Τεστ αντοχής για τη δύσκολη σχέση Γερμανίας – Ρωσίας

Στο Βερολίνο «δεν αρέσει» η προσέγγιση της νέας κυβέρνησης της Ελλάδας με τη Ρωσία μάς είπε μεταξύ πολλών άλλων ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Τεστ αντοχής για τη δύσκολη σχέση Γερμανίας – Ρωσίας
Στο Βερολίνο «δεν αρέσει» η προσέγγιση της νέας κυβέρνησης της Ελλάδας με τη Ρωσία μάς είπε μεταξύ πολλών άλλων ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ρώτησε όμως άραγε ποτέ η Γερμανία τις ΗΠΑ ή τη Βρετανία ή τις άλλες χώρες στην Ευρωπαΐκή Ενωση (ΕΕ) αν τους αρέσει ο προβληματικός μεν σήμερα αλλά τουλάχιστον στα ενεργειακά ζητήματα αρκετά ανθεκτικός γερμανορωσικός οικονομικός άξονας; Την υποκρισία την ξαναείδαμε στη συνάντηση Ανγκελα Μέρκελ – Βλαντίμιρ Πούτιν, την Παρασκευή στη Μόσχα. Συνοδευόμενη από τον γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, η καγκελάριος τήρησε βεβαίως τα θεσμικά προσχήματα μιας ευρωπαϊκής μεσολάβησης για την ειρήνη στην Ανατολική Ουκρανία. Αλλά πίσω από την κοινή στάση και τα ωραία λόγια για ειρήνη, ελευθερία και δημοκρατία η Γερμανία έχει τη δική της ατζέντα με το Κρεμλίνο που γράφει μόνο ένα πράγμα: οικονομικά συμφέροντα. Και τα περί «υποκρισίας» και «ιδίων συμφερόντων» τα γράφουν σοβαρά έντυπα, από το «Foreign Affairs» και τους «New York Times» ως πικρόχολες αναλύσεις σε γαλλικές και άλλες ευρωπαϊκές εφημερίδες. Θυμίζουν την ιστορία και τις συχνά βίαιες επιπτώσεις αυτής της δύσκολης σχέσης Βερολίνου – Μόσχας, η οποία έπαιξε μοιραίο ρόλο στα γεγονότα του 20ού αιώνα. Η σύγκρουση Γερμανίας και Ρωσίας ήταν πίσω από δύο Παγκοσμίους και έναν Ψυχρό Πόλεμο. Καθόρισε, μεταξύ άλλων, την ευρωπαϊκή πολιτική εδώ και δύο αιώνες και ιστορικά αποτέλεσε απειλή για άλλους, ακόμα και στις καλύτερες στιγμές της. Οι Αμερικανοί σήμερα, π.χ., φοβούνται δικαιολογημένα μια στέρεη γερμανορωσική σχέση γιατί ο συνδυασμός της γερμανικής τεχνολογίας και των ρωσικών υδρογονανθράκων θα είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει την ευαίσθητη πλάστιγγα των διεθνών ισορροπιών.
Κίεβο και στρατηγικό σοκ στο Βερολίνο

Η απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανία και η προσάρτησή της στη Ρωσία τον Μάρτιο του 2014 ήταν ένα στρατηγικό σοκ για το Βερολίνο. Η επανενωθείσα Γερμανία είχε περάσει τα τελευταία 25 χρόνια προσπαθώντας να ενισχύσει τις πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με τη Μόσχα, χτίζοντας μια κρίσιμη συμμαχία με τη Ρωσία ώστε να εξασφαλίσει αυτό που πάντα της έλειπε: ενέργεια. Αλλά οι ρωσικές κινήσεις στην Ουκρανία και οι πιέσεις από τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ και σε πολλές χώρες της ΕΕ που θέλουν να τιμωρήσουν τη «νεο-ιμπεριαλιστική» φιλοδοξία του προέδρου Πούτιν ανάγκασαν τη Γερμανία να κάνει κάτι που δεν ήθελε. Παρά την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και τη σημασία της Ρωσίας για τις γερμανικές εξαγωγές, η καγκελάριος Μέρκελ συμφώνησε να επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα. Δεν είναι οι πιο σκληρές, δεν τιμωρούν ολόκληρους τομείς της ρωσικής οικονομίας και το Βερολίνο θα είναι το πρώτο που μετά χαράς θα τις χαλαρώσει σε αντάλλαγμα για ομαλοποίηση της κατάστασης στην Ουκρανία. Το μπαλάκι είναι στο γήπεδο του Πούτιν.

Ως πανίσχυρη μηχανή εξαγωγών (οι πωλήσεις στο εξωτερικό αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% του γερμανικού ΑΕΠ), η Γερμανία χαράζει διεθνή πολιτική πάνω σε οικονομικές γραμμές κάνοντας «μπίζνες ως συνήθως» κάτω από σχεδόν οποιεσδήποτε συνθήκες, με τη Ρωσία, την Κίνα και άλλα αυταρχικά καθεστώτα. Αλλά η βασική αρχή της Ostpolitik ήταν διαφορετική, περισσότερο πολιτική και λιγότερο οικονομική. Την εγκαινίασε τη δεκαετία του 1970 ο Βίλι Μπραντ που ως καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας εν μέσω Ψυχρού Πολέμου προσπάθησε να ισορροπήσει με μια πιο ανοιχτή σχέση με τη Σοβιετική Ενωση. Πίστευε ότι η ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των δύο μπλοκ θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει σε επανένωση της Γερμανίας. Δικαιώθηκε με τα ιστορικά γεγονότα του 1989-90.

Ο καγκελάριος που έγινε υπάλληλος της Gazprom
Η σύσφιγξη των γερμανορωσικών σχέσεων έφθασε στο απόγειό της επί Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος (1998 – 2005) ήταν και είναι προσωπικός φίλος του Πούτιν. Οι δύο τους θεωρούνται οι πατέρες του αγωγού Nord Stream για τη μεταφορά του ρωσικού φυσικού αερίου απευθείας στη Γερμανία, παρακάμπτοντας χώρες όπως η Πολωνία και η Ουκρανία. Μετά το τέλος της θητείας του, ο Σρέντερ προσελήφθη: έγινε ο καλοπληρωμένος διευθύνων σύμβουλος του Nord Stream, κύριοι μέτοχοι του οποίου είναι η ρωσική Gazprom με 51% και οι γερμανικοί γίγαντες Wintershall και EON Ruhrgas με περίπου 30%. Οταν τον διαδέχθηκε η Μέρκελ, η στρατηγική «συνέργεια» μεταξύ της ρωσικής και της γερμανικής οικονομίας ήταν θέσφατο στην καγκελαρία.
Σήμερα, περίπου 6.200 γερμανικές εταιρείες δραστηριοποιούνται οικονομικά στη Ρωσία, 300.000 γερμανικές θέσεις εργασίας εξαρτώνται άμεσα από τις οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία και το 25% της ενέργειας που καταναλώνεται στη Γερμανία εισάγεται από τη Ρωσία. Οι δύο οικονομίες χρειάζονται δομικά η μία την άλλη. Η Γερμανία κατασκευάζει βιομηχανικά προϊόντα και μηχανήματα που έχει ανάγκη η Ρωσία για να εκσυγχρονίσει την οικονομία της. Και η Ρωσία παράγει την ενέργεια στην οποία στηρίζεται η γερμανική οικονομία (36% και 35% των εισαγωγών της Γερμανίας σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο, αντίστοιχα). Η Ρωσία είναι η 11η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Γερμανίας, με όγκο συναλλαγών 37 δισ. ευρώ πέρυσι. Και η Γερμανία ο έβδομος μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικών αγαθών και υπηρεσιών. Γερμανικοί γίγαντες όπως οι BASF, Siemens, Volkswagen και Deutsche Bank αντιδρούν σθεναρά σε περαιτέρω κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Σημάδια της Ιστορίας


Πρώσοι και Ρώσοι
στη Βιέννη του 1815


Η μιλιταριστική Πρωσία και η αυτοκρατορική Ρωσία ήταν σύμμαχοι στο περιβόητο Συνέδριο της Βιέννης το 1815. Μαζί με τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις (Αυστροουγγαρία και Αγγλία), Γερμανοί και Ρώσοι ξανασχεδίασαν τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης καθορίζοντας τα όρια και τις σφαίρες επιρροής των αυτοκρατοριών τους μετά την ήττα του Ναπολέοντα.

Η κατάρρευση των τεσσάρων αυτοκρατοριών


Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ρωσία συντάχθηκε με τις δυνάμεις της Αντάντ (Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ), οι οποίες νίκησαν την Τριπλή Συμμαχία (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία). Ο Μεγάλος Πόλεμος (1914-18) τέλειωσε με 18,5 εκατ. νεκρούς και την κατάρρευση 4 αυτοκρατοριών –και της τσαρικής με τη ρωσική επανάσταση.

Ο αιματηρός θρίαμβος της ΕΣΣΔ
Μάιος 1945. Ο Κόκκινος Στρατός του Στάλιν μπαίνει νικητής στο Βερολίνο, την ερειπωμένη πρωτεύουσα της χιτλερικής Γερμανίας. Μετά την ήττα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία διαιρείται και η δυτική αφοπλίζεται και επιδίδεται στο «οικονομικό θαύμα». Η ΕΣΣΔ, ύστερα από την αιματηρή νίκη που κόστισε έως και 20 εκατομμύρια ζωές Σοβιετικών, κυριαρχεί στο ανατολικό μπλοκ επί Ψυχρού Πολέμου.

Ostpolitik: ρεαλισμός και οικονομική προσέγγιση
Νέα εποχή προσέγγισης ανοίγει το 1969 η Ostpolitik (Ανατολική πολιτική) του καγκελαρίου Βίλλυ Μπραντ, με σκοπό την εξομάλυνση των σχέσεων με τις κομμουνιστικές χώρες. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης το 1989, η επανενωμένη Γερμανία αναπτύσσει όλο και πιο στενούς οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία.

Απειλείται ο ενεργειακός άξονας
Η σοβούμενη κρίση στην Ουκρανία έχει ξαναβάλει τις δύο χώρες σε αντίπαλα στρατόπεδα: Στο ένα είναι η Ευρωπαϊκή Eνωση με ηγετική δύναμη τη Γερμανία και στο άλλο η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, που δημιουργεί το δικό του πολιτικό αντίβαρο με σφαίρες επιρροής από τη Βαλτική μέχρι την Κασπία, καθώς το Κρεμλίνο βλέπει το ΝΑΤΟ να εισχωρεί όλο και πιο βαθιά στον ζωτικό του χώρο από τη Βαλτική και την Πολωνία ώς τα Βαλκάνια. Οι δυτικές κυρώσεις κλονίζουν τον γερμανορωσικό ενεργειακό άξονα.

Ούλριχ Σπεκ, γερμανός αναλυτής ευρωρωσικών σχέσεων
«Το Κρεμλίνο ζει στο σύστημα των μεγάλων δυνάμεων του παρελθόντος»

«Γερμανία και Ρωσία είναι οι αντίποδες στο σημερινό διεθνές σύστημα»,
λέει στο «Βήμα» ο δρ. Ούλριχ Σπεκ, γερμανός αναλυτής ευρωρωσικών σχέσεων στο Carnegie Europe στις Βρυξέλλες και αρθρογράφος στους «New York Times».

«Η αντίθεση μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας μπορεί να περιγραφεί και να εξηγηθεί από την ιστορική εμπειρία των δύο χωρών. Με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τη διεθνή τάξη και τη διεθνή πολιτική, το Κρεμλίνο συνεχίζει να ζει στο σύστημα των μεγάλων δυνάμεων που κυριάρχησε στην Ευρώπη επί αιώνες. Η διαίρεση της Ευρώπης σε σφαίρες επιρροής από τον Στάλιν, τον Ρούζβελτ και τον Τσόρτσιλ στη Γιάλτα το 1945 και η διπολική τάξη στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου εντάσσονται σε αυτή την παράδοση, που ζει μέχρι σήμερα στο μυαλό του Πούτιν. Η αξίωση της Ρωσίας για σφαίρες επιρροής έχει προφανώς επιζήσει: το δείχνει ο πόλεμος στην Ουκρανία», εξηγεί.
Και τονίζει: «Σε αντίθεση με τη Ρωσία, η Γερμανία έχει βιώσει μια ριζοσπαστική ρήξη με την παράδοση των μεγάλων δυνάμεων λόγω ναζιστικού παρελθόντος. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της, η οποία ιδρύθηκε το 1949, ορίστηκε ως η απόλυτη αντίθεση της «μεγάλης δύναμης». Ενσωματώθηκε σε ένα διπλό σύστημα περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας, στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Η Γερμανία μπόρεσε έτσι να επικεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στην οικονομία και στη δίκαιη κατανομή του εθνικού εισοδήματος. Η αποκήρυξη των εδαφικών διεκδικήσεων και της στρατιωτικής ισχύος έκανε δυνατή την γερμανική ανάκαμψη πρώτα στο δυτικό, και μετά το 1990, στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Είναι ακριβώς αυτή η ρήξη με την παράδοση της σύγκρουσης των μεγάλων δυνάμεων, και η ένταξη σε διεθνείς και διακρατικές οντότητες που έκανε τη Γερμανία πιο ελεύθερη, πιο ασφαλή και πιο ευημερούσα από ποτέ».
Η διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης δεν οδήγησε σε παρόμοιες εξελίξεις στη Ρωσία, παρατηρεί ο κ. Σπεκ. «Η χώρα δεν άνοιξε ποτέ πραγματικά στο διεθνές σύστημα, που διαμορφώθηκε βεβαίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως αναγκάστηκε να το πράξει η ηττημένη Γερμανία αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ρωσία νίκησε στον Πόλεμο. Και είναι ακόμη πολύ μεγάλη, πολύ ισχυρή, και πολύ προσκολλημένη στο αυτοκρατορικό μεγαλείο της. Βλέποντας τον εαυτό της, ακόμα, ως μια κλασική μεγάλη δύναμη, η Ρωσία επιδιώκει να μεγιστοποιήσει την κυριαρχία και την ελευθερία της να ενεργεί όπως θέλει. Δεν συγκρίνει τον εαυτό της με χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ινδία, η Γερμανία ή η Γαλλία, οι οποίες έχουν ενσωματωθεί στο παγκόσμιο σύστημα αποδεχόμενες την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ», λέει.

Η Ρωσία, κατά τον συνομιλητή μας, δεν επιδιώκει εμπλοκή με διεθνείς οργανισμούς και ακολουθώντας διεθνείς κανόνες. «Αυτό που μετράει είναι η ισχύς, με την αρχαϊκή έννοια: η δύναμη να εξαναγκάζεις τους άλλους να κάνουν ό,τι θέλεις εσύ. Οι ισχυροί μπορούν να διατάζουν, οι αδύναμοι πρέπει να υπακούουν. Αυτή είναι μια άποψη του κόσμου που η Ρωσία θεωρεί ότι μπορεί να την αντέξει οικονομικά λόγω της θέσης της ως προμηθευτή ενέργειας στο διεθνές οικονομικό σύστημα. Από τότε που οι Χέλμουτ Κολ και Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διαπραγματεύθηκαν την επανένωση της Γερμανίας το 1990, οι δύο χώρες μπήκαν στην τροχιά μιας όλο και πιο στενής συνεργασίας –σαν ετερώνυμα που έλκονται. Σήμερα, η κρίση στην Ουκρανία τις απωθεί και πάλι. Γερμανία και Ρωσία παρασύρονται στη διαμάχη για μια χώρα που θέλει να απελευθερωθεί από τη ρωσική κυριαρχία και να μπει στην οικονομική σφαίρα της ΕΕ. Είναι μια νέα σύγκρουση μεταξύ δύο συστημάτων που βασίζονται σε αντιθετικές αρχές», καταλήγει.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version