Η δολοφονία της 23χρονης Iryna Zarutska στο Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας σόκαρε όχι μόνο την τοπική κοινωνία και την ουκρανική διασπορά αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη. Η νεαρή γυναίκα, που είχε γλιτώσει τον πόλεμο στο Κίεβο για να βρει μια νέα αρχή στις Ηνωμένες Πολιτείες, έπεσε θύμα μιας άγριας επίθεσης μέσα σε τρένο ελαφράς σιδηροδρομικής γραμμής, ενώ επέστρεφε από τη δουλειά της σε πιτσαρία. Ο ύποπτος, ο 34χρονος Decarlos Brown Jr., συνελήφθη και κατηγορείται για ανθρωποκτονία πρώτου βαθμού, με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης να του αποδίδει επιπλέον την κατηγορία ότι προκάλεσε θάνατο σε δημόσιο μέσο μεταφοράς. Η βία που διέκοψε τη σύντομη αλλά γεμάτη όνειρα ζωή της Iryna ανέδειξε το σκληρό παράδοξο: από τα καταφύγια του Κιέβου βρέθηκε να αναζητά καταφύγιο στην Αμερική, μόνο για να χαθεί βίαια σε μια χώρα που είχε πιστέψει ως νέα της πατρίδα.
Παρά την πραγματικότητα της μετανάστευσης και τη δυσκολία της με την αγγλική γλώσσα, κατάφερε μέσα σε τρία μόλις χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες να χτίσει ισχυρές φιλίες και να δημιουργήσει μια αίσθηση κανονικότητας στην κοινότητα της Βόρειας Καρολίνας, αγγίζοντας τις ζωές τόσο των νέων όσο και των μεγαλύτερων γύρω της. Από την άφιξή της από το Κίεβο τον Αύγουστο του 2022 μαζί με τη μητέρα και τα δύο μικρότερα αδέρφια της, η Iryna ξεχώρισε για την ενέργεια, τη γοητεία και την αφοσίωσή της.

Αυτό φάνηκε έντονα στην κηδεία της πριν λίγες μέρες, όταν πάνω από 100 άνθρωποι ήρθαν να την αποχαιρετήσουν, κυρίως από το γηροκομείο στο Huntersville όπου εργαζόταν. Το γηροκομείο, που βρισκόταν μόλις ένα-δύο μίλια από το σπίτι που είχε ανοίξει γι’ αυτήν ο θείος της με τη γυναίκα του, φρόντισε να φέρει τους ηλικιωμένους με λεωφορεία στην τελετή, δείχνοντας πόσο μεγάλη επίδραση είχε αφήσει η Iryna στους γύρω της.

«Αυτό που μας έκανε να θέλουμε να τους βγάλουμε από την Ουκρανία ήταν μια φωτογραφία τους, που στέκονταν σε ένα καταφύγιο κοντά στο διαμέρισμά τους στο Κίεβο, κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών», εξηγεί ο θείος της. «Δεν ήθελαν να έρθουν σε αυτή τη χώρα και να γίνουν βάρος. Ήθελαν να χτίσουν μια νέα ζωή».
Η Iryna ενσωματώθηκε γρήγορα στην αγορά εργασίας, αναλαμβάνοντας διάφορες δουλειές από babysitting μέχρι petsitting. Οι γείτονες την εμπιστεύονταν να μπαίνει στα σπίτια τους για να προσέχει τα παιδιά και τα κατοικίδιά τους και στο άκουσμα της δολοφονίας της «όλη η γειτονιά ήταν συντετριμμένη». Παράλληλα με τα μαθήματα αγγλικών που παρακολουθούσε στο δημόσιο κολλέγιο της περιοχής της. Αν και μιλούσε «σπαστά» αγγλικά, η νεαρή είχε κάνει μεγάλη πρόοδο, σύμφωνα με τους φίλους της. Παράλληλα, δούλευε στην κουζίνα μιας πιτσαρίας, κερδίζοντας την εκτίμηση συναδέλφων και των θαμώνων, που την περιέγραψαν ως «απίστευτη υπάλληλο» και «αληθινή φίλη». Ο ιδιοκτήτης της πιτσαρίς ήταν παρών στην κηδεία, όπως και πολλοί άλλοι που ήθελαν να τιμήσουν τη μνήμη της.

Ο θείος της τόνισε μέσα από τις δηλώσεις του ότι η προσωπικότητα και η γοητεία της Iryna ήταν αυτά που την έκαναν να ξεχωρίζει, κερδίζοντας την εκτίμηση όλων όσων την γνώρισαν. Παρά τη σκιά του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, η Iryna παρέμενε συγκεντρωμένη στους στόχους της. Ονειρευόταν να γίνει βοηθός κτηνιάτρου, ενώ ταυτόχρονα μάθαινε να οδηγεί και αποταμίευε χρήματα για το πρώτο της αυτοκίνητο. Η εξέταση για το δίπλωμα οδήγησής της ήταν προγραμματισμένη για τον επόμενο μήνα, και η πρώτη διαδρομή που σκόπευε να κάνει μόλις αποκτούσε το αμάξι ήταν να επισκεφτεί τον θείο και τη σύζυγό του.

«Προσπάθησα να της μάθω να οδηγεί, αλλά η γλωσσική δυσκολία στην αρχή δυσκόλευε τα πράγματα», λέει ο θείος της. «Αλλά ο σύντροφός της ανέλαβε να της κάνει εξάσκηση και την έμαθε να οδηγεί».
Η Iryna είχε πολύ καλή σχέση με την οικογένειά της: τη μητέρα της Anna Zarutska, τον πατέρα της Stanislav Zarutskyi και τα αδέρφια της, Valeriia και Bohdan, ενώ ήταν επίσης πολύ ερωτευμένη με τον σύντροφό της, Stas Nikulytsia, ο οποίος τη στήριζε και την είχε βοηθήσει να ορθοποδήσει ψυχολογικά και επαγγελματικά. Να σημειωθεί πως ο πατέρας της δεν μπόρεσε να παραστεί στην κηδεία της, αφού η Ουκρανία απαγορεύει σε ενήλικους άντρες να ψάξουν άσυλο σε άλλη χώρα, ως πρόσφυγες και ανά πάσα στιγμή μπορεί να κληθούν να πολεμήσουν.

Η ζωή της, αν και σύντομη, ήταν γεμάτη προσπάθεια, όνειρα και αφοσίωση σε ένα νέο ξεκίνημα. Η τραγική δολοφονία της στις 22 Αυγούστου 2025, ενώ επέστρεφε από την εργασία της, έκοψε απότομα ένα μονοπάτι που είχε σχεδιάσει με όραμα, φιλοδοξία και αφοσίωση στην οικογένεια και την κοινότητα, αφήνοντας πίσω της μια κληρονομιά αγώνα, αφοσίωσης και αγάπης για τη ζωή και τους γύρω της.
