«Τώρα ελπίζω να ‘χετε λάβει το γράμμα μου· γράφετέ μου συχνά, μιλάτε μου, εγώ θα πάρω όσο μπορώ περισσότερη θλίψη, ν’ αλαφρώσετε. Δεν μπορούν τα λόγια ποτέ ν’ αλαφρώσουνε· μα ξέρετε καλά πως είμαι μαζί Σας, νύχτα μέρα, πως σκύβω μαζί Σας. Το να θωρείς μαζί μ’ έναν άνθρωπο, σφιχτά μαζί του πιασμένος, την άβυσσο – είναι η μόνη παρηγοριά απάνου στη γης» γράφει ο Ν. [Νίκος Καζαντζάκης, 1883-1957] σ’ εκείνη που προσφωνεί Lenotschka [Ελένη Σαμίου, 1903-2004], την «αγαπημένη Συντρόφισσα» μέχρι το τέλος.
Γνωρίστηκαν τον Μάιο του 1924, σε μια εκδρομή του Οδοιπορικού Συλλόγου στην Πεντέλη. Το ίδιο καλοκαίρι παραθερίζουν μαζί στον ερημικό Λέντα στην Κρήτη. Ο Νίκος είναι ακόμη παντρεμένος με τη Γαλάτεια [Αλεξίου], με την οποία θα χωρίσουν το 1926. Από το 1928 ζει μαζί με την Ελένη, με την οποία παντρεύονται το 1945 στην Αθήνα, με κουμπάρους το ζεύγος Σικελιανού. Ολο το διάστημα της γνωριμίας τους μέχρι να ζήσουν μαζί, αλλά και κατόπιν, όποτε ο Καζαντζάκης ταξιδεύει μόνος, αλληλογραφούν πυκνά. Της γράφει από την Ισπανία, την Αίγυπτο, τη Ρωσία, την Ιαπωνία, το Βερολίνο αλλά κι από την Αίγινα, όταν χτίζει το σπιτάκι τους, το «κουκούλι» τους.
«Ποτέ δεν πεθύμησα τολμηρότερο σύντροφο από Σας. Ορτσα! Τίποτα δε φοβούμαστε και πριν σμίξουμε, τέτοια ήταν η φύση μας» της εξομολογείται. Κάνει όνειρα για να ζήσουν μαζί. Οκτώ μήνες γράψιμο και δουλειά, και τέσσερις μήνες ταξίδια. Πού θα ζήσουν; «Μαδρίτη, 2) Αίγινα, 3) Παρίσι; κατά πού δείχνει η Μοίρα;» τη ρωτά. Εχει ήδη φανταστεί λεπτομερώς τη ζωή μαζί της: κάματος κοινός, αλλά και ταξίδια: «…θα μοιραστούμε την εργασία, θ’ αρχίσετε μαζί μου να γράφετε και να με βοηθάτε και θα κάνουμε, όταν θέμε και μπορούμε, εξόδους προς την Ισπανία ή αλλού. Αν δε θέτε πια ν’ αναπνέετε τον ίδιο αέρα, τότε με αφήνετε, ελέφτερη, ήσυχη, και βυθίζουμαι στην τέλεια ερημία. Είμαι πολύ δυνατός, μπορεί ν’ ανθέξω σε όλα, ό,τι κι αν συμβεί, είμαι τέλεια έτοιμος».
Ιδιωτικός και προσιτός
Οι επιστολές παρουσιάζουν τον ιδιωτικό Καζαντζάκη, καθιστώντας προσιτό και οικείο τον μεγαλόπνοο στοχαστή, ποιητή και πεζογράφο. Περιγραφικές, εκτενείς, περιπαθείς, είναι αποκαλυπτικές για τη συναισθηματική του κατάσταση, για την καθημερινότητά του, τον τρόπο σκέψης και δουλειάς του, τις σχέσεις του με τους άλλους.
Εκεί βρίσκουμε τον πολιτικό Καζαντζάκη: «Σήμερα ολημέρα σύνταζα την απολογία μου. Με κάλεσαν στην αστυνομία για ένα άρθρο επαναστατικό που είχα γράψει και μου ‘δωκαν προθεσμία 24 ώρες ν’ απολογηθώ» της γράφει απ’ το Ηράκλειο το φθινόπωρο του 1924. Αλλού για τον πατέρα του ομολογεί: «Εγώ, προπάντων από τη μέρα που πέθανε ο πατέρας μου, νιώθω μια ελευτερία και μια αφοβία απροσδόκητη». Κάποτε μοιράζεται μαζί της τον ενθουσιασμό για τους «απερίγραφτους θησαυρούς» στο Μουσείο του Καΐρου κι άλλοτε ζητεί συμβουλές μαγειρικής: «Κάντε μου τη χάρη γράψετέ μου πώς γίνουνται οι μαρμελάδες. Προσπάθησα προχτές να κάμω πορτοκάλι και βγήκε βραστό πορτοκ[άλι] απλώς».
Εκείνος την αποκαλεί «Λένοτσκα», εκείνη «Νίκος μου», «Μάβρε γάτε μου». Της απευθύνεται στον πληθυντικό και την αποχαιρετά με τις λέξεις «Φιλώ τους ώμους Σας και τα γόνατα, πάντα». Τμήματα των επιστολών δημοσιεύθηκαν στη βιογραφία Νίκος Καζαντζάκης. Ο ασυμβίβαστος της Ελένης Ν. Καζαντζάκη. Η Νίκη Σταύρου, κόρη του Πάτροκλου Σταύρου, θετού γιου της Ελένης και βαφτισιμιά της, κάτοχος των δικαιωμάτων επί του ξενόγλωσσου έργου του Νίκου Καζαντζάκη, δώρισε περισσότερες από 400 επιστολές του Νίκου προς την Ελένη στο Μουσείο Καζαντζάκη στη Μυρτιά της Κρήτης, στο υποδειγματικό μουσείο που οραματίστηκε και ίδρυσε με μέθοδο και επιμονή ο ενδυματολόγος-σκηνογράφος Γιώργος Ανεμογιάννης, του οποίου ο πατέρας, Αντώνης, ήταν παιδικός φίλος του Καζαντζάκη. Η Ελένη τον βοήθησε σ’ αυτό, προσφέροντας υλικό.
Αφηγηματικό κονσέρτο
Ενα τεκμήριο από τη Συλλογή Χειρογράφων Νίκου Καζαντζάκη του μουσείου, το εξώφυλλο ενός σχεδιάσματος με τίτλο «Ενας χρόνος μοναξιά» και υπότιτλο «Γράμματα στη γυναίκα μου» έδωσε την αφορμή δημιουργίας ενός αφηγηματικού κονσέρτου με τίτλο «Γράμματα στην Ελένη», σε επιμέλεια και σκηνοθεσία του Νικολή Αβραμάκη, που παρουσιάστηκε την Κυριακή 20 Ιουλίου, στον αύλειο χώρο του μουσείου στη Μυρτιά.
Εκείνος υποδύθηκε τον Καζαντζάκη και η Νίκη Σταύρου, διαβάζοντας απαντήσεις της Ελένης από την αλληλογραφία που διατηρεί στο προσωπικό της αρχείο, έδωσε φωνή στην Ελένη, υπό τις νότες της πιανίστα Αλεξίας Μουζά, ενώ στον τοίχο του μουσείου το video art της Μαρίας Παπαδάκη μετέτρεψε τα λόγια σε εικόνες. Καθήλωσαν ένα ακροατήριο που ήρθε από όλα τα μέρη της Κρήτης. Με στόχο την ανάδειξη της Μυρτιάς και της κρητικής ενδοχώρας ως προορισμού, όπως τόνισε ο πρόεδρος του ΔΣ του μουσείου Ανδρέας Ν. Μεταξάς, και γενικό τίτλο «Καλοκαίρι 2025, στη Μυρτιά», όλες οι πολιτιστικές εκδηλώσεις του μουσείου ξεκινώντας από εφέτος θα γίνονται πλέον στη Μυρτιά.
Χίλιες επιστολές στο Διαδίκτυο
Αυτή η πρώτη δημόσια παρουσίαση των επιστολών είναι η αρχή για κάτι ευρύτερο: «Οι επιστολές της δωρεάς της κυρίας Νίκης Σταύρου εντάχθηκαν σε ένα σημαντικό ερευνητικό έργο που υλοποιείται από το μουσείο: την ψηφιοποίηση, μεταγραφή, μετάφραση και τεκμηρίωση 1.000 επιστολών του συγγραφέα, οι οποίες θα αναρτηθούν στην ιστοσελίδα του μουσείου» πληροφορεί η Παρασκευή Βασιλειάδη, επιμελήτρια συλλογών-αναπληρώτρια διευθύντρια του μουσείου. «Το έργο, ενταγμένο στο πρόγραμμα Leader της Αναπτυξιακής Ηρακλείου, ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο και ευελπιστούμε να αποτελέσει μια πρότυπη ψηφιακή έκδοση που θα συγκεντρώσει το σύνολο της αλληλογραφίας του συγγραφέα, ένα όνειρο της τελευταίας δεκαετίας της ομάδας του μουσείου».
Εχοντας επενδύσει στην εξωστρέφεια και στη γνωριμία ενός νέου κοινού με το έργο και τον κόσμο του Καζαντζάκη, το μουσείο εξελίσσεται σταδιακά σε έναν σημαντικό αρχειακό φορέα. Στις συλλογές του ανακαλύφθηκε το χειρόγραφο του ανέκδοτου μυθιστορήματος Ο ανήφορος από την Παρασκευή Βασιλειάδη, ενώ ευχάριστες εκπλήξεις περιμένουν τους μελετητές της αλληλογραφίας του Καζαντζάκη. «Η μόνιμη ενδεκαετής χορηγία του μεγάλου χορηγού του μουσείου Ευάγγελου Μαρινάκη έχει επενδυθεί σε ανθρώπινο δυναμικό, στην οργάνωση των συλλογών και στον σχεδιασμό εκπαιδευτικών δράσεων, το μουσείο διαρκώς αναπτύσσεται και σκοπός μας είναι να εξελιχθεί περισσότερο» τονίζει η διευθύντριά του Μαριλένα Μηλαθιανάκη, η οποία συνεχίζει το έργο τής επί εικοσαετία διευθύντριας Βαρβάρας Τσάκα. Το πρώτο επίσημα αναγνωρισμένο από το υπουργείο Πολιτισμού ιδιωτικό μουσείο στην Κρήτη το 2022, συνεχίζοντας και ελέγχοντας την τεκμηρίωση των συλλογών του, την ταξινόμηση και τη ψηφιοποίησή τους και με τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό δημιουργεί υποδομές για την έρευνα. Αξιοποιήσαμε τα νέα ερευνητικά εργαλεία του και ζήσαμε τις χαρές της έρευνας στα αρχεία του μουσείου ετοιμάζοντας τα αυγουστιάτικα αφιερώματα των «Βιβλίων» του «Βήματος».
«Το αιώνιο παράπονο»
Η θέση της Ελένης Σαμίου στη ζωή και στο έργο του Καζαντζάκη αξίζει να μελετηθεί ενδελεχώς. Εως τότε, επιστρέφουμε στην αναγνώριση που γίνεται με τα δικά του λόγια το 1933:
«Αγαπημένη μου, τώρα θα πάω στην Αίγι[να] να ρίξω το γράμμα τούτο. Δεν έχω τίποτα να προστέσω, παρά το αιώνιο παράπονο που είμαστε χωρισμένοι. Αν τα γράμματά μου των τελευταίων μηνών επιζήσουν, θα λεν όσοι θα τα ξεφυλλίσουν, κιτρινισμένα πια, για να συμπληρώσουν τη βιογραφία μου, πως σίγουρα κανέναν άνθρωπο ποτέ δεν αγάπησα, σαν τη κοπέλα αυτή με τα αρχικά Ε. Σ. που σίγουρα θα ήταν η … και θα λένε το όνομά Σας».
