Μπορεί στο ελληνικό φολκλόρ οι ωραίοι να έχουν χρέη, όπως όμως μας θυμίζει ο ποιητής, ο εχθρός των ωραίων – και των αθώων – είναι ο χρόνος. Και μπορεί ο Γέιτς να μην είχε στον νου του την Ελλάδα, η νέα κυβέρνηση ωστόσο είναι φανερό ότι μάχεται με τον χρόνο.

Δεν είναι τόσο οι περιορισμοί που βάζει ο κ.Σαμαράς – θα δούμε πόσο θα αντέξουν. Είναι πολύ περισσότερο το ότι πάνω που αρχίσαμε να πιστεύουμε ότι θα πάρουμε μια βαθιά ανάσα με τη Συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου, βλέπουμε τώρα ότι και αυτή κινδυνεύει να ξεπεραστεί από την κρίση στο ευρώ.

Ο λόγος είναι απλός. Οταν εννέα χώρες της ευρωζώνης είναι αντιμέτωπες με απαγορευτικά επιτόκια που φτάνουν και το 7%, πώς μπορούμε να περιμένουμε ότι θα συνεχίσουν να δανείζουν την Ελλάδα και μάλιστα με επιτόκια κοντά στο 3%; Και αυτό με την προϋπόθεση ότι δεν θα σκάσει η Ιταλία, γιατί τότε όλα τα χρήματα του ταμείου δεν θα φτάνουν ούτε για ζήτω! Αν δεν βρεθεί λοιπόν συνολική λύση και δεν επιτραπεί για παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να τυπώσει χρήμα, αν δεν πειστεί με άλλα λόγια η κυρία Μέρκελ να εγκαταλείψει την αυτοκαταστροφική πολιτική της, κινδυνεύουμε να βρεθούμε πάλι σε αδιέξοδο.

Ετσι κι αλλιώς πάντως ο αγώνας μας ήταν εξαρχής μια μάχη απέναντι στον χρόνο. Γιατί, βέβαια, αν όλα τελικώς πάνε καλά, αν ξεπεράσουμε τον μεγάλο κάβο και καταφέρουμε να πάρουμε τα 80(!) δισεκατομμύρια που προβλέπονται για τον Μάρτιο, τότε στην πραγματικότητα θα έχουμε αγοράσει χρόνο. Αυτόν που χρειαζόμαστε για να πραγματοποιήσουμε όλες τις αναγκαίες αλλαγές που θα μας επιτρέψουν να απεξαρτηθούμε από τους κοινοτικούς πόρους.

Εδώ όμως ταιριάζει ο δεύτερος επιθετικός προσδιορισμός του ποιητή: οι αθώοι. Η συζήτηση στη Βουλή για την ψήφο εμπιστοσύνης αποκάλυψε με τον πιο γλαφυρό τρόπο πόσο πολύ παραμένουμε αθώοι, πόσο δεν έχουμε καταλάβει ή παριστάνουμε ότι δεν έχουμε καταλάβει το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε. Τι για «μπέσα» ακούσαμε, τι για κυβέρνηση περιορισμένης ευθύνης, τι για όρους και προϋποθέσεις – είναι φανερό ότι πολλοί εξακολουθούν να επενδύουν σε χίμαιρες, στην ψευδαίσθηση ότι μετά τις εκλογές ένας άλλος δρόμος θα ανοίξει που θα μας επιτρέψει χωρίς πόνο να προχωρήσουμε.

Οχι από τον κ. Παπαδήμο βέβαια. Η ομιλία του – λίγο πιο τεχνοκρατική ίσως και σε πιο χαμηλούς τόνους από ό,τι ορισμένοι ενδεχομένως θα ήθελαν – έβαλε με απόλυτη σαφήνεια τα πραγματικά διλήμματα που έχουμε μπροστά μας απογυμνώνοντας όλη αυτή την παραφιλολογία περί τρομοκρατίας των πολιτών με το ευρώ. Δεν είναι εκβιασμός, είπε, είναι η αλήθεια. Και αυτή μπορεί να αποδειχθεί η πιο σημαντική προσφορά της κυβέρνησής του.

Μην παρεξηγηθούμε. Η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης για την υλοποίηση της Συμφωνίας του Οκτωβρίου αποτελεί από μόνη της κορυφαίο στόχο – εκ των ων ουκ άνευ για την αποφυγή της χρεοκοπίας. Θα τον σπαταλήσουμε όμως αν δεν αλλάξουμε πολιτική και συμπεριφορές. Τα κόμματα ωστόσο δεν μπορούν πια να πείσουν τους πολίτες. Η αξιοπιστία τους βρίσκεται κάτω από το μηδέν.

Ο κ. Παπαδήμος αντιθέτως μπορεί. Οσο και αν λογής λογής κύκλοι έχουν ξεκινήσει έναν ασυνάρτητο πόλεμο συνωμοσιολογίας εναντίον του, ο νέος πρωθυπουργός δεν κουβαλά τη φθορά του παρελθόντος και έχει την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης. Αρκεί να μην περιοριστεί στον ρόλο του διαπραγματευτή αλλά να βγει ο ίδιος μπροστά και να απευθυνθεί στους πολίτες. Ισως τότε πράγματι η κυβέρνησή του να αποτελέσει γέφυρα. Οχι απλώς ανάμεσα σε δύο «πολιτικές» κυβερνήσεις αλλά ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς πολιτικούς πολιτισμούς!