Η ελπίδα ως καταλύτης για μια προοδευτική διακυβέρνηση

Το απορρυθμισμένο κοινωνικό κράτος, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη χώρα μας, χωρίς ένα συνεκτικό σχέδιο αναδόμησής του, δεν απαντά στις νέες ανάγκες

Η ελπίδα ως καταλύτης για μια προοδευτική διακυβέρνηση

Η ουτοπία και η ελπίδα δεν είναι το βασίλειο του αδύνατου, του «όχι ακόμη». Είναι συνεχώς εκτεθειμένες σε κινδύνους και αβεβαιότητα και, επομένως, απαιτούν αυτό που ο Ερνστ Μπλοχ αποκαλεί «μαχητική αισιοδοξία». Για να γίνει η ελπίδα συστατικό στοιχείο μιας πολιτικής διαδικασίας που στοχεύει όχι μόνο στην κατανόηση της πραγματικότητας αλλά στην κινητοποίηση του συλλογικού φαντασιακού, άρα και στην αλλαγή της, πρέπει να συγκροτηθεί μέσα από μια επίπονη αυτοκριτική διαδικασία.

Κατά τον ιδρυτή του ισπανικού φασιστικού κινήματος της Φάλαγγας, Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα, «ο φασισμός υποστηρίζει ότι υπάρχει κάτι πάνω από τα κόμματα και πάνω από τις κοινωνικές τάξεις, κάτι μόνιμο, υπερβατικό, υπέρτατο, δηλαδή αυτή η ιστορική ενότητα που ονομάζεται πατρίδα».

Οι κυρίαρχες ιδεολογικές αφηγήσεις των αυταρχικών ηγετών της εποχής μας (Τραμπ, Πούτιν, Νετανιάχου, Ορμπαν, Λεπέν κ.ά.) δείχνουν πώς ο έρπων και διαρκής εκφασισμός των κοινωνιών συνδέεται με την ικανότητα του καπιταλισμού ως αξιακού συστήματος να χρησιμοποιεί στοιχεία της παράδοσης προς όφελός του τρέφοντας τον ακραίο εγωκεντρισμό και τη δομική καταστροφή του κοινωνικού δεσμού. Οπως εύστοχα έχει διατυπώσει ο Μαρξ, «ο καπιταλισμός τα διαλύει όλα στα παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού».

Βρίσκουμε, έναν αιώνα αργότερα από τη διακήρυξη των ιδρυτών της ισπανικής Φάλαγγας, την ψευδαίσθηση εκείνων των κινημάτων που, αρνούμενα τις κοινωνικές τάξεις και τη διάκριση Δεξιάς – Αριστεράς, προωθούν μια διφορούμενη ιδέα για τον λαό που θα είχε πρόσβαση στον έλεγχο των θεσμών χωρίς διαμεσολάβηση, δηλαδή μια παραμόρφωση της αρχετυπικής ιδέας της άμεσης δημοκρατίας. Ζητούμενο για τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις είναι να αρθρώσουν έναν λόγο ελπίδας τεκμηριωμένο και όχι συνθηματολογικό, απαλλαγμένο από τη διακήρυξη του ηθικού πλεονεκτήματος.

Ενώ οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται, η ακραία συγκέντρωση πλούτου στα χέρια λίγων αποκτά δραματικές διαστάσεις, οι μηχανισμοί διαφθοράς καθίστανται ακόμη πιο εκλεπτυσμένοι για να είναι περισσότερο αποτελεσματικοί, η απουσία μεγάλων κοινωνικών στόχων και μιας μεγάλης αφήγησης για αλλαγή, η ιδιοτελής υπέρβαση θεσμικών ρυθμίσεων, η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή, η λίμναση των όποιων μεταρρυθμίσεων οδηγούν σε ένα αδιέξοδο μοντέλου διακυβέρνησης το οποίο παρακμάζει βαθιά, φθίνει, και αποξενώνει έναν τεράστιο αριθμό πολιτών από κάθε συμμετοχική διαδικασία.

Το απορρυθμισμένο κοινωνικό κράτος, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη χώρα μας, χωρίς ένα συνεκτικό σχέδιο αναδόμησής του, δεν απαντά στις νέες ανάγκες. Ο πληθυσμός των φυλακών αυξάνεται, ο αριθμός των ελεγχόμενων και ιδρυματοποιημένων περιθωριοποιημένων ατόμων επίσης, η κοινωνική υποστήριξη για τους πιο ευάλωτους μειώνεται και οι ιδιωτικοί πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης επεκτείνονται δημιουργώντας ένα ιδιωτικοποιημένο και εμπορικό σύστημα πρόνοιας.

Ταυτόχρονα, οι ανισότητες αποτελούν γενεσιουργό αίτιο της δημοσιονομικής κρίσης, της κρίσης του ασφαλιστικού, της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης ορισμένων κατηγοριών φορολογουμένων, της φοροασυλίας των πλουσίων, της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, της κρατικής ανοχής και συναλλαγής με οργανωμένα και ισχυρά πελατειακά συμφέροντα.

Η υγεία, η εκπαίδευση και τα δικαιώματα παύουν να είναι θεμελιακές αξίες για την κοινωνική συνοχή και τον πολιτισμό και σταδιακά γίνονται εξαρτημένες μεταβλητές (από τον προϋπολογισμό, από πραγματικές ή πλασματικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, από τον πολιτικό κυνισμό που αυτοανακηρύσσεται πολιτικός ρεαλισμός και «τέχνη του εφικτού»).

Ποιες είναι, άραγε, οι προτάσεις των ηγετών της προοδευτικής αντιπολίτευσης που μπορούν να αποτελέσουν νέο υπόδειγμα απέναντι στο αποτυχημένο κυρίαρχο για να γεννήσουν την ελπίδα; Μήπως ο μεσσιανικός λόγος για έναν «νέο πατριωτισμό» του Αλέξη Τσίπρα για ανακατανομή του πλούτου μέσω «πατριωτικής εισφοράς» των «πάνω» χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο; Μήπως η επαναφορά του 13ου μισθού στους δημόσιους υπαλλήλους, όπως υπόσχεται ο Νίκος Ανδρουλάκης, αφήνοντας ανέγγιχτες τις καρικατούρες των μικρών περιφερειακών νοσοκομείων και των πανεπιστημιακών σχολών που φυτοζωούν; Ή η καταγγελτική διεκδίκηση και ο τιμωρητικός λόγος της Ζωής Κωνσταντοπούλου που απειλεί με φυλακίσεις πολιτικούς της αντιπάλους;

Ψυχαναλυτικά μιλώντας, αν οι ηγέτες της προοδευτικής αντιπολίτευσης ψάχνουν μια ιστορική δικαίωση, χωρίς ικανότητα σοβαρού αναστοχασμού, τότε ο δημόσιος χώρος δεν προσφέρεται για τη δική τους ναρκισσιστική επανόρθωση ή για την κάλυψη των ελλειμμάτων ενός υπερτροφικού «εγώ». Η άρνηση της πραγματικότητας, η αδυναμία ανάλυσης, η αυτοαναφορικότητα και η αγωνία για αυτοδικαίωση βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των πολιτικών «διαταραχών» και της περιορισμένης ικανότητας να συγκροτήσουν έναν πειστικό λόγο ελπίδας.

Για να ξεφύγουν οι πολίτες από το ψυχικό πάγωμα, την απολιτική στάση, την ενεργητική αποχή, τη βαθιά αποστροφή απέναντι στο πολιτικό σύστημα, οι ηγέτες των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων πρέπει να σκεφτούν ότι η ελπίδα και η ουτοπία δεν ανήκουν στο σύμπαν των ονειροπόλων εφήβων ή των ενηλίκων που αρνούνται να ωριμάσουν.

Οφείλουν να μετασχηματίσουν το κλειστό σε ανοιχτό, το απανθρωποποιημένο σε ανθρώπινο, τον κυνισμό της διαφθοράς σε νέο ηθικό πρόταγμα, να κάνουν δηλαδή το αδύνατο δυνατό. Πρέπει να επενδυθεί η ελπίδα ως ένα πραγματικό έργο νέας προοδευτικής διακυβέρνησης που μπορεί να απευθυνθεί και στη σκέψη αλλά και στη φαντασία των ανθρώπων για να σταματήσουμε «να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο παρελθόν» (Ιρβιν Γιάλομ).

Ο κ. Στέλιος Στυλιανίδης είναι ψυχίατρος, ψυχαναλυτής, ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής, ιδρυτής και ομότιμος πρόεδρος ΕΠΑΨΥ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version