Πενήντα χρόνια κλείνει φέτος το μικρό οινομαγειρείο στους Αμπελόκηπους. Πίσω από το ένα πέταλο του γηπέδου της λεωφόρου Αλεξάνδρας, εκεί στο μακρινό 1956, ένα ζευγάρι με δύο μικρά πότε παιδάκια, η κυρία Κούλα, ο κύριος Κώστας, με τον Γιώργο και τη Χρυσούλα αγοράζουν δύο σπιτάκια με κεραμίδια και μία μικρή αυλή.

Η κυρία Κούλα αρχίζει να πουλάει τις Κυριακές σουβλάκια για τους φιλάθλους όταν ο Παναθηναϊκός παίζει στο γήπεδό του, προσπαθώντας να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημα του πατέρα που δούλευε οδηγός σε φορτηγό.

Από το 1962 στη μικρή αυλή αρχίζει να σερβίρει κολατσιό και κρασάκι στους κατοίκους των Κουντουριώτικων, στους παίκτες και στους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, στους υπαλλήλους της Δημαρχίας και στους επισκέπτες των φυλακών Αβέρωφ.

Τα χρόνια περνούν και το κουτουκάκι των Αμπελοκήπων γίνεται τη δεκαετία του ’70 φοιτητικό στέκι, με το υπέροχο φαί, το καλό κρασί και τις πραγματικά φοιτητικές τιμές.

Το καλοκαίρι η μικρή αυλή και το χειμώνα το ένα από τα δύο σπιτάκια, στο άλλο μένει η οικογένεια, γεμίζουν από κόσμο που στα 10-12 τραπεζάκια τρώει ντολμαδάκια, κεφτεδάκια, συκωτάκια ψιλοκομμένα, μπακαλιάρο σκορδαλιά, σαλάτα, τις περίφημες τηγανιτές πατάτες και το πάντα καλό βαρελίσιο κρασί. Όλα ζεστά και αυθεντικά που τα φτιάχνει και τα τηγανίζει η κυρία Κούλα και τα σερβίρουν ο κύριος Κώστας, ο διανοούμενος ανηψιός Νίκος «Ξανθομπάμπουρας» και ο Γιώργος όταν τελειώνει η βάρδιά του στο ταξί.

Τα χρόνια περνούν και όταν το 1986 φεύγει από τη ζωή ο κύριος Κώστας, ο Γιώργος και αργότερα ο Γιάννης, ο σύζυγος της αδελφής του Χρυσούλας μπαίνουν στη δουλειά και με την καθοδήγηση της κυρίας Κούλας τρέχουν τη «Θύρα».

Το καλοκαίρι του 2011 η κυρία Κούλα πεθαίνει και ο Γιώργος προσπαθεί να ξεπεράσει την απώλεια της μητέρας του δουλεύοντας. Οι φοιτητικές παρέες, οι φίλαθλοι του Παναθηναϊκού αλλά και αυτοί του Ολυμπιακού καθώς και οι οικογένειες από όλη την Αθήνα συνεχίζουν να γεμίζουν τη Θύρα 13, όπως ξέρουν πια όλοι το Οινομαγειρείο. Η παλιά σιδερένια πόρτα της αυλής ανοίγει αυστηρά στις 8:30 κάθε βράδυ εκτός της Κυριακής. Στους δύο έχει προστεθεί πλέον ο ξάδελφος Γιώργος και ο βαπτισιμιός Πέτρος.

Οι τέσσερις άνδρες πιστοί στην παράδοση συνεχίζουν να σερβίρουν τα πέντε πιάτα που έχουν κάνει γνωστό σε όλους τους καλοφαγάδες το «Τριφύλλι».

Και ποιος δεν έχει δοκιμάσει τις περίφημες τηγανητές πατάτες και τα κεφτεδάκια της Θύρας; Διανοούμενοι και ηθοποιοί από την Ελλάδα και την Ευρώπη, η συντακτική ομάδα του περιοδικού ΑΝΤΙ που έτρωγε σε αυτό από τη Μεταπολίτευση έως το κλείσιμό του, λογοτέχνες, σκηνοθέτες, το σύνολο σχεδόν της ντόπιας διανόησης, δημοσιογράφοι και κριτικοί κινηματογράφου και προπάντων οι φοιτητές έχουν να διηγηθούν κάτι από την κυρία Κούλα και τον πάντα πρόσχαρο να εξυπηρετήσει Γιώργο. Ειδικά οι τελευταίοι έχουν να θυμούνται την κυρία Κούλα να τους διώχνει όταν πια η ώρα πλησίαζε μεσάνυχτα.

Πενήντα χρόνια Τριφύλλι. Ένα μαγαζί από τη δεκαετία του ’50. Όταν η Αθήνα ήταν τελείως διαφορετική, όταν στις συνοικίες της πρωτεύουσας έπαιζαν τα παιδιά και στις αυλές ακούγονταν οι συνομιλίες των ενηλίκων και τα τραγούδια του Μίκη, του Μάνου και των μεγάλων του ρεμπέτικου.