«Αν τα γεγονότα δεν ταιριάζουν με τη θεωρία, αλλάξτε τη θεωρία» λέει ένα παλιό απόφθεγμα. Συχνά είναι πιο εύκολο να κρατήσει κανείς τη θεωρία και να αλλάξει τα γεγονότα. Αυτό κάνουν η γερμανίδα καγκελάριος και άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες που πιστεύουν στη λιτότητα. Αρνούνται την αλήθεια, παρά το ότι τα γεγονότα είναι καταιγιστικά: η λιτότητα απέτυχε. Αποδεικνύεται καθημερινά ότι υπήρξε η απόλυτη και αδυσώπητη καταστροφή για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, που βρίσκονται αντιμέτωπες ακόμη μία φορά με τη στασιμότητα, αν όχι με μια τρίτη βουτιά στην ύφεση, που βρίσκονται αντιμέτωπες με την ανεργία που επιμένει σε ύψη-ρεκόρ, με το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε πολλές χώρες να παραμένει ακόμη κάτω από τα προ ύφεσης επίπεδα.
Οι χώρες που χτυπήθηκαν περισσότερο βρίσκονται ακόμη σε ύφεση. Δεν υπάρχει άλλη λέξη για να περιγράψει κανείς μια οικονομία σαν της Ισπανίας ή της Ελλάδας, όπου σχεδόν ένας στους τέσσερις ανθρώπους –και περισσότερο από το 50% των νέων –δεν μπορεί να βρει δουλειά. Οι ισχυρισμοί ότι το φάρμακο αποδίδει επειδή το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες ή επειδή καθίσταται ορατή μια αχτίδα ανάπτυξης θυμίζουν τον μπαρμπέρη του Μεσαίωνα που έλεγε ότι η αφαίμαξη αποδίδει επειδή ο ασθενής δεν έχει πεθάνει ακόμη.
Η παραγωγή σήμερα στην Ευρώπη είναι 15% χαμηλότερη από το επίπεδο που θα βρισκόταν αν δεν είχε ξεσπάσει η κρίση του 2008. Αυτό σημαίνει ότι μόνο εφέτος θα χαθούν από τη ζώνη του ευρώ 1,6 τρισ. δολάρια. Και ότι η σωρευτική ζημιά τα χρόνια αυτά ξεπερνά τα 6,5 τρισ. δολάρια.
Η Γερμανία εξαναγκάζει τις άλλες χώρες να ακολουθήσουν πολιτικές που εξασθενούν τις οικονομίες τους –και τις δημοκρατίες τους. Η ελπίδα ότι οι χαμηλότεροι εταιρικοί φόροι θα τονώσουν τις επενδύσεις είναι αβάσιμη. Εκείνο που αποθαρρύνει τις επενδύσεις είναι η απουσία της ζήτησης, όχι οι υψηλοί φόροι.
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ είναι νομπελίστας Οικονομίας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Columbia των ΗΠΑ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
