Προπαρασκευάζεται από την αρχή της τοποθέτησης του κ. Κυριάκου Πιερρακάκη στη θέση του υπουργού Οικονομικών και είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας, στην εκπόνηση και εφαρμογή του οποίου σημαίνοντα ρόλο έχει ο κ. Βασίλης Καρατζάς, που εκτελεί χρέη ειδικού συμβούλου.
Η βασική ιδέα στηρίζεται στην εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία επιβάλλεται, εκ των συνθηκών, να διεθνοποιηθεί και να διασυνδεθεί με τις μεγάλες αγορές του πλανήτη, ώστε να αποκτήσει ευθεία πρόσβαση σε κεφάλαια και επενδύσεις, να μεγεθυνθεί με ταχύτερους ρυθμούς και έτσι να καταστεί ελκυστικότερη, αποκτώντας ευκαιρίες και δυνατότητες ανάδειξης των κρυμμένων υπεραξιών της.
Νέα κεφάλαια
Η σχεδόν βέβαιη, σύμφωνα με τους υπεύθυνους του υπουργείου Οικονομικών, εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από το Euronext – απομένουν κατά τα φαινόμενα προσπάθειες βελτίωσης του τιμήματος από τα 400 στα 450 εκατ. ευρώ – θα επιτρέψει στις περίπου 300 ελληνικές εισηγμένες επιχειρήσεις να αποκτήσουν πρόσβαση σε μια αγορά τρισεκατομμυρίων και να διευκολυνθούν αφάνταστα στην άντληση, κρίσιμων για τη μεγέθυνσή τους, επενδυτικών κεφαλαίων.
Με τη διαφορά ότι θα πρέπει πλέον να παίζουν με τους κανόνες, να κινούνται και να εξελίσσονται χωρίς τις συνήθεις ελληνικές πρακτικές, της αδιαφάνειας και της χειραγώγησης μετοχών. Αυτός είναι και ο σημαντικότερος λόγος αντίδρασης από την πλευρά ενός κύκλου εγχώριων χρηματιστηριακών εταιρειών στην επικείμενη συμφωνία εξαγοράς.
Επέκταση
Πηγές προσκείμενες στον κύκλο του υπουργού Οικονομικών ωστόσο αναφέρουν ότι η προσπάθεια διεθνοποίησης δεν θα περιοριστεί στον κύκλο της κεφαλαιαγοράς, παρά θα επεκταθεί και στον ευρύτερο τραπεζικό τομέα. Στην Πλατεία Συντάγματος κοινή είναι η πεποίθηση ότι ιστορικά οι τράπεζες πρωταγωνιστούν στις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις και πως χωρίς ισχυρές και διεθνοποιημένες τράπεζες δεν μπορεί κανείς να περιμένει πολλά πράγματα.
«Η ελληνική οικονομική ιστορία έχει οριστεί από την εξέλιξη των τραπεζών και είναι κοινώς παραδεκτό ότι σε όλες τις περιόδους οικονομικής προόδου και ισχυρής ανάπτυξης κυρίαρχος ήταν ο ρόλος τους» επισημαίνουν στενοί συνεργάτες του κ. Πιερρακάκη, προσθέτοντας ότι «ήταν αυτές που οδηγούσαν τις επιχειρήσεις και διαμόρφωναν τις προϋποθέσεις μεγέθυνσης και διεύρυνσης της παρουσίας τους στις διεθνείς αγορές».
Στο παρόν περιβάλλον, επιμένουν οι στενότεροι των συνεργατών του υπουργού Οικονομικών, οι ελληνικές τράπεζες δεν διαθέτουν το κρίσιμο μέγεθος να ανταποκριθούν στις ανάγκες και στις ευκαιρίες της εποχής.
«Σε χρόνους κατά τους οποίους το άριστο μέγεθος διεθνώς μεγαλώνει και η διασύνδεση με ευρύτερα οικονομικά σύνολα βαίνει διευρυνόμενη, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα φαντάζει μικρό και ατελώς διασυνδεδεμένο με την ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά κεφαλαίων» υποστηρίζουν στην Πλατεία Συντάγματος.
Επιπλέον, σημειώνουν ότι και εξ αυτού του λόγου η δομή του παραμένει συντηρητική, σχεδόν προστατευτική, δεν διακρίνεται για την ανταγωνιστική του διάθεση, ούτε αναλαμβάνει με ευκολία το ρίσκο που αναλογεί στις περιστάσεις.
Ανταγωνιστικότητα
Ειδικά για τις συνθήκες ανταγωνισμού, τις οποίες συχνά-πυκνά επικαλούνται οι τράπεζές μας, στο υπουργείο Οικονομικών πιστεύουν ότι είναι υποτυπώδεις και πως σε καμία περίπτωση δεν δέχονται ότι η τρέχουσα λειτουργία είναι αρκούντως ανταγωνιστική, κάτι που επιβεβαιώνεται τόσο από τα σχεδόν ταυτόσημα επιτόκια, το κοινό ύψος των προμηθειών, όσο και από τα σχεδόν κοινά δανειακά και επενδυτικά προϊόντα που προσφέρουν.
Αντιλαμβάνονται βεβαίως ότι οι διοικήσεις τους κινούνται και δρουν υπό το βάρος των δυσμενών εμπειριών και των συνθηκών κατάρρευσης που επικράτησαν στα χρόνια της προηγούμενης υπερδεκαετούς κρίσης, αλλά πιστεύουν ότι οφείλουν να ξεπεράσουν τα σύνδρομα του παρελθόντος και να αναλάβουν πρωτοβουλίες ικανές να προσδώσουν την ώθηση που χρειάζεται η ελληνική οικονομία.
Περιθώρια ανάπτυξης
Ο κύκλος του κ. Πιερρακάκη δεν συμβιβάζεται με υποτονικούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 2-2,5% και εκτιμά ότι υπάρχουν περιθώρια για κατάκτηση υψηλών επιδόσεων. Αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι «το 2025 η ελληνική οικονομία υπολείπεται σχεδόν 10% των επιδόσεων του 2007 και απέχει σχεδόν 40% από τις επιδόσεις των άλλων ευρωπαϊκών χωρών», γεγονός που δεν επιτρέπει συμβιβασμούς, ούτε πολύ περισσότερο ικανοποίηση για τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, παρότι επιτρέπουν στην κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις από την πλειονότητα των εταίρων στην παρούσα φάση. Γενικώς το επιτελείο του υπουργού Οικονομικών πιστεύει ότι «είναι καιρός για άλματα και δυναμικές κινήσεις».
Περαιτέρω μεγέθυνση
Στη βάση των παραπάνω ιδεών και αντιλήψεων θεωρούν ότι το μέγεθος και η υπάρχουσα διεθνής διασύνδεση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών δεν επαρκούν για τα διεκδικούμενα άλματα στην οικονομία. Και έτσι επιμένουν ότι επιβάλλεται εκ των συνθηκών να κινηθούν ταχύτατα προς την κατεύθυνση της περαιτέρω μεγέθυνσης και της εξασφάλισης ισχυρής διασύνδεσης με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς αγορές.
Σύμφωνα πάντα με πηγές προσκείμενες στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η προσπάθεια πρέπει να είναι κοινή και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, όσο και για τον πέμπτο πυλώνα. Πράγμα που σημαίνει ότι Εθνική Τράπεζα, Πειραιώς, Εurobank και δευτερευόντως η Alpha Bank, που πρόσφατα συνδέθηκε με τη UniCredit, αλλά και η μικρότερη Τράπεζα Αττικής θα πρέπει να αναζητήσουν ευκαιρίες μεγέθυνσης ή συνεργασιών και συγχωνεύσεων με διεθνοποιημένα ή και εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα. Ουσιαστικά το υπουργείο Οικονομικών όχι μόνο δεν αποκλείει, ίσως και να ευνοεί το ενδεχόμενο συγχωνεύσεων μεταξύ εγχώριων τραπεζικών ιδρυμάτων.
Οι τάσεις ενοποίησης
Στην ερώτηση αν δύνανται να επιβληθούν τέτοιες επιλογές η απάντηση είναι ότι «προφανώς πρέπει να θελήσουν οι ίδιες». Ταυτόχρονα όμως οι ιθύνοντες του υπουργείου Οικονομικών σπεύδουν να σημειώσουν ότι «αργά ή γρήγορα και στον βαθμό που επιταχυνθούν οι τάσεις ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ενωσης, οι ελληνικές τράπεζες θα εξαγοραστούν εν ριπή οφθαλμού, χωρίς περιθώρια αντίστασης από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα». Και επέμειναν πως «μόλις καμφθούν οι γερμανικές αντιρρήσεις, οι εξελίξεις στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα θα είναι ραγδαίες».
Και υπό αυτή την έννοια η μεγέθυνση, οι συνεργασίες και η διεθνοποίηση είναι επιβεβλημένες. Και όπως λένε οι εμπνευστές του σχεδίου, «καλό είναι οι τράπεζες να κινηθούν εγκαίρως, αν πραγματικά θέλουν να διατηρήσουν υποτυπωδώς τουλάχιστον τον έλεγχο των επιλογών».
Ολα τα στοιχεία λοιπόν βεβαιώνουν ότι η επερχόμενη εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών δεν είναι παρά το προοίμιο μιας νέας εποχής για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Με την προσδοκία πάντα ότι οι όποιες κινήσεις και επιλογές θα προσθέσουν δυνατότητες στην ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί, να προσφέρουν ευκαιρίες ανετότερης και φθηνότερης χρηματοδότησης στις επιχειρήσεις και στους πολίτες και να ανοίξουν λεωφόρους προσέγγισης των διεθνών αγορών.
