Η επιλεκτική ανθρωπιά της Δύσης και η ηθική της σιωπής

Είναι τυχαίο ότι η δημόσια προβολή της διαχείρισης της παράνομης μετανάστευσης στην Ευρώπη παρουσιάζεται με τέτοια μεροληψία, τη στιγμή που οι πρακτικές των αυταρχικών καθεστώτων περνούν σχεδόν απαρατήρητες;

Η επιλεκτική ανθρωπιά της Δύσης και η ηθική της σιωπής

Το παρόν γράφεται επ’ αφορμή της δεύτερης «μαύρης» επετείου της σφαγής που εξαπέλυσε η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023 σε βάρος απλών Ισραηλινών πολιτών. Σε αντίθεση με το τρέχον «κύμα» δικαιολογημένων διαμαρτυριών για όσα συμβαίνουν σήμερα στη Γάζα, αφού κάθε αφαίρεση άμαχης ανθρώπινης ζωής ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο θύτης και ποιο το θύμα είναι αναντίρρητα κατακριτέα, εκείνη η ημέρασημαδεύτηκε από την εντυπωσιακή σιωπή, τησυλλήβδην απουσία και τη χαρακτηριστική αδράνεια των περισσότερων ακτιβιστών και Οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Ούτε λόγος για καταγγελτικέςεπιστολές διαμαρτυρίας αναφορικά με την ανεκδιήγητη επίθεση εναντίον των παρευρισκόμενων στο μουσικό φεστιβάλ «Supernova», ή για συγκεντρώσεις συμπαράστασης στους ομήρους που αδιάκριτα απήχθησαν λόγω της σιωνιστικής καταγωγής τους, πολλώ μάλλον για αποστολή στολίσκων παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και ηθικής υποστήριξης στους διαμένοντες στα κιμπούτς.

Μπορεί κάποιος καλόπιστα να αποδώσει την εκκωφαντική αφωνία τους στο αρχικό σοκ και τη συγκινησιακή φόρτιση εξαιτίας του μεγέθους των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, τα οποία τελέστηκαν απροκάλυπτα και ενορχηστρωμένα (και κάποια μάλιστα σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση) από τη συγκεκριμένη Παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση. Μια οργάνωση που από την ίδρυσή της το 1987 και μετά έχει «σπείρει» μέσω του στρατιωτικού σκέλους της (Ταξιαρχίες Αλ-Κασάμ) το θάνατο προκαλώντας χιλιάδες απώλειες αμάχων.

Ίσως, όμως, η αδιαφορία των ανωτέρω να αποτελεί ένα ενδεικτικό σύμβολο της επιλεκτικής αντίδρασης και ala carte ενσυναίσθησης που συνεχίζει να διέπει το διεθνή ακτιβισμό σήμερα. Ένα μοτίβο που εκτείνεται πολύ πέρα ​​από τα στενά γεωγραφικά όρια της Μέσης Ανατολής και τις εκατέρωθεν φρικαλεότητες στη Γάζα, επηρεάζονταςτον τρόπο με τον οποίο οι σύγχρονες αδικίες γίνονται μεροληπτικά αντιληπτές, καταδικάζονται ή, αντίστοιχα,αποσιωπώνται σε όλα τα πεδία της γεωπολιτικής συμπεριλαμβανομένης της μετανάστευσης, και ιδιαίτερα όσων ζητημάτων άπτονται της διαχείρισης της παράνομης πλευράς αυτής.

Σε αυτό το πλαίσιο, το παρόν επιχειρεί να αναδείξει ένα ευρύτερο, καλά εδραιωμένο πλαίσιο εκμετάλλευσης που επηρεάζει την αντιμετώπιση και συνακόλουθα τη ζωή των παράνομων μεταναστών, χάριν και της ανοχής, της συστηματικής «απόκρυψης» και της«στρουθοκαμηλίστικης» προσέγγισης που διατηρούν αρκετοί εκ των διεθνών οργανισμών και τωνυποτιθέμενων δικτυών υπεράσπισης των μεταναστών.

Πιο συγκεκριμένα, στη σημερινή εξαιρετικά πολωμένη συζήτηση για τη μετανάστευση και τα ανθρώπινα δικαιώματα, κυριαρχεί μια κραυγαλέα αντίφαση: ενώ, δηλαδή, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ αντιμετωπίζουν (και ορθώς) έντονη κριτική και διαφανή έλεγχο σχετικά με τις επίσημες πολιτικές τους (π.χ. διαχείριση και προστασία συνόρων, Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου, νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο κτλ), την ίδια στιγμή οι απάνθρωπες συνθήκες που υφίστανται οι μετανάστες και οι απάτριδες σε πολλές αραβικές χώρες αλλά και στην υπόλοιπη υφήλιο (πλην Ευρώπης και Η.Π.Α) σε μεγάλο βαθμό παραβλέπονται ή εκ του πονηρού (;)υποβαθμίζονται. Αυτή η επιλεκτικότητα, λοιπόν, αποκαλύπτει ένα ανησυχητικό δίπολο, που διαστρεβλώνει τον διάλογο και εμποδίζει τις ειλικρινείς συζητήσεις για τη μετανάστευση, την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία.

Για παράδειγμα, το Ιρανικό καθεστώς πρόσφατα αποφάσισε να απελάσει βίαια και να επιστρέψει στο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν 1,4 εκατομμύρια Αφγανούς, πρώτης και δεύτερης γενιάς, υιοθετώντας τακτικές βίαιου επαναπατρισμού και ακολουθώντας το παράδειγμα της πακιστανικής κυβέρνησης, η οποία τα τελευταία 2,5 έτη έχει επιστρέψει, κατόπιν συμφωνίας με την Καμπούλ, περισσότερους από 500.000 Αφγανούς στις εστίες τους. Επιπλέον, η κομμουνιστική Κίνα, με πληθυσμό 1,411 δισεκατομμυρίων, η οποία έχει επικυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951, θεωρεί την εφαρμογή της προαιρετική, χορηγώντας μόνο 296 καθεστώτα πρόσφυγα σε ολόκληρο το έτος 2023, ενώ η συνήθης πολιτική της είναι να επιστρέφει πίσω στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας τους απορριφθέντες αιτούντες άσυλο από τη Βόρεια Κορέα!!

Την ίδια στιγμή, σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ και το Κουβέιτ, οι μετανάστες εργαζόμενοι -συχνά από τη Νότια Ασία και την Αφρική- υπόκεινται στο διαβόητο σύστημα kafala, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια σύγχρονη μορφή δουλείας καθότι στερεί από τους εργαζόμενους την αυτονομία τους, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους σε καταναγκαστική εργασία, απλήρωτους μισθούς, κατάσχεση διαβατηρίων και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης.

Μάλιστα, μία από τις πλέον κακοποιημένες ομάδες μεταναστών από τα εκμεταλλευτικά καθεστώτα στον αραβικό κόσμο είναι οι μετανάστριες -οικιακές εργάτριες – οι οποίες υφίστανται μια μοναδική μορφή κακοποίησης λόγω φύλου. Σύμφωνα με το «σύστημα kafala», οι μετανάστριες αναγκάζονται να εργάζονται 18 ώρες την ημέρα χωρίς ανάπαυση, δεχόμενες λεκτικές, σωματικές ή σεξουαλικές επιθέσεις πίσω από κλειστές θύρες. Επιπλέον, σε περιπτώσεις βιασμού ή σεξουαλικής εκμετάλλευσης, τα θύματα κινδυνεύουν με φυλάκιση, απέλαση ή ακόμη και δίωξη για «εξωσυζυγικό σεξ» αντί για προστασία, ενώ, η εγκυμοσύνη εκτός γάμου ποινικοποιείται σε ορισμένα κράτη του Κόλπου -ακόμα και όταν είναι συνέπεια κακοποίησης- αφήνοντας έτσι τα θύματα νομικά διπλά εκτεθειμένα.

Επιπρόσθετα, κοινότητες ανιθαγενών, συμπεριλαμβανομένων των Bidoon στο Κουβέιτ και στο Ιράκ, αντιμετωπίζουν ένα επιπλέον επίπεδο περιθωριοποίησης μιας και δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη, τη νόμιμη απασχόληση και την πολιτική εκπροσώπηση.

Με άλλα λόγια, η ανιθαγένεια τους καταδικάζει σε μια κατάσταση νομικής αβεβαιότητας και κοινωνικού αποκλεισμού, με ελάχιστες ελπίδες για πραγματική αποκατάσταση των εις βάρος τους κοινωνικών αδικιών. Τέλος, μετανάστες προερχόμενοι από χώρες όπως το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν, την Υεμένη και την Ερυθραία αντιμετωπίζουνκατά την παραμονή στις χώρες καταγωγής τους ή κατά τον εκτοπισμό τους σε άλλες χώρες, αυθαίρετη κράτηση, σωματεμπορία και πάσης φύσεως εκμετάλλευση από παραστρατιωτικές ομάδες, πολιτοφυλακές και εγκληματικά δίκτυα.

Το παράδοξο είναι ότι για τις παραπάνω περιπτώσεις, οι οποίες σαφώς συνιστούν εμβληματικά παραδείγματα καταστρατήγησης του διεθνούς δικαίου, οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας είναι επιφανειακές,μεμονωμένες και περιορίζονται σε σποραδικές δηλώσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων σχετικά με την αναγκαιότητα εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσης μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατών, αγνοώντας το δράμα χιλιάδων ανθρώπων. Ενδεικτικά, η επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης στο Αφγανιστάν, M. Park, δήλωσε πρόσφατα στη διεθνή έκδοση των NewYork Times ότι: «πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το Ιράν έχει φιλοξενήσει πολλούς Αφγανούς και έχει το δικαίωμα να αποφασίσει ποιος μπορεί να μείνει και ποιος όχι… Αλλά απαιτούμε να αντιμετωπίζονται με αξιοπρεπή τρόπο» (The New York Times, 2025).

Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι προαναφερθείσες καταστάσεις σπάνια έρχονται στο προσκήνιο και ακόμη πιο σπάνια αποτελούν αντικείμενο κριτικής, πολλώ μάλλον προσφυγής σε διεθνή δικαστήρια όπως συμβαίνει με τα όποια κακώς κείμενα στην περίπτωση της ΕΕ.

Είναι, λοιπόν άραγε τυχαίο ότι η δημόσια προβολή της διαχείρισης της παράνομης μετανάστευσης στην Ευρώπη παρουσιάζεται με τέτοια μεροληψία, τη στιγμή που οι πρακτικές των αυταρχικών καθεστώτων —ιδίως των αραβικών ή όσων υπόκεινται σε θεοκρατικούς περιορισμούς— περνούν σχεδόν απαρατήρητες;

Μήπως αυτή η επιλεκτική εστίαση δεν αποτελεί απλή παράλειψη, αλλά ένα πιο σύνθετο, πολιτικοποιημένο εγχείρημα που διαμορφώνει σκόπιμα τις αντιλήψεις για τον ρόλο και τις ευθύνες της Ευρώπης; Και τελικά, μήπως η τάση να παρουσιάζεται η Ευρώπη ως εγγενώς καταπιεστική ή «ηθικός αυτουργός» των παγκόσμιων μεταναστευτικών ανισοτήτων, καλλιεργεί ενοχές που οδηγούν τις κυβερνήσεις σε ολοένα και πιο επιεικείς πολιτικές, με συνέπεια την αποδυνάμωση της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας και ασφάλειας;

Παράλληλα, αξίζει να αναρωτηθούμε για το ποιοι είναι οι πραγματικοί φορείς πίσω από αυτές τις Οργανώσεις υπεράσπισης και ποια συμφέροντα εξυπηρετούν, όταν η χρηματοδότησή τους εξαρτάται από διεθνή δίκτυα με κοινές ιδεολογικές αναφορές; Μήπως αυτή η εξάρτηση δημιουργεί ένα ρήγμα ανάμεσα στις παγκόσμιες αφηγήσεις που προωθούν και στις καθημερινές ανησυχίες των Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι βιώνουν άμεσα τις δυσμενείς επιπτώσεις των ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών ροών; Και τελικά, είναι δίκαιο να απορρίπτονται οι ανησυχίες για την ασφάλεια, τηνκοινωνική συνοχή και τη δυσανάλογη επιβάρυνση των συστημάτων πρόνοιας ως ξενοφοβία ή μισαλλοδοξία, όταν αυτές ενδέχεται να αποτελούν θεμιτό μέρος ενός δημοκρατικού διαλόγου; Μήπως, εν τέλει, η ίδια η συζήτηση για τη μετανάστευση έχει διαστρεβλωθεί, αποκρύπτοντας το πλήρες φάσμα των παγκόσμιων μεταναστευτικών ροών και επιτρέποντας μια επικίνδυνη αδράνεια απέναντι στα δεινά των μεταναστών εκτός Ευρώπης και όσων διαμένουν εντός αυτής;

Μάριος Καλέας, Διοικητής της Ελληνικής Υπηρεσίας Ασύλου και Αντιπρόεδρος του ΔΣ του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για το Άσυλο

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version