Υπάρχει ακόμη χρόνος για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης

Η επιχειρηματική κοινότητα έχει την ευκαιρία το αμέσως επόμενο διάστημα να σχεδιάσει επενδύσεις που θα αναβαθμίσουν τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό, ο οποίος προβλέπεται σκληρότερος στο μέλλον

Υπάρχει ακόμη χρόνος για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης

Το 2026 είναι η τελευταία χρονιά του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Και εξελίσσεται ήδη μια δημόσια συζήτηση για το εάν η Ελλάδα πέτυχε τους στόχους της αφενός ως προς την απορρόφηση και αφετέρου ως προς την αποτελεσματικότητα των σχεδίων που χρηματοδοτήθηκαν. Η αποτίμηση είναι θεμιτή, αναγκαία, αλλά αυτή τη στιγμή η χρησιμότητά της αφορά πρώτα από όλα το τι μπορούμε να κάνουμε στον χρόνο που απομένει – χρόνο λίγο αλλά όχι απαγορευτικό για να βελτιωθούν οι επιδόσεις και να μεγιστοποιηθεί η μακροπρόθεσμη θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία.

Το ζήτημα της απορρόφησης δεν αφορά μόνο τη χώρα μας. Οι δυσκολίες ήταν από την αρχή γνωστές. Το ΤΑΑ είχε δομηθεί πάνω σε ένα εξαιρετικά αυστηρό χρονοδιάγραμμα και σε εξίσου αυστηρές προδιαγραφές για τη διοχέτευση των πόρων του – τόσο στο σκέλος των επιδοτήσεων όσο και σε εκείνο των δανείων. Για παράδειγμα, τουλάχιστον το 20% των κονδυλίων έπρεπε να κατευθυνθεί σε έργα ψηφιακής μετάβασης και τουλάχιστον 37% στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Κι αυτό δεν τέθηκε ως οδηγία αλλά ως νομική προϋπόθεση για την άντληση των πόρων. Μέχρι σήμερα, για την Ελλάδα έχει εκταμιευθεί το 65% των διαθέσιμων κονδυλίων από τα περίπου 36 δισ. ευρώ που της αναλογούν. Η Πορτογαλία – μια συγκρίσιμη χώρα – είναι στο 62% από 22 δισ. ευρώ, γιατί η Ελλάδα έλαβε την υψηλότερη κατανομή στο πλαίσιο του ΤΑΑ ως ποσοστού του ΑΕΠ.

Κάθε ευρώ επενδύσεων μέσω του ΤΑΑ είναι κρίσιμο για τη χώρα μας. Οι εκτιμήσεις στον νέο Πολυετή Δημοσιονομικό Προγραμματισμό φανερώνουν ότι το ΤΑΑ είναι ο κινητήριος μοχλός της οικονομίας, στηρίζοντας και την επενδυτική δραστηριότητα και την ανάπτυξη. Οι επενδύσεις, μετά την εκπνοή του, αναμένεται να παραμείνουν σταθερές, ύστερα από το 2028, ακολουθώντας μια εκτίναξη άνω του 10% την επόμενη χρονιά. Επομένως, η οικονομία θα κινηθεί μελλοντικά στα επίπεδα που θα κατακτήσει με την ολοκλήρωση των έργων του ΤΑΑ – δημόσιων και ιδιωτικών.

Ταυτόχρονα, η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί στις επενδύσεις έναντι των ευρωπαίων εταίρων, την ώρα που η Ευρώπη (αλλά και οικονομικές υπερδυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα) ρίχνει όλο το βάρος της στην αύξηση των επενδύσεων και ανταγωνίζεται σκληρά για την προσέλκυσή τους. Η έκθεση Ντράγκι έχει θέσει ως στόχο για την Ευρώπη η επενδυτική δραστηριότητα να φτάσει το 27% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα, παρά τη σημαντική πρόοδο από το 11% του 2019, και με στήριξη από το ΤΑΑ, αναμένεται να κινηθεί στο 17% του χρόνου. Είναι φανερό πως ναι μεν γίνονται προσπάθειες, ναι μεν αποδίδουν, αλλά απαιτείται να πολλαπλασιαστούν, γιατί δεν θα βρεθούν εύκολα ξανά ευκαιρίες και κεφάλαια αντίστοιχα με αυτά που διέθεσε η Ευρώπη για την ανάκαμψη από την πανδημία, ούτε μια αντίστοιχα προνομιακή κατανομή τους για τη χώρα μας.

Oι πρώτοι οκτώ μήνες του 2026 είναι και οι τελευταίοι για το δανειακό σκέλος του ΤΑΑ, το οποίο έχει μια σημαντική διαφορά από το σκέλος των επιδοτήσεων. Ενώ δηλαδή τα επιδοτούμενα έργα πρέπει να ολοκληρωθούν μέσα στο τελευταίο αυτό έτος του προγράμματος, για τις χορηγήσεις αρκεί η σύναψη της δανειακής σύμβασης μέχρι το τέλος Αυγούστου, ενώ η εκτέλεση και οι αντίστοιχες εκταμιεύσεις μπορούν να ακολουθήσουν, στηρίζοντας την ανάπτυξη της οικονομίας και τα επόμενα χρόνια. Συνολικά, για χαμηλότοκα επιχειρηματικά δάνεια είχαν προϋπολογιστεί 15,4 δισ. ευρώ. Για τη διοχέτευσή τους στην πραγματική οικονομία επελέγη η εμπλοκή συμβουλευτικών εταιρειών και τραπεζών, με μόχλευση και δικών τους κεφαλαίων. Η επιλογή δικαιώθηκε στην πράξη, καθώς δεν έχει διατυπωθεί μέχρι σήμερα – παρά το ύψος των κεφαλαίων – καμία υπόνοια ή διαμαρτυρία για παρατυπίες ή προνομιακή μεταχείριση.

Προβάλλοντας την τρέχουσα τάση, μπορεί κανείς να εκτιμήσει μια τελική απορρόφηση του δανειακού σκέλους της τάξης του 75%. Αλλά υπάρχει η δυνατότητα για ουσιαστική αύξηση αυτού του ποσοστού. Συχνά η Ελλάδα διακρίνεται περισσότερο για τις επιδόσεις της στην τελική ευθεία, όταν λειτουργεί υπό πίεση χρόνου. Η επιχειρηματική κοινότητα έχει την ευκαιρία το αμέσως επόμενο διάστημα να σχεδιάσει επενδύσεις που θα αναβαθμίσουν τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό, ο οποίος προβλέπεται σκληρότερος στο μέλλον. Από την πλευρά μας, οι τράπεζες – και ασφαλώς η Eurobank – έχουμε έτοιμη όλη την υποδομή, τις ομάδες, τα εξειδικευμένα στελέχη, την εμπειρία και την τεχνογνωσία ώστε να βοηθήσουμε να ωριμάσουν γρήγορα τα σχέδια που θα παρουσιαστούν το επόμενο διάστημα ώστε να προλάβουν τις προθεσμίες και να υπογραφούν έγκαιρα. Η αξιοποίηση στον μέγιστο βαθμό των πόρων του ΤΑΑ βρίσκεται στο κέντρο του επιχειρησιακού μας σχεδιασμού για το 2026.

Ο κ. Φωκίων Καραβίας είναι διευθύνων σύμβουλος της Eurobank.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version