Ο κόσμος στην εποχή Τραμπ: Από το win-win στο lose-lose

Το νέο στυλ επιθετικής πολιτικής που εισήγαγε ο Ντόναλντ Τραμπ από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στον Λευκό Οίκο απειλεί να διαταράξει τις διμερείς σχέσεις των ΗΠΑ με όλον τον κόσμο, από το Μεξικό και την ΕΕ ως το Ιράν και την Κίνα.

Το νέο στυλ επιθετικής πολιτικής που εισήγαγε ο Ντόναλντ Τραμπ από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στον Λευκό Οίκο απειλεί να διαταράξει τις διμερείς σχέσεις των ΗΠΑ με όλον τον κόσμο, από το Μεξικό και την ΕΕ ως το Ιράν και την Κίνα. Ο προκάτοχός του, Μπαράκ Ομπάμα, με γνώμονα το win-win, δηλαδή να κερδίζουν και οι δύο πλευρές, είχε βελτιώσει ή τουλάχιστον ισορροπήσει τις σχέσεις των Αμερικανών με πολλές χώρες. Ο Τραμπ εισάγει τις ΗΠΑ και τον κόσμο σε μια νέα εποχή, εκείνη του lose-lose, όπου και οι δύο πλευρές θα χάνουν από τις πολιτικές που εφαρμόζει ο νέος πρόεδρος.

Το Μεξικό έτοιμο για αντίποινα
Ηδη οι Μεξικανοί εξετάζουν αντίποινα αν ο Τραμπ εφαρμόσει τις απειλές του να χτίσει τείχος κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό και να το χρηματοδοτήσει επιβάλλοντας φόρο στα μεξικανικά προϊόντα που εισάγουν οι ΗΠΑ. Κάθε φορά που ο νέος πρόεδρος ανοίγει το στόμα του και μιλάει για το Μεξικό, το πέσο κάνει βουτιά. Ως απάντηση, αξιωματούχοι της μεξικανικής κυβέρνησης και πρώην πρόεδροι προτείνουν να απελαθούν όλοι οι αμερικανοί πράκτορες που βρίσκονται στο Μεξικό, να πάψει η χώρα να συλλαμβάνει τους μετανάστες από την Κεντρική Αμερική που προσπαθούν να περάσουν παράνομα στις ΗΠΑ, να διακοπούν οι έλεγχοι για ναρκωτικά στα φορτηγά που διασχίζουν τα σύνορα προς ΗΠΑ και να μποϊκοτάρουν οι Μεξικανοί τα αμερικανικά προϊόντα –το ύψος των αμερικανικών εξαγωγών στο Μεξικό φθάνει τα 250 δισ. δολάρια τον χρόνο καθώς είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά των ΗΠΑ. «Ας σταματήσει η Ουάσιγκτον τα ναρκωτικά με το τείχος της, εμείς δεν θα ελέγχουμε πια, θα τα αφήνουμε να περνούν» λένε χαρακτηριστικά.
Ο πρώην πρέσβης Αρτούρο Σαρουκάν περιέγραψε τις διμερείς σχέσεις επί Τραμπ ως εξής: «Χρειάστηκε μόνο μία εβδομάδα διμερούς εμπλοκής ανάμεσα στη νέα αμερικανική κυβέρνηση και στο Μεξικό για να μπουν οι σχέσεις σε μια δίνη προς την άβυσσο».
Θα ακολουθήσουν και οι σχέσεις ΗΠΑ – Ιράν στην ίδια δίνη; Η Σιρίν Χάντερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν της Ουάσιγκτον με καταγωγή από το Ιράν, έγραψε: «Πολλοί Ιρανοί παραπλάνησαν εαυτούς ότι, ως επιχειρηματίας, ο Τραμπ θα ήταν πρόθυμος να κάνει μια συμφωνία. Η μοναδική συμφωνία που αρέσει στον Τραμπ όμως είναι εκείνη στην οποία κερδίζει ολοκληρωτικά. Η έννοια του win-win, την οποία τόσο αγαπά ο ιρανός υπουργός Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ, δεν είναι το είδος συμφωνίας που αρέσει στον Τραμπ».
Η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, την οποία ο Τραμπ αποκαλεί «χειρότερη όλων των εποχών», δεν είναι εύκολο να ανατραπεί από τη μια μέρα στην άλλη δεδομένου ότι την υπέγραψαν και άλλες χώρες (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, Κίνα και Γερμανία). Η Ουάσιγκτον όμως μπορεί να πιέσει την Τεχεράνη σε άλλα ζητήματα που δεν εμπίπτουν στη συμφωνία αυτή –όπως οι βαλλιστικοί πύραυλοι ή η Συρία –με απρόβλεπτες συνέπειες στις σχέσεις ΗΠΑ – Ιράν. Το πρόβλημα είναι ότι ο Τραμπ δεν ανησυχεί καθόλου μήπως καταρρεύσει η συμφωνία, κάθε άλλο, γι’ αυτό θα πιέσει σκληρά στα υπόλοιπα.
Η απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ στους πολίτες επτά μουσουλμανικών χωρών (Συρία, Ιράκ, Ιράν, Υεμένη, Σουδάν, Σομαλία και Λιβύη) πλήττει όλες τις πλευρές. Αμερικανοί στρατιωτικοί προειδοποιούν για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις της, ακόμη και μετά τη δικαστική απόρριψή της: τόσο η ταξιδιωτική απαγόρευση όσο και η γενικότερη ρητορική του Τραμπ κατά του Ισλάμ διαβρώνουν την αποφασιστικότητα του ιρακινού στρατού να πολεμήσει το Ισλαμικό Κράτος, αποτρέπουν τους ιρακινούς πολίτες από το να συνεργαστούν με τις δυνάμεις ασφαλείας (π.χ. δίνοντας πληροφορίες) και στέλνουν νέο αίμα στις τρομοκρατικές οργανώσεις.

«Αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα μετά την ταξιδιωτική απαγόρευση του Τραμπ την αποκαλούν «ευλογημένη» επειδή θα ενισχύσει την στρατολόγηση τζιχαντιστών»
είπε ο Πολ Μίλερ, ειδικός στην εθνική ασφάλεια από το Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Οστιν.
Αμερικανοί που υπηρέτησαν στο Ιράκ λένε: «Τρομοκρατικές οργανώσεις είχαν πλησιάσει στρατιώτες με τους οποίους συνεργαζόμασταν αλλά δεν τους είχαν στρατολογήσει. Τώρα το Ισλαμικό Κράτος, η Αλ Κάιντα κ.ά. θα τους πιέσουν σκληρότερα από ποτέ. Και αν τους στρατολογήσουν, σημαίνει ότι κατά κάποιον τρόπο εμείς θα έχουμε εκπαιδεύσει στο Ιράκ τους μελλοντικούς τζιχαντιστές».

Απέναντι στην Κίνα και στην ΕΕ
Τα παραδείγματα του lose-lose περισσεύουν. Με την Κίνα, ο Τραμπ στρώνει το έδαφος για εμπορικό πόλεμο από τον οποίο θα χάσουν και οι δύο πλευρές. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ επαινεί την απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την ΕΕ και προσπαθεί με κάθε τρόπο να διαλύσει την ενωμένη Ευρώπη. Η υποστήριξη που παρέχει στις αντιευρωπαϊκές και ακροδεξιές δυνάμεις των κρατών-μελών αναμένεται να γυρίσει μπούμερανγκ και για τις ΗΠΑ γιατί μια ισχυρή ευρωπαϊκή φωνή είναι προς το συμφέρον όλων. «Ναι, όλα είναι τόσο τρελά όσο φαίνονται. Κανείς δεν έχει δει τίποτε παρόμοιο και κανείς δεν γνωρίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια» έγραψε το περιοδικό «Foreign Affairs».
Ο κόσμος του lose-lose που έθεσε σε κίνηση η έλευση του Τραμπ στον Λευκό Οίκο εξαπλώνεται ανατρέποντας τις εύθραυστες ισορροπίες που είχαν επιτευχθεί, διαλύοντας τις συμμαχίες και φέρνοντας την επιθετικότητα και το πολιτικά μη ορθό στη θέση της παραδοσιακής διπλωματίας.
Οι Ρώσοι, ένας εμφύλιος και το Γουότεργκεϊτ

Οι αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας «δυσλειτουργούν» ενώ ο Λευκός Οίκος, από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και έπειτα, είναι ένα μέρος όπου «κανένας δεν γνωρίζει ποιος είναι ο υπεύθυνος και ποιος καθορίζει τις πολιτικές». Αυτά υποστηρίζει ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζον Μακέιν και δεν έχει άδικο, λαμβάνοντας υπόψη την έως τώρα πορεία της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.

Τελευταίο ηχηρό πλήγμα για τον επικίνδυνα αδαή Τραμπ αποτέλεσε η παραίτηση του Μάικλ Φλιν, συμβούλου εθνικής ασφαλείας του αμερικανού προέδρου έως τις αρχές της εβδομάδας, ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση του αφότου αποκαλύφθηκε ότι όχι μόνο είχε συνομιλίες, πριν από τον διορισμό του, με τον ρώσο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον για το ευαίσθητο θέμα των αμερικανικών κυρώσεων (του Μπαράκ Ομπάμα) στη Ρωσία αλλά και πως παραπλάνησε σχετικά με την υπόθεση τον Μάικ Πενς, αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.
Την ώρα, ωστόσο, που οι Δημοκρατικοί απαιτούν τη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας ενώ συγχρόνως αυξάνεται και ο αριθμός των Ρεπουμπλικανών που ζητούν τη διαλεύκανση της υπόθεσης, ο Τραμπ κάνει λόγο για «παράνομες» και «εγκληματικές διαρροές» από τις μυστικές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα πολλοί να μιλούν ανοιχτά πλέον για έναν άτυπο εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στον 45ο πρόεδρο των ΗΠΑ και τα μέλη της «Intelligence Community».

«Η επίθεση του Τραμπ στις μυστικές υπηρεσίες είναι αναμφίβολα η πιο άνανδρη ενέργειά του»
δήλωσε στο «Βήμα» ο Τζον Κάρολ, καθηγητής Μαζικής Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, υπενθυμίζοντας πως πρόσφατα ο αμερικανός πρόεδρος παρομοίασε τους αξιωματούχους ασφαλείας με τους ναζιστές. Αυτοί, ωστόσο, δεν πτοήθηκαν και έσπευσαν να αποκαλύψουν στους «αποτυχημένους» «New York Times» ότι με Ρώσους (πράκτορες) επαφές, πέρα από τον Μάικλ Φλιν, είχαν και άλλα μέλη του επιτελείου Τραμπ.

«Στην πραγματικότητα, ένα μέρος όπου σπάνια βρίσκεται ο Τραμπ, οι περισσότεροι από αυτούς τους αξιωματούχους είναι αφοσιωμένοι κοινωνικοί λειτουργοί που κινδυνεύουν με ποινές φυλάκισης (η διαρροή απόρρητων πληροφοριών είναι κακούργημα) ώστε να γνωρίζει ο αμερικανός λαός τι πράττει η κυβέρνησή του στο όνομά του. Κάποιοι δηλώνουν πως πρόκειται για διαρροές «εκδίκησης». Κάποιοι άλλοι, ωστόσο, θεωρούν ότι αποτελούν έκφραση της ανησυχίας αξιωματούχων των μυστικών υπηρεσιών όσον αφορά το ενδεχόμενο το υπουργείο Δικαιοσύνης, επικεφαλής του οποίου είναι ο κόλακας του Τραμπ Τζεφ Σέσιονς, να αρνηθεί να ερευνήσει τον άξονα Πούτιν – Τραμπ»
επισήμανε ο αμερικανός ακαδημαϊκός.
Αλλά τη στιγμή που στην Ουάσιγκτον αρκετοί κάνουν λόγο για συνταγματική κρίση ανάλογη με το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ που οδήγησε στην παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον το 1974, ο Τραμπ υποστηρίζει πως το αποκαλούμενο «RussiaGate» είναι απλώς μια «συνωμοσία». «Δεν έχω καμία σχέση με τη Ρωσία, και απ’ όσο γνωρίζω ούτε κάποιο από τα πρόσωπα που με περιστοιχίζουν» δήλωσε την Πέμπτη ο αμερικανός πρόεδρος, βάλλοντας ταυτόχρονα κατά των «ανέντιμων» Μέσων.

«Ο Λευκός Οίκος μοιάζει με χαοτικό τσίρκο»

«Επειτα από έναν μήνα με τον Τραμπ στην προεδρία, οι Αμερικανοί αλλά και άλλοι ανά τον κόσμο έχουν περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις για τις πολιτικές του αλλά και για τους στόχους του όσον αφορά την πορεία της Αμερικής. Παρότι ο Τραμπ μιλάει ακατάπαυστα για «νίκες» στο όνομα των ΗΠΑ, οι πρώτες του εβδομάδες επί το έργον επέφεραν προβλήματα αντί για νίκες. Από αντικειμενική σκοπιά ο Λευκός Οίκος μοιάζει μ’ ένα χαοτικό τσίρκο όπου διάφορα κέντρα εξουσίας ανταγωνίζονται για την προσοχή της κοινής γνώμης και την ανάληψη δράσης. Η αναγκαστική παραίτηση του Μάικλ Φλιν αποτελεί απλά ακόμη ένα παράδειγμα του ανησυχητικού χάους που επικρατεί και της κρίσης που σοβεί στην κυβέρνηση Τραμπ» υποστηρίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο Ρόμπερτ Σμουλ, καθηγητής Αμερικανικών Σπουδών και Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο Notre Dame, προβαίνοντας σε έναν πρώτο, αρνητικό φυσικά, απολογισμό του κυβερνητικού έργου.

Οσον αφορά τον ρωσικό δάκτυλο, ο αμερικανός επιστήμονας δηλώνει πως «παραδόξως, οι επαφές και οι διασυνδέσεις με τη Ρωσία εξακολουθούν να ταλαιπωρούν τον πρόεδρο καθώς το εύρος της ρωσικής εμπλοκής στις προεδρικές εκλογές –προς όφελος του Τραμπ –δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Υπάρχει επίσης έντονος προβληματισμός όσον αφορά το ενδεχόμενο ο Τραμπ και η οικογένειά του να έχουν επιχειρηματικούς δεσμούς στη Ρωσία που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί ποτέ. Η διαλεύκανση της ρωσικής εμπλοκής αναμφίβολα θα απασχολήσει για πολλές ακόμη εβδομάδες τα μέλη του Κογκρέσο».
Οσον αφορά τις αναφορές στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ και το ενδεχόμενο να έχει ο Τραμπ την ίδια κατάληξη με τον μακρινό προκάτοχό του, ο κ. Σμουλ επισημαίνει ότι «στην παρούσα στιγμή είναι πολύ νωρίς για να σκεφτούμε τις συνέπειες της ρωσικής εμπλοκής στις εκλογές και των όποιων άλλων πιθανών ενεργειών τους. Είναι πολύ νωρίς επίσης για να σκεφτούμε το ενδεχόμενο αποπομπής ή παραίτησης του Τραμπ. Προκαλεί έκπληξη, ωστόσο, το πόσο συχνά ένας Αμερικανός ακούει αυτή την ερώτηση: θα είναι πρόεδρος ο Τραμπ σε έξι μήνες;».
Πάντως το μόνο σίγουρο είναι ότι «εάν ο πρώτος μήνας της κυβέρνησης Τραμπ αποτελεί μια ένδειξη για το τι πρόκειται να ακολουθήσει στο μέλλον, τότε όλοι μας, και στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό, θα πρέπει να αναμένουμε αστάθεια και αναταραχή από την Ουάσιγκτον. Η αντιμετώπισή τους θα θέσει σε δοκιμασία και την Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο» κατέληξε ο κ. Σμουλ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.