Η δυνατότητα της επόμενης Βουλής να κινήσει τις σχετικές διαδικασίες για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών παραμένει, γιατί τα αδικήματα αυτά δεν έχουν παραγραφεί, υπογραμμίζει ο βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ και πρώην πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Χαρ. Αθανασίου. Μιλώντας στο «Βήμα», ο κ. Αθανασίου εξηγεί γιατί δεν ευσταθούν τα επιχειρήματα περί ακύρωσης του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης που έχει συνάψει η χώρα, προσθέτοντας ωστόσο ότι μπορεί να υπάρξει επιτυχής επαναδιαπραγμάτευσή τους, έτσι ώστε να μην επιβαρυνθούν και άλλο στο μέλλον οι μισθοί και οι συντάξεις.

Η προεκλογική περίοδος φαίνεται ότι θα εξαντληθεί συζητώντας για τη δανειακή σύμβαση και τη δυνατότητα καταγγελίας της. Μπορεί πράγματι να καταγγελθεί;

«Η δανειακή σύμβαση υπογράφηκε μεταξύ της Ελλάδας ως δανειζομένης, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως δανειστών, αφετέρου.
Με τη σύμβαση αυτή συμφωνήθηκε ότι οι δανειστές μας θα παρέχουν, τμηματικά, δανειακές διευκολύνσεις, υπό τον όρο ότι από την πλευρά της Ελλάδας θα πληρούνται, προηγουμένως, ορισμένες προϋποθέσεις, αναγόμενες κυρίως στη σταδιακή μείωση του δημοσίου ελλείμματός της. Οι δανειστές μας δεν μπορούν να μας υποχρεώσουν με ένδικα μέσα (αγωγή κτλ.) να μειώσουμε το έλλειμμα. Αντίθετα, πρώτα εμείς πρέπει να εκπληρώσουμε το βάρος, δηλαδή τη μείωση του ελλείμματος, οπότε στη συνέχεια ενεργοποιείται η υποχρέωση των δανειστών μας προς παροχή των δανειακών διευκολύνσεων που έχουν αναλάβει».

Ωστόσο οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ επιμένουν ότι μπορεί να ακυρωθεί και να καταγγελθεί…
«Είναι τοποθετήσεις που γίνονται προς εντυπωσιασμό και μόνο, αφού όσοι μιλούν για «καταγγελία» αγνοούν την έννοια και τις συνέπειές της. Προφανώς, εννοούν τη μονομερή μη εκπλήρωση εκ μέρους της χώρας μας των αναληφθέντων βαρών (μειώσεων του δημοσίου ελλείμματος), που αποτελούν τις προϋποθέσεις της χρηματοδότησης των αναγκών της χώρας μας ως δανειζομένης».

Ποιες είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας «καταγγελίας»;
«Ούτε αυτό το έχουν σκεφθεί όσοι προσπαθούν να εντυπωσιάζουν με ρητορείες περί «καταγγελίας» ή «ακυρότητας» της σύμβασης. Στην πραγματικότητα θα πρόκειται για μια υπαναχώρηση από τη σύμβαση, με συνέπεια την ανατροπή της εξ υπαρχής, δηλαδή από της καταρτίσεώς της (ex tunc) και όχι για το μέλλον (ex nunc). Σε μια τέτοια περίπτωση η Ελλάδα, ως δανειζομένη, θα υποχρεωθεί να επιστρέψει τις μέχρι τότε ληφθείσες παροχές από τους δανειστές, είτε βάσει των συμβατικών υποχρεώσεών της (αν θεωρηθεί ως ισχυρή μέχρι τότε η δανειακή σύμβαση) είτε κατά τους κανόνες του αδικαιολογήτου πλουτισμού (αν θεωρηθεί ως γενικώς ανίσχυρη η δανειακή σύμβαση, λόγω της μη εκπλήρωσης των βαρών της δανειζόμενης Ελλάδας, νοουμένων ως διαλυτικών αιρέσεων).
Αντιλαμβάνεστε πού θα οδηγήσουν τη χώρα όσοι στον βωμό της ψηφοθηρίας και του εντυπωσιασμού ομιλούν για «καταγγελίες» και άλλα ανέξοδα. Είναι ανεπίτρεπτο, είναι ανεύθυνο να επενδύουν στην αγανάκτηση του μαστιζόμενου από την οικονομική ανέχεια λαού και να τον παραπλανούν με ανώφελους εντυπωσιασμούς».

Η επαναδιαπραγμάτευση είναι μια ρεαλιστική λύση για τη βελτίωση του μνημονίου;
«Αυτό που ο Αντώνης Σαμαράς από την πρώτη στιγμή τόνισε είναι η μόνη εφικτή και συμφέρουσα για τη χώρα μας λύση. Λύση που και την παραμονή μας στο ευρώ εξασφαλίζει και τα επιβληθέντα βάρη περιορίζει. Η λύση αυτή είναι η επαναδιαπραγμάτευση των όρων εκείνων της σύμβασης που και τον λαό θα ανακουφίσουν και στην ανάπτυξη της χώρας θα συμβάλουν. Σήμερα έχουμε μια μεταβολή των συνθηκών συγκριτικά με εκείνες τις συνθήκες που επικρατούσαν το 2010 και οι αλλαγές είναι και εφικτές και επιβεβλημένες μέσα σε ένα νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον που ήδη έχει αλλάξει και συνεχώς αλλάζει. Η λύση αυτής της διαπραγμάτευσης είναι λύση πολιτική και εύχομαι και ελπίζω να επιτύχει, γιατί αν αποτύχει είναι αμφίβολο αν η όποια νομική λύση θα μας ικανοποιεί».
Και τι μπορούμε να ελπίζουμε με τη διαπραγμάτευση;
«Πάγωμα των μισθών, μέχρις ότου οι συνθήκες επιτρέψουν τη βελτίωσή τους. Θα έχουμε όμως άμεση ενίσχυση των χαμηλόμισθων, των χαμηλοσυνταξιούχων και των πολυτέκνων. Μείωση της φορολογίας και προσέλκυση επενδυτών κάτω από την προστασία της ευρωπαϊκής ομπρέλας, αύξηση των θέσεων εργασίας, κατάργηση του «χαρατσιού» της ΔΕΗ κ.ά. Μην ξεχνάτε ότι ο κ. Σαμαράς δεν περιέγραψε τα προβλήματα της χώρας και του λαού, όπως έπραξαν και πράττουν άλλοι, αλλά έχει λύσεις, έχει έτοιμες λύσεις για την επίλυσή τους».

Ποιες είναι οι προτεραιότητες που θα πρέπει να έχει η νέα κυβέρνηση;
«Στις άμεσες προτεραιότητές μας ήταν και είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος. Η αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, ώστε όλοι οι πολίτες να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο και έτσι να σταματήσει η ατιμωρησία των ενόχων. Ολοι οι πολίτες πρέπει να νιώθουν ότι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο. Η εμπέδωση του αισθήματος δημόσιας ασφάλειας, με την αυστηρή τιμωρία όσων προκαλούν έκτροπα κατά τις δημόσιες συναθροίσεις και πορείες. Δεν νοείται μια δημοκρατική ευνομούμενη χώρα να μη διαθέτει αποτελεσματικούς κατασταλτικούς-διωκτικούς μηχανισμούς. Η ριζική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των λαθρομεταναστών. Η επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης και πολλά άλλα».

Τώρα, με το κλείσιμο της τελευταίας Βουλής, της Βουλής των 48 ωρών, παραγράφονται τα ενδεχόμενα αδικήματα που έχουν διαπραχθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση;
«Για να παραγραφούν τα αδικήματα των πολιτικών προσώπων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της περιόδου της προηγούμενης Βουλής, πρέπει να παρέλθουν δύο τακτικές σύνοδοι της επόμενης Βουλής και στη συγκεκριμένη περίπτωση, δύο σύνοδοι της Βουλής που ήδη διαλύθηκε. Αφού όμως η Βουλή αυτή δεν λειτούργησε, δεν μπορεί να γίνει λόγος για παραγραφή (απόσβεση) των τυχόν διαπραχθέντων αδικημάτων πολιτικών προσώπων. Παραμένει συνεπώς η δυνατότητα της επόμενης Βουλής που θα προκύψει από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου να κινήσει τις σχετικές διαδικασίες».

Γιατί απέτυχε ο σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής ενότητας;
«Αν προσέξετε τις δημόσιες τοποθετήσεις του κ. Σαμαρά, θα διαπιστώσετε ότι πάντα προτάσσει το δημόσιο συμφέρον, το συμφέρον της χώρας, και μετά το στενά κομματικό συμφέρον, και αυτό είναι που τον ξεχωρίζει.
Το ίδιο έπραξε και κατά τις διερευνητικές εντολές για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Δεν επιδίωξε για τον εαυτό του τίποτα. Δεν έκανε προσωπική στρατηγική. Προέταξε το συμφέρον της χώρας. Πολύ θα ήθελα όλοι οι Ελληνες να διαβάσουν την πρώτη ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα. Ηταν μια ομιλία εθνικού ηγέτη και όχι κομματικού. Μια ομιλία ενός σύγχρονου πολιτικού, μάθημα πολιτικής δεοντολογίας για τους νεότερους πολιτικούς. Μια ομιλία και μια τοποθέτηση πολιτικού πολιτισμού, σε μια περίοδο που κατέρρεε η νοηματοδότηση του πολιτικού βίου και των πολιτικών ιδεολογιών. Χωρίς την αντίληψη αυτή από όλους τους πολιτικούς αρχηγούς ήταν βέβαιο ότι θα αποτύχει η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης. Σε μερικά κόμματα ταιριάζει η ανευθυνότητα του αντιπολιτευτικού λόγου και όχι η ανάληψη ευθυνών, γι’ αυτό και η ανέξοδη επένδυση στην πολυγλωσσία».

Πώς κρίνετε την επάνοδο-επανένταξη στη Νέα Δημοκρατία της κυρίας Μπακογιάννη;
«Στο πλαίσιο της πιο πάνω αντίληψης του Αντώνη Σαμαρά για το πώς εννοεί το συμφέρον της πατρίδας, προέβη στο κάλεσμα της συστράτευσης όλων των προοδευτικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων με μόνο στόχο τη σωτηρία της χώρας. Η κυρία Μπακογιάννη είναι ένα ικανό και έμπειρο πολιτικό πρόσωπο, το οποίο είναι βέβαιο ότι θα συμβάλει αποφασιστικά στην επίτευξη του πιο πάνω στόχου. Πάνω απ’ όλα όμως, απαιτείται αυτό που ο πρόεδρος κατ’ επανάληψη έχει τονίσει, δηλαδή συνεννόηση όλων των πολιτικών δυνάμεων που προσβλέπουν στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό και στην ανάπτυξη της χώρας, και ευρεία κοινωνική συναίνεση».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ