Του Ντίνου Σιωμόπουλου «Ολα για την επενδυτική βαθμίδα». Αυτό θα μπορούσε να επισημάνει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης κατά την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή για το 2024 στις αρχές της εβδομάδας, καθώς όπου σταθεί και όπου βρεθεί ο «τσάρος» της οικονομίας αναφέρεται στην αξία ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας για την προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα και όχι μόνο. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, βασικότερη προϋπόθεση για την επίτευξη του εν λόγω στόχου είναι η τήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας, ενώ και από το προσχέδιο του προϋπολογισμού προκύπτει ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη για επιβολή νέων φόρων. Ωστόσο, ιδιαίτερη σημασία έχουν τα ψιλά γράμματα του προϋπολογισμού, από τι κινδυνεύει η επίτευξή του, αν υπάρχουν πιθανότητες νέων παροχών, αλλά και τα «αγκάθια» που πρέπει να αποφύγει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Μέσα στο προσχέδιο του προϋπολογισμού περιγράφονται αναλυτικά όλα τα μέτρα στήριξης για το 2024 συνολικού δημοσιονομικού κόστους 2,1 δισ. ευρώ, και είναι αυτά που ψηφίστηκαν μέσα στο καλοκαίρι χωρίς να περιέχεται κάποια ιδιαίτερη έκπληξη. Μεταξύ των μέτρων είναι η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, οι αυξήσεις στις κύριες συντάξεις, η αύξηση του αφορολογήτου για παιδιά κατά 1.000 ευρώ, το youth pass σε 200.000 νέους ηλικίας 18-19 ετών, η αύξηση κατά 8% του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κ.λπ. Νέες παροχές δεν αναμένεται να προκύψουν καθώς εκτιμάται ότι η επίτευξη των στόχων που περιλαμβάνονται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι. Τα έσοδα Το σημαντικότερο αγκάθι που μπορεί να προκύψει είναι να υπάρξει μια επιβράδυνση της οικονομίας ή να μην αποδώσουν τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής και εξ αυτών των λόγων να μην καταφέρουν τα έσοδα να ανέλθουν στα επίπεδα των προβλέψεων. Ειδικότερα, για εφέτος το σύνολο των φόρων αναμένεται να ανέλθει σε 61,3 δισ. ευρώ, ενώ για το 2024 η πρόβλεψη είναι για εισπράξεις 62,9 δισ. ευρώ ή 1,6 δισ. ευρώ υψηλότερα σε σύγκριση με εφέτος και μάλιστα χωρίς την επιβολή κάποιου έξτρα φόρου. Τα εφετινά έσοδα από ΦΠΑ θα ανέλθουν σε 23,1 δισ. ευρώ και το 2024 θα είναι αυξημένα κατά 1,1 δισ. ευρώ για να διαμορφωθούν σε 24,2 δισ. ευρώ. Και στα έσοδα από φόρους φυσικών προσώπων προβλέπεται αύξηση για το 2024 κατά 700 εκατ. ευρώ, καθώς εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 13 δισ. ευρώ έναντι 12,3 δισ. ευρώ εφέτος. Εκεί που παρατηρείται μείωση σε ετήσια βάση είναι στα έσοδα από φόρους νομικών προσώπων. Η πρόβλεψη για το 2024 είναι να εισπραχθούν 6,9 δισ. ευρώ, 200 εκατ. ευρώ χαμηλότερα σε σύγκριση με το 2023. Η ακτινογραφία Ας δούμε όμως την ακτινογραφία του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού του επόμενου έτους όπως αυτή αποτυπώνεται μέσα από τα βασικά μεγέθη που περιγράφονται στις 56 σελίδες που κατατέθηκαν προς συζήτηση στη Βουλή. Οι δύο σημαντικότερες προβλέψεις που κάνει είναι ότι για το 2024 το πρωτογενές πλεόνασμα θα ανέλθει σε 2,1% του ΑΕΠ (έναντι πρόβλεψης 1,1% για το τρέχον έτος) και ότι η οικονομία θα τρέξει με ρυθμό ανάπτυξης 3% το επόμενο έτος (έναντι πρόβλεψης 2,3% για εφέτος). Η ανάπτυξη Βάσει των παραπάνω προβλέψεων το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε ονομαστικούς όρους θα κυμανθεί εφέτος στα 224 δισ. ευρώ και το 2024 σε 235 δισ. ευρώ, ενώ ο εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα διαμορφωθεί εφέτος στο 4% και το 2024 στο 2,4%. Σημαντική αύξηση αναμένεται να σημειωθεί έως το τέλος του έτους, αλλά και σε ολόκληρο το 2024, στον τομέα των επενδύσεων με το ποσοστό αύξησης για το τρέχον έτος σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό να είναι 8,3%, ενώ για το επόμενο έτος θα «σκαρφαλώσει» στο 12,1%. Η ανάπτυξη της οικονομίας βοηθάει στην αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ καθώς για το 2023 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 159,3% του ΑΕΠ και το 2024 στο 152,2% του ΑΕΠ. Τέλος, η πρόβλεψη για την ανεργία είναι να κυμανθεί εφέτος στο 11,2% και το 2024 στο 10,6%. Το τελικό κείμενου του προϋπολογισμού θα κατατεθεί στις 20 Νοεμβρίου, όπου εκεί αναμένεται να περιληφθεί και το μέτρο της παράτασης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στο λεγόμενο τουριστικό πακέτο, στις μεταφορές, στον καφέ, στον πολιτισμό κ.λπ., που κανονικά λήγει το ευνοϊκό καθεστώς (ΦΠΑ 13%) στα τέλη του 2023.