Οταν από κάποια προσωπική κατάσταση, επαγγελματική ή άλλη, που σου εξασφαλίζει μια υψηλή αναγνωρισιμότητα ή ελκυστική πρόσληψη επιλέγεσαι, και γι’ αυτές και μόνο, ως υποψήφιος ή υποψήφια για τις εκλογές, ένα, τουλάχιστον ένα διπλό διερώτημα τίθεται:
–Αρκούν αυτοί οι λόγοι για να προτιμηθείς αν, αν μέσα από αυτή την εικονοληπτική προσέγγιση δεν ερευνάται εξίσου αν διαθέτεις και τα ουσιαστικά και τα τυπικά προσόντα για να ασκήσεις το λειτούργημα για το οποίο προορίζεσαι;
–Μπορεί ένα πολιτικό κόμμα, το οποιοδήποτε, να αξιοποιεί –αποφεύγω, το εκμεταλλεύεται –το σε τι ο πολίτης είναι «εθισμένος» ή και το από τι είναι «μαγεμένος» και να του το προτείνει ως θυμικό αντάλλαγμα του εκλογικού του προσεταιρισμού;
Η ευθύνη αφορά και τους δύο. Και εκείνους που επιλέγονται και εκείνους που επιλέγουν. Δεν είναι όμως η ίδια στις δύο περιπτώσεις.
–Στην πρώτη εκείνοι ή εκείνες που επιλέγονται αποκλειστικά με το κριτήριο της αναγνωρισιμότητας ή της αισθησιακής τους απήχησης, εξ αυτού και μόνο του λόγου, δεν φαίνεται να έχουν… ευθύνη.
–Στη δεύτερη περίπτωση, όπου τα κόμματα επιλέγουν, η αναζήτηση της ευθύνης αφορά και εμάς. Και δεν έχουμε παρά να δείξουμε πόσο μια επιλογή μάς τιμά ή όχι. Πόσο η απόπειρα επικοινωνιακής μας υποκλοπής έγινε αντιληπτή, αν δεν μας είναι και ευπρόσδεκτη.
Ο κ. Γιάννης Μεταξάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
