Οι «άτυπες πενταμερείς», της Γενεύης και πρόσφατα της Νέας – Υόρκης, με πρωτοβουλία του Γ.Γ του ΟΗΕ, εκείνο που απέφεραν ήταν μια κινητικότητα στο Κυπριακό και κάποια λεγόμενα Μ.Ο.Ε, τα οποία η τουρκική πλευρά θεωρεί ως κινήσεις «καλής γειτονίας». Και που, παρ’ όλα αυτά, αρνείται να συναινέσει σε υλοποίηση τους, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη διάνοιξη σημείων διέλευσης.
Σε ότι αφορά την ουσία του Κυπριακού, Τουρκία και υποχείρια τ/κ ηγεσία, εξακολουθούν αμετακίνητα να εμμένουν σε λύση δύο κρατών, κυριαρχική ισότητα και ισότιμο διεθνές καθεστώς.
Είναι προφανές ότι η Τουρκία, παρά την ανυποχώρητη στάση της στα θέματα ουσίας του Κυπριακού, αποδέχεται την συνέχιση των εργασιών της πενταμερούς και ορισμένα ΜΟΕ, επιδιώκοντας την συναίνεση της Ε.Ε στην επιδίωξη της Τουρκίας για συμμετοχή της στη νέα αρχιτεκτονική άμυνας και ασφάλειας της Ευρώπης και ικανοποίηση άλλων συναφών αιτημάτων της, όπως η τελωνειακή Ένωση, η κατάργηση της βίζας και ανεμπόδιστες Ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις.
Καθήκον της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι να μη διευκολύνει την Τουρκική επιχείρηση εξαπάτησης της Ε.Ε. Αντίθετα θα πρέπει να αξιοποιήσει άμεσα και αποφασιστικά την δέσμευση – διακήρυξη των Αντόνιο Κόστα και Ούρσουλας Φον Ντερ Λάϊεν τόσο εν όψει Γενεύης όσο και παραμονές Νέας – Υόρκης ότι «η λύση του Κυπριακού πρέπει να βασίζεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ, στις αρχές και αξίες της Ε.Ε και στο νομικό της πλαίσιο».
Δεδομένης συνεπώς της εμμονής της Τουρκίας σε λύση που συγκρούεται με αυτή την σαφή Ευρωπαϊκή απόφαση – δέσμευση, το καθήκον της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι να εμποδίσει, αξιοποιώντας την ιδιότητα του κράτους – μέλους της Ένωσης, μαζί με την Ελλάδα, κάθε πρόθεση – σκέψη από πλευράς Ε.Ε για αντιμετώπιση της Τουρκίας ως δήθεν συνεργαζόμενης και διαλλακτικής στο Κυπριακό.
Διαφορετικά θα είμαστε συναυτουργοί στην διευκόλυνση της Τουρκίας «διά ψευδών παραστάσεων», να ικανοποιήσει τα αιτήματα – επιδιώξεις της από την Ε.Ε παραμένοντας ανυποχώρητη στο Κυπριακό.
Δεδομένης δε και της άρνησης του κατοχικού ηγέτη Ερσίν Τατάρ να δεχθεί σε συνάντηση, τον ειδικό απεσταλμένο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ.Χαν, αλλά και της προβολής ένστασης από τουρκικής πλευράς να συμμετάσχει στην πενταμερή της Νέας – Υόρκης, θα πρέπει να τερματιστεί κάθε προσδοκία ή εντύπωση από κοινοτικής πλευράς, ότι δήθεν υπάρχει οποιαδήποτε αλλαγή της τουρκικής στάσης.
Γιατί, αυτό που συμβαίνει, είναι προφανώς εμπαιγμός και εξαπάτηση της Ε.Ε από πλευράς Τουρκίας. Κάτι το οποίο, αν δεν στηλιτεύσουμε και δεν υποδείξουμε προς τα Ευρωπαϊκά συλλογικά όργανα, η Ε.Ε θα εξακολουθεί να αποδέχεται ασμένως τον εμπαιγμό, κάτι που έπραξε δυστυχώς επανειλημμένα και στο παρελθόν.
Ας μη ξεχνούμε τις δυνατότητες της Ε.Ε που θα πρέπει να αξιοποιήσουμε.
1. Η Ε.Ε έχει ρητή υποχρέωση να παρέχει «αρωγή με όλα τα μέσα που διαθέτει προς κράτος – μέλος που δέχεται ένοπλη επίθεση». Αυτό προβλέπεται στο άρθρο 42 παρ.7 της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Το γεγονός ότι η ένοπλη επίθεση της Τουρκίας διενεργήθηκε το 1974, όταν η Κύπρος δεν ήταν μέλος της Ε.Ε, ουδόλως την απαλλάσσει από αυτή την υποχρέωση.
Κι’ αυτό γιατί το έγκλημα της Τουρκίας είναι διαρκές, αφού η ένοπλη επίθεση συνεχίζεται με την στρατιωτική κατοχή του 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι δυνατόν αυτή η αλληλεγγύη να εκδηλώνεται στην περίπτωση της Ουκρανίας, μη μέλος της Ε.Ε, αλλά όχι στην Κύπρο μέλος της Ευρωπαϊκής Οικογένειας;
2. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα τελικά του συμπεράσματα του 2005 ανέθεσε συγκεκριμένες υποχρεώσεις στην Τουρκία για την ανεμπόδιστη εξέλιξη των Ευρωτουρκικών σχέσεων.
Την ανεπιφύλακτη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, το άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα και, το σημαντικότερο, την συνεργασία για επίτευξη λύσης του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και των αρχών και αξιών της Ε.Ε. Τα ίδια επαναλήφθηκαν στη λεγόμενη αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005.
Η Τουρκία αρνείται πεισμόνως να εκπληρώσει αυτές τις ρητές υποχρεώσεις που της ανέθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η αντιδήλωση του 2005.
Είμαστε στο 2025. Που είναι οι κυρώσεις που επέβαλε η Ε.Ε για την περιφρόνηση αυτών των αποφάσεων για 20 ολόκληρα χρόνια;
Είναι η ώρα να γίνουμε διεκδικητικοί – «ενοχλητικοί» και να εγκαταλείψουμε την αιδήμονα στάση μας έναντι των εταίρων μας.
Μόνο έτσι θα δικαιώσουμε τις προσδοκίες του Ελληνισμού, όταν εντασσόταν η Κύπρος στην Ε.Ε, ότι η ένταξη θα λειτουργούσε ως καταλύτης για τη λύση του Κυπριακού.
Άλλωστε, η μόνη ενδεχομένως ελπίδα για κάποια διαφοροποίηση της τουρκικής στάσης, είναι αυτή που πιθανόν να προκύψει από την συνάντηση Χριστοδουλίδη – Φιντάν.
Αν η Τουρκία πράγματι ενδιαφέρεται για ομαλές σχέσεις με την Ε.Ε και ικανοποίηση των συναφών αιτημάτων της, πρέπει να κατανοήσει ότι αυτό περνά μέσω Κύπρου. Νοουμένου βέβαια ότι εμείς ως Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα δεχθούμε τίποτε λιγότερο από αυτά που αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2005 και περιείχε η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005.
Με πρώτο βήμα, το ξεκλείδωμα της διαδικασίας για επανάληψη των διαπραγματεύσεων στη βάση του πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών και του Ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού.
Διαφορετικά, η άκαρπη συνέχιση της διαδικασίας της πενταμερούς με συζήτηση ΜΟΕ, ήσσονος μάλιστα σημασίας, θα εξυπηρετεί αποκλειστικά την Τουρκική πλευρά και θα δικαιώνει το αφήγημα της για «αρμονική συνύπαρξη των δύο λαών και μελλοντικών κρατικών οντοτήτων».
51 χρόνια μετά την παράνομη εισβολή της Τουρκίας και την συνεχιζόμενη στρατιωτική κατοχή των 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα περιθώρια ανατροπής των κατοχικών δεδομένων έχουν στενέψει επικίνδυνα. Είναι ώρα αποφάσεων και πολιτικών και διπλωματικών κινήσεων, που θα διαμορφώσουν νέα θετικά και ελπιδοφόρα δεδομένα.
Ο Γιαννάκης Λ.Ομήρου είναι πρώην Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας
