Πρωτομαγιά

Ερχομαι από μια άλλη εποχή. Που την Πρωτομαγιά τη γιορτάζαμε στην εξοχή, μαζεύοντας λουλούδια και φτιάχνοντας κάθε οικογένεια το στεφάνι της

Πρωτομαγιά

Στεκόμουν στον μικρό περιποιημένο κήπο και το απολάμβανα. Μεγάλωσα σε πολυκατοικία, σε έναν δρόμο δίχως πράσινο. Θυμάμαι τις επισκέψεις σε σπίτια συγγενών που είχαν κήπους σαν αυτόν. Υπάρχουν ακόμα τέτοια σπίτια και εγώ πάντα ζηλεύω τους ιδιοκτήτες τους. Ενα γιασεμί, μερικές ίριδες λευκές, μοβ ή κίτρινες, μια τριανταφυλλιά από εκείνες με τα άνθη τα τεράστια και μοσχοβολιστά, είναι αρκετά για να αλλάξουν τη διάθεσή μου. Ερχομαι από μια άλλη εποχή. Που την Πρωτομαγιά τη γιορτάζαμε στην εξοχή, μαζεύοντας λουλούδια και φτιάχνοντας κάθε οικογένεια το στεφάνι της.

Σήμερα το αγοράζουμε έτοιμο, ελάχιστοι μπαίνουν στον κόπο να το κατασκευάσουν – οι περισσότεροι δεν παίρνουμε καν στεφάνι. Ομολογώ πως μια χρονιά που το επιχείρησα, το αποτέλεσμα ήταν αποκαρδιωτικό, έμεινα μετεξεταστέος στην τέχνη της ανθοδετικής. Μόνο εγώ; Εντοιχισμένοι στην πόλη, ξεχάσαμε ακόμα και πώς μύριζε κάποτε ο Μάης.

Στον κήπο του φιλικού σπιτιού, εκεί όπου οι μυρωδιές επέμεναν, θυμήθηκα όμως πως υπάρχει ακόμα η άνοιξη, όσο και αν έχουμε προσπαθήσει να την εξαφανίσουμε, όσο και αν λέμε πως καταργήθηκαν πια οι εποχές. Πίσω στο σπίτι πρόσεξα μια σχεδόν συγκινητική εικόνα: Στο απέναντι μπαλκόνι έχουν τοποθετήσει σίδερα από πάνω ως κάτω για τον φόβο των διαρρηκτών.

Πίσω από τα κάγκελα, σε μια ζαρντινιέρα, είχαν ανθίσει τέσσερις κόκκινες τουλίπες. Ισοϋψείς, η μία δίπλα στην άλλη, έμοιαζαν με τροφίμους φυλακών πίσω από σιδερόφραχτα παράθυρα – θύματα δικαστικής πλάνης, με πραγματικό ένοχο τον χειμώνα που τα ξεραίνει όλα; Ενας Ντίσνεϊ θα μπορούσε να στήσει ολόκληρο νούμερο με αυτή την εικόνα, δίνοντας στα λουλούδια ζωή, βάζοντάς τα να τραγουδούν, να χορεύουν κ.λπ.

Με παιχνιδιάρικη και ρομαντική συνάμα διάθεση, άρχισα να ψάχνω σχετικά κείμενα και ποιήματα. Βρήκα πολλά, από το «ρετρό» «Eις του Mαΐου τους φαιδρούς κ’ ευώδεις παραδείσους» του Αχιλλέα Παράσχου, έως την «Πρωτομαγιά» («Πιάνω την άνοιξη με προσοχή και την ανοίγω…») του Οδυσσέα Ελύτη.

Στάθηκα στο «Corinna’s Going A-Maying» του Ρόμπερτ Χέρικ, που το διάβαζα για πρώτη φορά. Μεταφράζω βιαστικά και πρόχειρα μερικούς στίχους: «Ας πάμε, όσο είμαστε ακόμα νέοι/ και ας γευτούμε την αθώα τρέλα αυτής της εποχής!/ (…) Η ζωή μας είναι σύντομη, και οι μέρες μας φεύγουν/ τόσο γρήγορα όσο ο ήλιος στον ουρανό./ Και όπως ο ατμός ή μια σταγόνα βροχής,/ που μόλις χαθούν, δεν θα υπάρξουν ποτέ ξανά,/ έτσι, όταν εσύ ή εγώ γίνουμε/ παραμύθι, τραγούδι, ή φευγαλέα σκιά,/ όλη η αγάπη, όλη η τρυφερότητα, όλη η χαρά/ θα χαθεί μαζί μας στην αιώνια νύχτα./ Γι’ αυτό, όσο μας το επιτρέπει ο χρόνος/ έλα, Κορίνα μου, ας πάμε να γιορτάσουμε τον Μάη!».

Εκεί που βουτηγμένος στην ποίηση σχεδόν μύριζα τον Μάη μέσα στην έρημο του δωματίου μου, τηλεφώνησε η Αννα. Με φωνή βραχνή, παραμορφωμένη από τις εποχικές αλλεργίες, μου ζήτησε να της πάω μερικά αντιισταμινικά, «γιατί έχω πρηστεί και ντρέπομαι να βγω έξω». Μετά άρχισε να βρίζει τα δέντρα, τις κάμπιες, τα λουλούδια, τις μέλισσες που τα επικονιάζουν, τον ήλιο, τη χλωροφύλλη… «Ελα, Κορίνα μου – έστω Αννα μου –, ας πάμε να γιορτάσουμε τον Μάη!» ήθελα να της πω για να της αλλάξω τη διάθεση, αλλά πού να τολμήσω. Τελικά, δεν είναι για όλους η άνοιξη.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.