Περισσότερο από δέκα χρόνια μετά τον ξαφνικό θάνατό του, σε ηλικία 65 ετών, ο διάσημος βρετανός ραδιοφωνικός παραγωγός Τζον Πιλ, ο άνθρωπος που επί πέντε δεκαετίες έφερνε το κοινό του σε επαφή με ό,τι η μουσική βιομηχανία αγνοούσε ή περιφρονούσε, εξακολουθεί να σαγηνεύει –ως σύμβολο και ως ιδέα –τους μουσικόφιλους όλου του κόσμου, όπως αποδεικνύει μια νέα βιογραφία του που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Αμέτρητες ιστοσελίδες και εκατοντάδες διαδικτυακά φόρουμ εστιάζουν αποκλειστικά στον εντοπισμό και στη διάθεση ερασιτεχνικών ηχογραφήσεων εκπομπών του από τις οποίες ξεχωρίζουν τα θρυλικά «Peel Sessions» –ηχογραφήσεις από (συχνά άσημους τότε, διάσημους σήμερα) καλεσμένους του ζωντανά στο στούντιο. Το 2011 το BBC Radio 6 Music καθιέρωσε το Αnnual John Peel Lecture –μια ετήσια διάλεξη προς τιμήν του πρωτοπόρου παραγωγού –ενώ την επόμενη χρονιά η διοίκηση της Βρετανικής Εταιρείας Μεταδόσεων έδωσε το όνομά του σε μία από τις πτέρυγες της επιβλητικής έδρας της στην καρδιά του Λονδίνου. Στο περίφημο μουσικό φεστιβάλ του Γκλαστονμπέρι υπάρχει σκηνή Τζον Πιλ και στο Στοουμάρκετ, μια μικρή πόλη στη Δυτική Αγγλία στα περίχωρα της οποίας έζησε για χρόνια ο Πιλ μαζί με την οικογένειά του, λειτουργεί ένα Κέντρο Τεχνών που φέρει το όνομά του.
Ποιος ήταν όμως στην πραγματικότητα αυτός ο επαναστάτης της βρετανικής ραδιοφωνίας που μέσω των εκπομπών του καθόρισε το μουσικό γούστο εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον κόσμο και ποια υπήρξε η επίδρασή του στη βρετανική μουσική σκηνή και κοινωνία;
Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Κάβαναχ, ο οποίος υπογράφει το «Good Night and Good Riddance: How 35 Years of JohnPeel Helped to Shape Modern Life» –«Καληνύχτα και καλά ξεκουμπίδια: Πώς 35 χρόνια με τον Τζον Πιλ συνέβαλαν στη Διαμόρφωση της Σύγχρονης Ζωής» – την τελευταία βιογραφία του εμβληματικού παραγωγού, ο Πιλ υπήρξε ένας εξαιρετικός επιμελητής (τέχνης) ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει τα ερτζιανά στην πιο τολμηρή δημόσια γκαλερί και σε έναν αφάνταστα απελευθερωμένο χώρο διαπαιδαγώγησης, τόσο μουσικής όσο και κοινωνικής.
Χαρακτηρίζοντας τον Τζον Πιλ έναν καλλιτέχνη ο οποίος «επιδείκνυε μια μορφή εμβριθούς, νεο-αναρχικής, αφηρημένης εξπρεσιονιστικής αφοβίας», ο Ντέιβιντ Κάβαναχ υποστηρίζει πως οι ραδιοφωνικές εκπομπές του αποτελούν ένα εξαιρετικό μέσο ανάλυσης της βρετανικής κοινωνίας από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 ως και σήμερα.
Ξεκινώντας από το 1967 –περίοδο κατά την οποία ο Πιλ στις μεταμεσονύκτιες εκπομπές του στον πλωτό πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό Radio London άλλοτε απήγγελλε στίχους του Κάτουλου και άλλοτε σταματούσε την ανάγνωση του δελτίου καιρού επειδή θεωρούσε την ιδέα της βροχής ενοχλητική –και φτάνοντας ως το 2004, όταν ο Πιλ έφυγε από τη ζωή ενώ έκανε διακοπές στο Περού, ο Ντέιβιντ Κάβαναχ αποδομεί την 35ετή ραδιοφωνική παραγωγή του και παρουσιάζει με χρονολογική σειρά την ιστορία και το περιεχόμενο 265 εκπομπών του.
Εξοικειώνοντας τη νεολαία με το άγνωστο
Στις σελίδες του βιβλίου του ο συγγραφέας εξετάζει γεγονότα και παρουσιάζει επιχειρήματα τα οποία αποδεικνύουν την εξαιρετική επίδραση του Τζον Πιλ στη σύγχρονη βρετανική μουσική, και όχι μόνο, κουλτούρα. Αναφέρει χαρακτηριστικά και μάλιστα στην εισαγωγή του βιβλίου του πως η μουσική που επέλεξε ο βραβευμένος με Οσκαρ Ντάνι Μπόιλ για να ντύσει την πανηγυρική τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012 φέρει έντονα το αποτύπωμα του επιδραστικού ραδιοφωνικού παραγωγού καθώς πολλοί από τους μουσικούς που επέλεξε ο Μπόιλ –ο Μάικ Ολντφιλντ, οι Πινκ Φλόιντ, οι Νιου Ορντερ και οι Σεξ Πίστολς για παράδειγμα –αναδείχθηκαν και υποστηρίχτηκαν από τον Τζον Πιλ, όπως και δεκάδες άλλοι από τους θρύλους της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ο Ντέιβιντ Μπάουι, οι Λεντ Ζεπέλιν και οι Νιρβάνα. Στον Τζον Πιλ οφείλεται και η γνωριμία των ακροατών του BBC με είδη μουσικής όπως το πανκ και η ρέγκε.
Πέρα όμως από την παγκόσμια μουσική σκηνή και βιομηχανία, ο Τζον Πιλ επηρέασε σημαντικά και τη βρετανική κοινωνία και ιδιαίτερα τη νεολαία της Γηραιάς Αλβιώνας, υποστηρίζει ο συγγραφέας σε πρόσφατο άρθρο του στον «Γκάρντιαν», καθώς μέσω της ανάδειξης της αντεργκράουντ μουσικής σκηνής αλλά και της αντεργκράουντ κουλτούρας γενικότερα, παρουσίασε στους φανατικούς ακροατές του –φοιτητές, μέλη της εργατικής τάξης, ανέργους και λοιπούς περιθωριακούς, ακόμη και έγκλειστους στις φυλακές –μια εναλλακτική πρόταση ζωής πέρα από τα όποια πρότυπα της καταναλωτικής κοινωνίας.
Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Κάβαναχ, ο Τζον Πιλ υπήρξε ο άνθρωπος που έμαθε στους νεαρούς Βρετανούς να μην εμπιστεύονται πάντα την επικρατούσα άποψη, να μην παρασύρονται από το κυρίαρχο ρεύμα και να μη διστάζουν να προσεγγίζουν και να εξετάζουν οτιδήποτε είναι άγνωστο και φαντάζει ασυνήθιστο.
HeliosPlus
