Ο συμβιβασμός είναι μια αρνητικά φορτισμένη λέξη για την Αριστερά. Παραπέμπει στη Συμφωνία της Βάρκιζας και στην άνευ όρων συνθηκολόγηση του ΕΛΑΣ, στον «ιστορικό συμβιβασμό» του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας με το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα ή στο 1989 και στη συμμετοχή του ενιαίου τότε Συνασπισμού στην κυβέρνηση Τζαννετάκη. Ομως, αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο νικητής των εκλογών και σχηματίσει κυβέρνηση, είτε αυτόνομη είτε όχι, η μόνη ρεαλιστική διέξοδος στην αντιπαράθεσή του με την Ευρώπη είναι ο συμβιβασμός.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι δεν θα δεχθούν μονομερείς ενέργειες και ότι η Ελλάδα θα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Από τη στιγμή που η χώρα εξαρτάται για τη χρηματοδότησή της από την Ευρώπη και την ΕΚΤ, οι Ευρωπαίοι έχουν τρόπους να πιέσουν την ελληνική πλευρά που εκ των πραγμάτων βρίσκεται στη δυσχερέστερη θέση. Αν λοιπόν ο κ. Αλέξης Τσίπρας δεν θέλει να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα και τη χώρα σε οδυνηρές περιπέτειες, θα πρέπει να αναζητήσει μια συμβιβαστική λύση.
Οι Ευρωπαίοι δεν αναμένεται να μετακινηθούν πολύ από τις θέσεις τους. Οπως επανειλημμένως έχουν πει, η χρηματοδότηση θα συνεχιστεί μόνο αν η χώρα είναι σε πρόγραμμα, ενώ περιθώρια για διαγραφή χρέους δεν υπάρχουν, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Ενας συνδυασμός μείωσης επικοκίων και επιμήκυνσης, ανάλογος με αυτόν που διαπραγματευόταν η προηγούμενη κυβέρνηση, είναι το πιθανότερο σενάριο. Τώρα το πρόγραμμα μπορεί να λέγεται αναπτυξιακό, ανατρεπτικό, ανασυγκροτησιακό ή όπως αλλιώς βαφτιστεί, όμως στην ουσία θα περιλαμβάνει βασικές διαρθρωτικές αλλαγές. Προβλήματα αναμένεται να υπάρξουν σε εργασιακά θέματα και σε ζητήματα ιδιωτικοποιήσεων κοινωφελών οργανισμών όπως η «μικρή ΔΕΗ», τα οποία μπορούν να ξεπεραστούν με χαλάρωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια. Κάτι που διαπραγματευόταν και η προηγούμενη κυβέρνηση μέσα από το «φιξάρισμα» των επιτοκίων του χρέους για τα επόμενα π.χ. 10 χρόνια στα σημερινά χαμηλά επίπεδα. Αυτό μπορεί να απελευθερώσει κεφάλαια ύψους 2-3 δισ. ευρώ, που θα επιτρέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ να υλοποιήσει κάποιες από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του. Οι Γερμανοί είναι ρεαλιστές και γνωρίζουν ότι κάτι πρέπει να δώσουν. Αλλωστε η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ έχει δηλώσει πως «δεν μπορεί να επιτευχθεί συμβιβασμός και να είναι όλοι ικανοποιημένοι και περιχαρείς».
Το ερώτημα είναι γιατί δεν τα έδιναν και στην προηγούμενη κυβέρνηση. Δυστυχώς η απάντηση είναι απλή. Οι πιστωτές ήθελαν τη δέσμευση όλων των μεγάλων κομμάτων και την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και τον κίνδυνο να του «σκάσει» η χώρα στα χέρια, πιο εύκολα μπορούν να αποσπάσουν την υπογραφή του κ. Τσίπρα. Ωστόσο κάπως έτσι προκύπτουν οι συμβιβασμοί…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
