Τι αποτέλεσμα θα έχει η σημερινή συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ; Θα σημάνει την εκτόνωση του εμπορικού πολέμου που έχει αποσυντονίσει την παγκόσμια οικονομία; Ή θα επιτείνει το αδιέξοδο, οδηγώντας σε μια άνευ όρων σύγκρουση, ικανή να επηρεάσει με ανεπίστρεπτο τρόπο όχι μόνο τις νόρμες της προσφοράς και της ζήτησης αλλά και τη διεθνή τάξη πραγμάτων;
Προσδοκίες
Σύμφωνα με τα διεθνή πρακτορεία αλλά και τον ίδιο τον αμερικανό πρόεδρο, δεν προμηνύονται δυσάρεστες εξελίξεις. «Θα λειτουργήσει πολύ καλά για όλους» δήλωσε λίγες ώρες πριν τη συνάντηση ο Τραμπ, περιγράφοντας εύγλωττα τις προθέσεις του ίδιου και των ΗΠΑ ώστε να βρεθεί μια κάποια αμοιβαία επωφελής λύση. Το Reuters πάλι εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξο, πιθανολογώντας πως αυτό που θα συμφωνηθεί θα είναι μια συμφωνία-πλαίσιο που θα αφορά δασμούς και σπάνιες γαίες παρά μια συνολική συμφωνία, ικανή να διευθετήσει τις συνολικές διαφορές Ουάσιγκτον και Πεκίνου.
Αυτό που ξέρουμε μέχρι τώρα είναι ότι η συνάντηση θα επεκταθεί σε όλη τη γκάμα των διμερών σχέσεων, με τους συνομιλητές να «απλώνουν» τα φύλλα τους σε μια ατζέντα που περιλαμβάνει κάθε πεδίο οικονομικής και διπλωματικής δραστηριότητας.
Από τη μία πλευρά, ο Σι Τζινπίνγκ θεωρεί προτεραιότητα την χαλάρωση των περιορισμών που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ σε κινεζικές εταιρίες, με αιχμή τους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στην πρόσβαση της Κίνας στα τσιπ της Nvidia και σε άλλες προηγμένες αμερικανικές τεχνολογίες, αλλά και τη γενικότερη υποχώρηση των δασμών. Ο Ντόναλντ Τραμπ από την άλλη, με διαπραγματευτικό όπλο το προκαταρκτικό πλαίσιο που προηγήθηκε των συνομιλιών και προδιαγράφει δεσμεύσεις της Κίνας για αύξηση των εισαγωγών σε αμερικανική σόγια και την ετήσια αναστολή της εφαρμογή νέου καθεστώτος εξαγωγικών αδειών για τις σπάνιες γαίες.
Επί του παρόντος, μια πρώτη σύμπλευση καταγράφεται στο ζήτημα των υπερυπολογιστών Blackwell, όπου σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο εξετάζεται το ενδεχόμενο να επιτραπεί στην εταιρεία να εξάγει στην Κίνα μια υποβαθμισμένη έκδοση του εξελιγμένου συστήματος τεχνητής νοημοσύνης. Σε ό,τι αφορά το TikTok πάλι, εκτιμάται ότι Κίνα και ΗΠΑ έχουν ήδη φτάσει κοντά σε συμφωνία, με τον ίδιο τον Τραμπ να κάνει λόγο για εξελίξεις «εντός των επομένων ημερών».
Στην ιδιότυπη αυτή διαπραγμάτευση, που θυμίζει μπρα ντε φερ και παρτίδα πόκερ συνάμα, κάθε πλευρά θα χρησιμοποιήσει ασφαλώς παράπλευρα «χαρτιά», στην απόπειρα να δημιουργήσει παράλληλες εστίες ελεγχόμενης έντασης, που θα λειτουργούν αποπροσανατολιστικά για την άλλη μεριά του τραπεζιού. Πιο συγκεκριμένα, ο Τραμπ σκοπεύει να θίξει το ζήτημα της στήριξης που παρέχει η Κίνα στη Ρωσία, προσπαθώντας να αποκτήσει μόχλευση ικανή να πιέσει τη Μόσχα στο μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία. Ο κινέζος ομόλογός του πάλι δεν θα αφήσει εκτός κάδρου το καθεστώς της Ταϊβάν, πιέζοντας για αλλαγή της πολιτικής των ΗΠΑ προς το νησιωτικό κράτος, από τη στάση της «μη υποστήριξης» της ανεξαρτησίας του σε εκείνη της «επίσημης αντίθεσης». Κοινή πεποίθηση της συντριπτικής πλειοψηφίας αναλυτών και δημοσιολόγων με γνώση των σινοαμερικανικών σχέσεων πάντως, δεν δίνει πολλές πιθανότητες στην επίτευξη προόδου στα επίμαχα θέματα της «σκληρής» εξωτερική πολιτικής.
Συγκρίσεις κι αλλαγές
Πέραν της συγκυρίας, το γεγονός και μόνο της συνάντησης των ηγετών χωρών του διαμετρήματος των ΗΠΑ και της Κίνας προκαλεί παραλληλισμούς και ιστορικές συγκρίσεις.
Δεν είναι λίγοι που σε αυτό το πνεύμα επιχειρούν να συγκρίνουν τις συνομιλίες Τραμπ-Σι με την ιστορική επίσκεψη του Ρίτσαρντ Νίξον στην Κίνα, όταν ο αμερικανός πρόεδρος εκμεταλλευόμενος τη ρήξη Πεκίνου και Μόσχας, κατάφερε να δημιουργήσει εκείνες τις συνθήκες που θα άλλαζαν τη διεθνή ισορροπία εις βάρος του Κρεμλίνου.
Πενήντα τρία χρόνια αργότερα οι όροι έχουν πλέον αντιστραφεί. Ο αμερικανός πρόεδρος συναντά τον κινέζο ομόλογό του όχι από θέση υπερδύναμης αλλά με την επίγνωση ότι η μετάβαση στον αναδυόμενο πολυπολικό κόσμο δεν μπορεί να γίνει ερήμην της Κίνας. Πρόκειται επομένως για μια προσέγγιση που δεν αποσκοπεί τόσο στην άσκηση πίεσης προς έναν τρίτο δρώντα –παρότι το Ουκρανικό έχει τον ρόλο του- όσο στη διαμόρφωση ενός διακανονισμού που θα ικανοποιεί δύο ανταγωνιστικές υπερδυνάμεις, καταδικασμένες στο παράδοξο του να ανταγωνίζονται η μια την άλλη, εντός των ορίων που θέτει η απαραίτητη συνύπαρξή τους.
Στο ενδιάμεσο αυτών των παραδοχών θα λάβει χώρα η σημερινή συνάντηση, η δεύτερη μεταξύ Τραμπ και Σι μετά το 2019, όταν είχαν συναντηθεί στην Ιαπωνία στη σύνοδο κορυφής της G20. Αν και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπήρχε κάποιου είδους βεβαιότητα ως προς την έκβαση των συνομιλιών, η ίδια η κοινή παρουσία των δύο ανδρών δίχως την διαμεσολάβηση τρίτων, συνιστά το πέρασμα σε μια νέα παγκόσμια σταθερά, αλλάζοντας έτσι με τον πιο υλικό τρόπο ότι ξέραμε για τον 20ο αιώνα.
