«Απέσβετο και λάλον ύδωρ…» – Ο αποχαιρετισμός του Μάριου Πλωρίτη στον Χατζιδάκι

Λίγες μόλις μέρες μετά την κηδεία του Μάνου Χατζιδάκι, ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε το κατευόδιο σε αυτόν τον πολύτροπο και πλήρη άνθρωπο, ο οποίος ακόμα και τη στιγμή που έφευγε γνώριζε ότι θα μείνει.

Φυλλορροεί, φυλλορροεί ολοένα Ελλάδα, χάνονται ένας-ένας οι σύγχρονοι μύθοι της, σβήνουν οι εξαίσιες μουσικές τους. Σ’ έναν τόπο που δεν έχει μπορέσει ακόμα να συναρμολογήσει τον εαυτό του, η αποχώρηση εκείνων που έδωσαν πρόσωπο και φωνή, εκείνων που τον ομόρφυναν και τον «εκάλλυναν», δεν είναι μόνο οδύνη – είναι ασφυξία για όσους μένουν, γύμνια για όσους έρχονται. Με τη στερνή «φυγή» του Μάνου Χατζιδάκι, κόντυνε ακόμα πιο πολύ η ανάσα μας, συρρικνώθηκε η λιγοστή που μας απόμεινε ποίηση, στερήθηκε μιαν απ’ τις μεγάλες κρηπίδες της η αγάπη, η ανθρωπιά, το ήθος μας…

Ενα απ’ τα πίσω δωμάτια του σαθρωμένου από τότε Ελληνικού Ωδείου της οδού Φειδίου – εκεί όπου πρωτοστρατάριζε το Θέατρο Τέχνης, το καλοκαίρι του 1942, τον εφιαλτικό και μαγικό μαζί καιρό της Κατοχής – ήρθε κάποιο απόγευμα ένας νέος. Αδύνατος, λιπόσαρκος, όπως όλοι μας, ερωτευμένος με τις τέχνες, όπως όλοι μας – χωρίς να ξέρουμε και τι ήταν αυτή η άπιαστη ερωμένη και πώς να την αγγίζουμε, αυτή η φωτερή σκιά από που μας καλούσε, αυτό το «δέρας» που μας ξεγλιστρούσε αδιάκοπα.

Ο νεαρός εκείνος των 17 χρόνων ήθελε να γίνει ηθοποιός και άρχισε να κάνει μαθήματα ορθοφωνίας με τον Ζήζο/Κυριαζή Χαρατσάρη (που τόσο πρόωρα χάθηκε) για να διορθώσει το πολύ ελαττωματικό «ρω» του. Αλλά γρήγορα απογοητεύθηκε, το «ρω» δεν διορθωνόταν – ευτυχώς – και αυτός στράφηκε σε άλλα μονοπάτια, που μελλόταν να τα κάνει οδούς χαράς για όλους μας: ο Μάνος…

Το φευγαλέο πέρασμά του από το Ελληνικό Ωδείο έριξε, ωστόσο, τις πρώτες γέφυρες με το Θέατρο Τέχνης – και τη φιλία μας μισού αιώνα.

Κι όταν τρία χρόνια αργότερα έγινε μια απόπειρα να γυριστεί μια ταινία με θέμα απ’ την Αντίσταση (είχα σκαριφήσει το σενάριο – τι σενάριο, δηλαδή!), του ζήτησα να γράψει εκείνος τη μουσική μια και ήξερα τα μουσικά ψηλαφήματά του.

Την ταινία την τελείωσαν άλλοι – η μουσική του, όμως, έμεινε και θα υπάρχει ακόμα στους τίτλους. Ηταν η πρώτη κινηματογραφική δοκιμή του – κι η πρώτη μιας 19χρονης ηθοποιού, που είχε κιόλας δονήσει τους φιλοθέατρους με τη διάφανη δραματικότητά της στη Χάννελλε: της Ελλης Λαμπέτη…

Ξεγύμνωνε ό,τι αν-ελληνικό

Τα παραπέρα είναι πασίγνωστα. Τα βήματα του Μάνου στο μουσικό και γενικότερα πολιτιστικό γίγνεσθαι του τόπου τράνευαν ολοένα – λες και φορούσε τις μπότες του παραμυθιού. Μόνο που εκείνος δε δρασκέλισε μονάχα τους δρόμους των ελληνικών και διεθνών θριάμβων, αλλά και κλοτσούσε, αναποδογύριζε, ξεγύμνωνε ό,τι κάλπικο, έωλο, αν-ελληνικό στην τέχνη και τη ζωή μας.

Αποκαλύπτοντας το ρεμπέτικο και πλάθοντας μέσα και πέρα απ’ αυτό τη δική τους, τόσο προσωπική και απαρόμοιαστη μουσική, έπλαθε το μέλος μιας ρωμιοσύνης μυθικής όσο και γήινης, έφερνε στο φως ό,τι ατόφιο και αμασκάρευτο περιέκλειε.

Σε εκείνες τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 – δεκαετίες ορμητικής ανάτασης και αναζήτησης σε’ όλα τα πολιτιστικά πεδία – ο Μάνος ήταν ο εν χορδαίς και οργάνω πρωτολάτης μιας γενιάς που πάσχιζε να κατανοήσει και να την κατανοήσουν, να πιστέψει και να την πιστέψουν, να χαλάσει και να θεμελιώσει, να πλάσει και να αναπλάσει μια Ελλάδα ελληνική μέσ’ απ’ την ψευτο-Ελλάδα που είχαν σκαρώσει δουλείες, υποκρισίες, απάτες, κιβδηλίες αιώνων. Είχαμε τότε την αίσθηση πως κρατιόμαστε χέρι-χέρι σ’ ένα λαμπρό χοροστάσι, κι ο Μάνος ήταν ο τραγουδιστής κι ο λυράρης μας. Τα τραγούδια του ήταν – και έμειναν – ο λογισμός της νιότης μας και κάθε νιότης, ο άπεφθος απόηχος του ελληνικού καημού, η λαχτάρα ζωής και «μέσα πλούτου», ο υμέναιος της Φύσης και του Ερωτα, του μεγάλου καταλύτη και μεγάλου πλαστουργού.

«Κι έτσι ζήσαμε χωρίς να πεθάνουμε» (όπως είπε ο ίδιος ο Μάνος σε μια τιμητική για τον γράφοντα εκδήλωση, πριν πέντε χρόνια, στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά), ενώ η Τέχνη αποκάλυψε σε μερικούς από εμάς το αληθινό της πρόσωπο: ότι δεν έχει πρόσωπο και πως πρέπει κάθε φορά να της το φτιάχνουμε. Να το εφευρίσκουμε. Ο Μ. το ‘ξερε αυτό και χαμογελούσε κι άρχισε να συνθέτει μαζί με τους άλλους άξιους του καιρού, ένα κομμάτι από τη σύγχρονη νεοελληνική μυθολογία…

Αλλά ήρθε μεμιάς το αστροπελεκι και το πελέκι της δικτατορίας κι αποκεφάλισε τα όνειρα και τα τραγούδια μας, βάζοντας στη θέση τους βρόγχους, χυδαιότητα, ηλιθιότητα και λεηλασίες.

Μαχόταν ακατάπαυστα για ό,τι αληθινό, ανθρώπινο, ανόθευτο

Χαθήκαμε τότε αλλά μετά τη δικτατορία αναφάνηκε ένας άλλος Μάνος – σωστότερα ένας πολύτροπος Μάνος. Οχι μόνο πιο ώριμος, πιο ιδιοφυής συνθέτης, όχι μόνο ακάματος πρωτοπόρος μουσικής παιδείας και προώθησης νεότερων συναδέλφων του, αλλά και έλλογος κριτής του ελληνικού βίου. Οι μουσικοί φθόγγοι του ζευγάρωσαν με τους φθόγγους του λόγου και, απ’ το ραδιόφωνο και τον Τύπο, ο Μάνος – πάντα νέος κι απρόβλεπτος – έγινε ένας από τους οξύτερους τιμητές των κάθε λογής αθλιοτήτων και των κάθε φυράματος αθλίων. Ομιλίες και γραφτά του είχαν την ευθυκρισία και την ευθυβολία, την παρρησία και την ευγλωττία που μόνο ένας άνθρωπος χαρισματικός, αλλά και απόλυτα έντιμος και θαρραλέος, μπορούσε να διαθέτει. Ηταν κι εκεί. Μουσ-ηγέτης μοναδικός.

Οσοι ενοχλήθηκαν από τους φραγγελισμούς του τον κατηγόρησαν για «εμπαθή, μονόπλευρο και αντιφατικό». Ακόμα και κάποιοι φίλοι του αναρωτιόνταν, ώρες-ώρες, πώς μπορούσε ο Μάνος να είναι παθιασμένος αλλά και νηφάλιος, ευγενικός αλλά κι ανελέητος, γλυκύτατος αλλά κι οργίλος, πολιτικοποιημένος αλλά και περιφρονητής της πολιτικής.

Αλλά δεν ήταν «αντιφάσεις» αυτές, κάθε άλλο. Ναι, ο Μάνος ήταν εμπαθής για ό,τι πίστευε, μονομανής για ό,τι επιδίωκε, ασυμβίβαστος σε ό,τι σκόπευε. Γι’ αυτό ακριβώς μπορούσε να είναι ταυτόχρονα αναρχικός και οικοδόμος, λαϊκός χωρίς λαϊκισμούς και αριστοκράτης χωρίς έπαρση, αυθόρμητος και σοφός, ευαίσθητος και άτεγκτος, απέριττος και χυμώδης, μελίφθογγος και σαρκαστής, πολίτης των ιδεών αλλά όχι μεταπράτης των ιδεών, αμετακίνητος αλλά ποτέ δογματικός, ερωτευμένος με την Ελλάδα αλλά αμείλικτος πολέμιος των Ελλήνων που την εμπορεύονται και την παραμορφώνουν. Επειδή ήταν ένας πλήρης άνθρωπος, που μαχόταν ακατάπαυστα για ό,τι αληθινό, ανθρώπινο, ανόθευτο μπορούσε να ανασυρθεί, σε αυτή την εποχή της ψιμμυθιωμένης βαρβαρότητας και του ζόφου με τα «στρας» και τις πούλιες.

Οπως δεν ήταν «φιλέλληνας», αλλά βαθύτατα Ελληνας, έτσι δεν ήταν «φιλελεύθερος» αλλά ανυποχώρητα ελεύθερος. Είχε το ίδιο όραμα με τον Τσέχωφ που έγραφε πριν έναν αιώνα: «Απελευθέρωση από κάθε κτηνώδη δύναμη και από κάθε ψέμα, όποια μορφή κι αν έχουν: αυτό θα ήταν το πρόγραμμά μου αν ήμουν μεγάλος καλλιτέχνης». Και βέβαια, ο Τσέχωφ ήταν μεγάλος καλλιτέχνης, κι ο Μάνος ήταν, και το «πρόγραμμά» τους το έκαναν πράξη, όσο η ζωή κι ο κόσμος τους άφησαν, πριν τον αφήσουν εκείνοι…

Η στερνή «αντίφαση» του Μάνου ήταν κι αυτή απόλυτη μη-αντίφαση.

Έφυγε χωρίς ευτέλειες, οχλαγωγίες, λογοκοπίες, φανφάρες

Εκεί πάνω στο εκκλησάκι του Αγίου Νεκταρίου της Παιανίας, φάνταζε απαράδεκτο πως, μέσα σ’ ένα σκουροκάστανο κιβούρι, στέρεψε η «παγά λαλέουσα», η γλυκόλαλη πηγή μιας ακτινοβόλας ζωής – και ζωής μας. Κι όμως, όλα έπρεπε να ‘ρθουν όπως ήρθαν. Εκείνος που έκανε τη Φύση έρωτα, έφευγε μέσα το καλοκαιρινό ηλιοφώς, σε μια βουνοπλαγιά τόσο ελληνικά ερωτική, πέτρα και χώμα και δέντρα σπαρτά εδώ κι εκεί… Εκείνος που μας πλούτισε με αρμονίες έφευγε μέσα σε αρμονική σιγή… Εκείνος που μας έμαθε το μουσικό αλφαβητάρι της αγάπης έφευγε τυλιγμένος με την αγάπη του αόρατου μουσικού θιάσου των Πανελλήνων… Εκείνος που πίστευε στον άνθρωπο «όταν άνθρωπος είναι» έφευγε ανάμεσα στους ανθρώπους «του»… Εκείνος που λάτρευε την τελειότητα και την αξιοπρέπεια έφευγε χωρίς ευτέλειες, οχλαγωγίες, λογοκοπίες, φανφάρες, ανίερες για τη μεγάλη στιγμή και για τον ίδιον… Η σιωπή, που αξίωσε και που συνόδεψε το τελευταίο «χαίρε» του, ήταν το μόνο άξιο ταίρι του στο ύστατο ταξίδι του – ποιητική, όρθια, ελεύθερη όπως κι εκείνος.

Κι ίσως την πικρότατη εκείνη ώρα να χαμογελούσε με το τρυφερό κι ελαφρά ειρωνικό χαμόγελό του, «χαρίεις» όπως πάντα, ξέροντας πως φεύγει αλλά μένει, βέβαιος πώς δεν ήταν αλλά είναι και θα είναι. Ο μελωδός των ονείρων. Δικός μας. Εσαεί.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version