σ.: η συνήθης αντίδραση των παραδοσιακών βρετανών αστυνομικών απέναντι σε δύσκολες καταστάσεις). Δεν θα τα καταφέρει και άσχημα. Γιατί η Βρετανική Ακαδημία των Κινηματογραφικών και Τηλεοπτικών Ηθοποιών τού επιφυλλάσσει ήδη ένα βραβείο σκηνοθεσίας. Εν τω μεταξύ δεν έχει σταματήσει να γράφει ποίηση (όχι πλέον μόνο σε παιδικά ημερολόγια) και να ζωγραφίζει (εμφανείς οι επιδράσεις από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό). Σε λίγο θα βρεθεί στο πλευρό του προ-Τιτανικού Ντι Κάπριο για μια κυριολεκτικά «Καταραμένη Σχέση» (άλλο αν η ταινία μόλις αφίχθη στην Ελλάδα). Η σκηνοθέτις Ανιέσκα Χόλαντ επεφύλλασσε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, του Αρθούρου Ρεμπό και του Πολ Βερλέν στους Ρίβερ Φίνιξ και Τζον Μάλκοβιτς αντίστοιχα. Ο πρόωρος θάνατος όμως του πρώτου ανέτρεψε τα σχέδια, ο Μάλκοβιτς αποκαρδιώθηκε και οι ρόλοι πέρασαν στους Ντι Κάπριο και Θιούλις, φαινομενικά το πιο αταίριαστο δίδυμο από καταβολής κάστινγκ.


Και ενώ αρνείται ένα ρόλο στο «Φονικό Οπλο», ο Θιούλις δίνει το ΟΚ για το «Dragonheart» («όπου υποδύθηκα έναν μοχθηρό τύραννο με μια ηλίθια περούκα» δίπλα στον Ντένις Κουέιντ και τη φωνή του Σον Κόνερι), το «Νησί του Δόκτορος Μορό» όπου θα έχει συμπρωταγωνιστή τον Μάρλον Μπράντο («ίσως η μοναδική φορά που αισθανόμουν ότι ήθελα να τα παρατήσω. Τουλάχιστον η εμπειρία αυτή με έμαθε τι στο διάολο είναι αυτή η βιομηχανία») και το «Επτά χρόνια στο Θιβέτ» (επικές ορειβασίες δίπλα στον Μπραντ Πιτ). Φέτος επανήλθε με τους Αδελφούς Κοέν και το «The Big Lebowski», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει σβήσει από το καρνέ του το τηλέφωνο του Μάικ Λι.


Η προσωπική του ζωή δεν έχει απασχολήσει κανέναν. Ούτε οι βρετανικές ταμπλόιντ δεν καταδέχονται να ασχοληθούν μαζί του. Εξάλλου είναι εδώ και καιρό παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Σάρα Σούγκαρμαν. Ισως όμως το μεγαλύτερο «μειονέκτημά» του είναι αυτό που τού είχε επισημάνει ο σκηνοθέτης του «Επτά χρόνια στο Θιβέτ» Ζαν Ζακ Ανό: «Εχεις το σώμα ενός διανοούμενου». Ο Θιούλις το σκέφτηκε λίγο και φώναξε από μέσα του: «Εντάξει, ευχαριστώ για τα καλά λόγια. Δεν θα ήταν όμως προτιμότερο να έχω το μυαλό ενός διανοούμενου;». Επτά πράγματα που θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζετε γι’ αυτόν 1 Τα γυρίσματα ποτέ δεν τον εμπόδισαν να γράφει ποίηση. Παραθέτουμε ένα μικρό δείγμα της τέχνης του αυτής (το οποίο βεβαίως στα ελληνικά χάνει πολύ από το σφρίγος του). Ε… Ναι… Είχαν «κλείσει» το φεγγάρι να εμφανισθεί σε αυτό το ποίημα Αλλά εξαιτίας του στρες και του υπερβολικού φόρτου εργασίας, εξαιτίας πολλαπλών εμφανίσεων σε σονέτα και χαϊκού, θα είναι πολύ δύσκολο να εκφράσω πόσο πολύ μου αρέσεις… (απόσπασμα από το) Ερωτικό ποίημα του Ντέιβιντ Θιούλις 2 Είναι επαγγελματίας χορτοφάγος. 3 Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ και ο Μάρτιν Σκορσέζε πέρασαν ένα ολόκληρο βράδυ συζητώντας για τον «Γυμνό» του Μάικ Λι. 4 Στο Χόλιγουντ έγινε «κολλητός» με ένα από τα διαχρονικά είδωλά του, την Τζένιφερ Τζέισον Λι. 5 Λίγο προτού αρχίσουν επισήμως τα γυρίσματα του «Δόκτορος Μορό» ο Μάρλον Μπράντο και ο Βαλ Κίλμερ τού ψιθύρισαν στο αφτί: «Ντέιβιντ, πήγαινε σπίτι σου. Δεν είναι καλό να μετάσχεις σε αυτήν την ταινία. Είναι καταραμένη». 6 Στα γυρίσματα του «Dragonheart» έμαθε για τις ανάγκες του ρόλου του ξιφασκία και ιππασία. Και ήταν πολύ ευτυχής που δεν του έκαναν μαθήματα δύο μεσοαστές Αγγλίδες αλλά δύο Κροάτες που απλά τον ανέβασαν πάνω στο άλογο και του ανακοίνωσαν: «Τώρα θα κάνουμε μια βόλτα στο δάσος». 7 Οταν βρέθηκε στην Αργεντινή, παρέα με τον Μπραντ Πιτ, για τις ανάγκες του «Επτά χρόνια στο Θιβέτ», απήλαυσε με την ησυχία του το γεγονός ότι ουδείς τον γνώριζε. Ετρεχε σε καφενεία για να πιάσει κουβέντα με τον κόσμο ενώ ο δυστυχής Μπραντ τα έλεγε με το κινηματογραφικό συνεργείο.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version