Γεργκ Ασμουσεν: «Μην γκρεμίσετε αυτά που χτίσατε»

Ο Γεργκ Ασμουσεν μιλάει προσεκτικά και χαμηλόφωνα. Φοράει μαύρο κοστούμι και τα πάντα επάνω του είναι προσεγμένα ως την τελευταία λεπτομέρεια. Τον συναντήσαμε μετά την ωριαία – και «πολύ ανοιχτή» όπως τη χαρακτήρισε – συνάντηση με τον Πρωθυπουργό.

Ο Γεργκ Ασμουσεν μιλάει προσεκτικά και χαμηλόφωνα. Φοράει μαύρο κοστούμι και τα πάντα επάνω του είναι προσεγμένα ως την τελευταία λεπτομέρεια. Τον συναντήσαμε μετά την ωριαία – και «πολύ ανοιχτή» όπως τη χαρακτήρισε – συνάντηση με τον Πρωθυπουργό. «Ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα είναι εφικτός», όπως και αυτός για «χαμηλό, αλλά θετικό ρυθμό ανάπτυξης το επόμενο έτος» τόνισε στην αποκλειστική συνέντευξή του προς το «Βήμα της Κυριακής». Ωστόσο, με αφορμή τη συζήτηση για μείωση του χρέους και για το τρίτο πακέτο βοηθείας υπήρξε κατηγορηματικός: «Οι επαναλαμβανόμενες συζητήσεις για μείωση του χρέους δεν βοηθούν». Κατά τον γερμανό αξιωματούχο, ουσιαστικό «νούμερο 2» στην ΕΚΤ πίσω από τον Μάριο Ντράγκι, για ορισμένους δε ακόμη και διάδοχος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μετά τις γερμανικές εκλογές, η ανακοίνωση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 απαντά τόσο στο θέμα της μείωσης του χρέους όσο και στα περί τρίτου πακέτου βοηθείας. Για τον κ. Ασμουσεν το ζήτημα του δημοσιονομικού κενού για τα έτη 2015 – 2016 είναι κρίσιμο. «Χρειαζόμαστε ένα αξιόπιστο Μεσοπρόθεσμο, ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές» απαντά. Τέλος, ο κ. Ασμουσεν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου του εφησυχασμού για την ευρωζώνη μετά τις πρόσφατες θετικές ενδείξεις για έξοδο από την ύφεση. Πιστεύει ότι η παρουσία του ΔΝΤ είναι αναγκαία στην τρόικα, ενώ χαρακτηρίζει την τραπεζική ένωση τη μεγαλύτερη «θεσμική αλλαγή» στην Ευρώπη μετά την εισαγωγή του ευρώ.

Βρεθήκατε στην Αθήνα μία ημέρα μετά τη δήλωση Σόιμπλε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο πακέτο βοηθείας. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που προηγείτο. Υπάρχει μια γενικότερη αντίληψη ότι εφόσον η Ελλάδα επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα, οι εταίροι θα εξετάσουν τρόπους ελάφρυνσης του χρέους. Πώς μπορεί να υλοποιηθεί αυτή η δέσμευση;
«Επιτρέψτε μου κατ’ αρχάς να σας πω ότι η επίσκεψή μου εδώ είχε προγραμματιστεί πολλούς μήνες πριν, όταν ο Γιάννης Στουρνάρας μου πρότεινε να έρθω εντός του καλοκαιριού που είναι ήρεμα. Επομένως, η επίσκεψή μου δεν έχει σχέση με τη δήλωση Σόιμπλε και δεν υπήρξε συντονισμός. Κατά την άποψή μου, οι επαναλαμβανόμενες συζητήσεις για μια μείωση χρέους, για κούρεμα, πείτε το όπως θέλετε, δεν βοηθούν. Αποσπούν την προσοχή όλων των ενδιαφερομένων από αυτά που χρειάζεται να γίνουν υπό το τρέχον πρόγραμμα προσαρμογής. Υπάρχει μια ξεκάθαρη, δημόσια απόφαση του Eurogroup από τις 27 Νοεμβρίου του περασμένου έτους. Αυτή αναφέρει ορισμένες προϋποθέσεις και αυτές ορίζουν το χρονοδιάγραμμα. Οταν η Ελλάδα φθάσει σε πρωτογενές πλεόνασμα σε ετήσια βάση, το πρόγραμμα έχει υλοποιηθεί πλήρως και το επίπεδο του χρέους εξακολουθεί να θεωρείται πολύ υψηλό, τότε οι ευρωπαίοι εταίροι θα εξετάσουν πρόσθετα μέτρα. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Θα γνωρίζουμε όμως μόνο από την άνοιξη του επόμενου έτους το αποτέλεσμα του οικονομικού έτους 2013. Η δήλωση του Eurogroup προσδιορίζει πιθανά μέτρα. Γράφτηκε πολύ προσεκτικά. Το θυμάμαι διότι ήμουν εκεί εκείνο το βράδυ. Λέει «μεταξύ άλλων» για νέα μείωση των επιτοκίων των διμερών δανείων και/ή για εξέταση της συγχρηματοδότησης από τα διαρθρωτικά ταμεία. Αυτοί είναι δύο οφθαλμοφανείς τρόποι εφόσον βρεθούμε σε μια τέτοια κατάσταση, αλλά υπάρχουν και άλλοι. Ο Ολι Ρεν υπογράμμισε πριν από μερικές ημέρες σε φιλανδική εφημερίδα την επέκταση των ωριμάνσεων. Αυτές είναι μερικές επιλογές, αλλά το χρονοδιάγραμμα είναι σαφές».
Η προοπτική ενός νέου πακέτου βοηθείας είναι πλέον επισήμως στο τραπέζι και ο Ολι Ρεν τη συνέδεσε με τη μείωση χρέους. Η τελευταία έκθεση της τρόικας και ειδικά εκείνη του ΔΝΤ λέει σαφώς ότι υπάρχει χρηματοδοτικό κενό για το δεύτερο μισό του 2014 και άλλο ένα κενό για τη διετία 2015-2016, ύψους περίπου 11 δισ. ευρώ. Πόσο πιθανό είναι ένα τρίτο πρόγραμμα και τι μορφή θα μπορούσε να πάρει;
«Και αυτή η συζήτηση είναι πρόωρη. Το τρέχον πρόγραμμα φθάνει ως το τέλος του επόμενου έτους –περίπου ενάμιση χρόνος. Πρέπει να κάνουμε αυτό το πρόγραμμα να πετύχει. Σε ό,τι αφορά το μέλλον, υπάρχει μια σαφής παράγραφος στη δήλωση του Eurogroup του Νοεμβρίου 2012 στην οποία προαναφέρθηκα. Επισημαίνει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι δεσμεύονται να παρέχουν βοήθεια στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του προγράμματος και πέραν αυτού εφόσον δεν έχει επανακτήσει πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου και υλοποιεί πλήρως το πρόγραμμα προσαρμογής. Αυτό είναι δημοσίως γνωστό και δεν είναι κάτι νέο. Είναι αλήθεια ότι το επίπεδο του χρέους θα ανέβει τα επόμενα χρόνια και η πλήρης πρόσβαση στις αγορές θα αποτελέσει πρόκληση. Αγγίξατε επίσης δύο διαφορετικά ζητήματα. Το πρώτο ζήτημα είναι ότι ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσιάζει ένα δημοσιονομικό κενό για τη διετία 2015-2016. Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι έχουμε ένα χρηματοδοτικό κενό στο υπάρχον πρόγραμμα για το δεύτερο μισό του 2014. Πρέπει να ασχοληθούμε και με τα δύο αυτά ζητήματα υπό το υπάρχον πρόγραμμα. Τελείως διακριτές είναι οι προϋποθέσεις για ένα πρόγραμμα ΟΜΤ (σ.σ.: πρόκειται για το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ). Αυτό σημαίνει ότι μια χώρα πρέπει να βρίσκεται σε μια κατάσταση που να αποκτά ξανά πλήρη πρόσβαση στην αγορά ομολόγων, να βρίσκεται σε πρόγραμμα του ESM, είτε πλήρες είτε προληπτικό, και να υπάρχει συμμετοχή σε αυτό του ΔΝΤ. Επομένως, όλα εξαρτώνται από το αν μια χώρα βρίσκεται σε μια κατάσταση ώστε να μπορεί να έχει την πιθανότητα να αποκτήσει ξανά πλήρη πρόσβαση στις αγορές».
Η ελληνική κυβέρνηση φέρεται να ετοιμάζει προσεκτικά μια έκδοση ομολόγων για το 2014. Αυτό θα βοηθούσε;
«Οποιαδήποτε χρήση μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής θα προϋπέθετε ότι μια χώρα θα μπορούσε να καλύψει όλες τις χρηματοδοτικές της ανάγκες από τις κεφαλαιακές αγορές. Διαφορετικά, το πρόγραμμα θα ήταν κάτι περισσότερο από προληπτικό. Κατά την προσωπική μου άποψη, υπάρχουν τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι μια χώρα να έχει επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα. Η δεύτερη, να έχει επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η επιστροφή στις αγορές είναι μια πρόκληση και θα παραμείνει πρόκληση για την Ελλάδα».
Παρακολουθείτε την ελληνική κρίση από το ξέσπασμά της το 2010. Τρία χρόνια αργότερα, πώς θα χαρακτηρίζατε την πρόοδο της Αθήνας στο να βάλει τάξη στα δημοσιονομικά της;
«Χαίρομαι που μου κάνετε αυτή την ερώτηση. Από την αρχή, το πρόγραμμα αποτελείτο από δύο πυλώνες: τον δημοσιονομικό και αυτόν που αφορούσε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Στον δημοσιονομικό πυλώνα έχουμε δει αξιοσημείωτη πρόοδο. Πρόκειται για αξιοσημείωτη πρόοδο ακόμη και συγκρινόμενη με άλλες δημοσιονομικές προσαρμογές μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ηταν απαραίτητη εξαιτίας της μη βιώσιμης δημοσιονομικής κατάστασης και πρέπει να αποτίσουμε σεβασμό στις προσπάθειές σας. Ενημερώθηκα κατά την επίσκεψή μου στο υπουργείο Οικονομικών για τα τελευταία δημοσιονομικά στοιχεία του επταμήνου του 2013 και αν συνεχίσουν έτσι τότε ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα είναι εφικτός».
Ωστόσο, το βασικό πρόβλημα παραμένουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Πώς μπορούν να ξεπεραστούν αυτές οι αδυναμίες;
«Η εντύπωση που σχημάτισα μετά τις συναντήσεις μου είναι ότι υπάρχει δέσμευση στο πρόγραμμα. Και αυτό που κατέστησα σαφές είναι ότι το πρόγραμμα δεν είναι της τρόικας, είναι της ελληνικής κυβέρνησης. Αναγνωρίζω ότι πολλά έχουν γίνει και πολλά απομένουν να γίνουν. Το κύριο ζήτημα για τους πολίτες είναι πώς δημιουργούμε δουλειές και ανάπτυξη. Τα επίπεδα ανεργίας είναι απαράδεκτα και πραγματικά κάποιος πρέπει να εστιάσει στις διαρθρωτικές αλλαγές και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ώστε να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, ιδιαίτερα για τους νέους. Βλέπουμε ότι οι μισθοί πέφτουν, αλλά δεν παρατηρούμε μια ανάλογη πτωτική πορεία στις τιμές. Αυτό είναι σημάδι ότι δεν υπάρχει αρκετός ανταγωνισμός στην οικονομία».


Οταν το επισημαίνετε αυτό στους συνομιλητές σας στην Αθήνα τι σας απαντούν;
«Δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους τους αλλά η εντύπωσή μου είναι ότι γνωρίζουν το πρόβλημα και είναι πρόθυμοι να το αντιμετωπίσουν. Αν κοιτάξετε τα πιο πρόσφατα στοιχεία, είναι εφικτό να υπάρχει χαμηλός αλλά θετικός ρυθμός ανάπτυξης το επόμενο έτος. Πρέπει όμως να επιδειχθεί επιμονή στις μεταρρυθμίσεις και να μη γκρεμιστεί ό,τι έχει επιτευχθεί».
Η επόμενη αξιολόγηση της τρόικας φαίνεται ότι θα είναι δύσκολη. Οι κκ. Σαμαράς και Βενιζέλος επιμένουν ότι δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα περικοπών σε μισθούς και συντάξεις. Πιστεύετε ότι η σταθερότητα της ελληνικής κυβέρνησης θα κινδύνευε αν χρειάζονταν τέτοια μέτρα;
«Είναι αναμφισβήτητο ότι υπάρχει ένα δημοσιονομικό κενό για τα έτη 2015 και 2016. Πρέπει να δούμε πόσο μεγάλο θα είναι και να συζητήσουμε πώς θα καλυφθεί στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Χρειαζόμαστε ένα αξιόπιστο Μεσοπρόθεσμο ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές. Αυτό είναι αναπόφευκτο. Κατανοώ τη δύσκολη πολιτική κατάσταση και τη μικρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά, όπως προανέφερα, δεν πρέπει κάποιος να γκρεμίσει όσα έχουν επιτευχθεί με τόση «πολιτική οδύνη» ως σήμερα. Και το ερώτημα είναι: Ποια είναι η αξιόπιστη εναλλακτική λύση; Θα εστίαζα επομένως τις προσπάθειες σε μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη διότι δημιουργούν θέσεις εργασίας. Πρέπει να ισορροπήσουμε μεταξύ των δύο πυλώνων του προγράμματος».
Θα μπορούσαν τα ευρωπαϊκά κονδύλια να βοηθήσουν στην τόνωση της ανάπτυξης, καθώς φαίνεται ότι είναι τα μόνα που μπορούν να πέσουν στην ελληνική οικονομία ή η διμερής βοήθεια όπως αυτή πρόσφατα από τη Γερμανία;
«Το πρόγραμμα περιλαμβάνει αρκετές μεταρρυθμίσεις για τις αγορές προϊόντων ώστε να τονωθεί η δυναμική της ανάπτυξης. Αυτό όμως θέλει χρόνο να περάσει στην οικονομία. Στο ζήτημα των κοινοτικών κονδυλίων μπορούν να αξιοποιηθούν πολύ περισσότερο τα χρήματα των διαρθρωτικών ταμείων. Σήμερα αξιοποιούνται μόνο μερικώς διότι υπάρχει έλλειψη βιώσιμων προτάσεων. Κάθε διμερής βοήθεια είναι επίσης χρήσιμη. Πρέπει να αναλάβουμε μια κοινή προσπάθεια ώστε να δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδυτές εντός και εκτός Ελλάδος να πειστούν ότι δημιουργούμε ένα θετικό μομέντουμ».


Παρά το γεγονός όμως ότι όλες οι τράπεζες, ιδιαίτερα στη Νότια Ευρώπη, έχουν λάβει ρευστότητα, εμφανίζονται είτε απρόθυμες είτε ανίκανες να τη διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία. Ποιο μήνυμα μεταφέρατε στον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος και πώς βλέπετε την κατάσταση στον ελληνικό τραπεζικό τομέα;
«Το κομμάτι του προγράμματος που αφορούσε τις τράπεζες είναι πραγματικά επιτυχημένο. Και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχει αποκατασταθεί. Δεν γνωρίζω το αποτέλεσμα του ελέγχου της BlackRock, θα το γνωρίζουμε περί τα τέλη του έτους. Υπάρχει ένα μαξιλάρι ασφαλείας στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση και εφόσον παραστεί ανάγκη αυτό συνιστά μια διασφάλιση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους καταθέτες. Εχετε δίκιο ότι η παροχή ρευστότητας στην αγορά συνιστά ανησυχία. Κατά την άποψή μου θα βοηθούσε αν επιταχύνονταν οι εργασίες επί των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs). Σήμερα βρίσκονται λίγο κάτω από το 30% του συνόλου και αν οι τράπεζες έχουν τόσα πολλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια δύσκολα μπορούν να ξεκινήσουν νέο δανεισμό».
Ποιο είναι κατά την άποψή σας το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη σήμερα;
«Υπάρχει ένας αριθμός πραγμάτων. Κατ’ αρχάς, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη θετική τάση που εγώ βλέπω να διαμορφώνεται είναι το ότι δεν κάνουμε αρκετά διότι πιστεύουμε ότι οι αγορές είναι ήρεμες ή ότι βρισκόμαστε σε «ασφαλή περιοχή». Ο εφησυχασμός και η μεταρρυθμιστική κόπωση είναι ο σπουδαιότερος κίνδυνος. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν ξαναέλθει στην επιφάνεια εθνικά στερεότυπα. Πίστευα ότι η γενιά μου θα τα είχε ξεπεράσει αλλά αυτό δεν συμβαίνει ούτε στη βόρεια ούτε στη νότια Ευρώπη. Το τρίτο ζήτημα είναι πώς θα αναπτύξουμε περαιτέρω το ευρωπαϊκό σχέδιο. Κάθε γενιά πρέπει να επαναπροσδιορίζει τι εννοούμε με αυτό. Η τραπεζική ένωση αποτελεί ένα πρώτο στοιχείο αλλά χρειαζόμαστε επίσης μια δημοσιονομική ένωση, μια δημοκρατικά νομιμοποιημένη πολιτική ένωση. Το τέταρτο πρόβλημα είναι το πώς θα παραμείνουμε ανταγωνιστικοί σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Συζητάμε για την Ευρώπη. Είμαστε όμως πολύ εσωστρεφείς, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος προχωρά. Πώς θα παραμείνουμε λοιπόν ανταγωνιστικοί με μια κοινωνία που γηράσκει;».
Η κρίση στην Ευρώπη
«Χρειαζόμαστε το ΔΝΤ ως έξωθεν αστυνόμο»

Εχουμε ανάγκη το ΔΝΤ ή οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους;

«Από την εμπειρία μου, η τρόικα λειτουργεί καλά και αυτό είναι ιδιαίτερα σαφές στην Ελλάδα. Υπάρχουν πειστικοί λόγοι να συμμετέχει το ΔΝΤ. Διαθέτει εξειδικευμένη γνώση στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή προγραμμάτων προσαρμογής. Δεν είναι μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής, μοιάζει περισσότερο με «έξωθεν αστυνόμο». Υπάρχει επίσης σαφές αίτημα από έναν αριθμό χωρών να συμμετέχει το ΔΝΤ. Αυτό δεν αποκλείει μακροπρόθεσμα, μετά την κρίση, να επανεξετάσουμε πώς θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε τέτοιου είδους καταστάσεις. Θα μπορούσε κάποιος να εξετάσει π.χ. ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος του ESM. Αυτό όμως δεν είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει όσο διαρκεί η κρίση».
Πώς προχωρά η τραπεζική ένωση; Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) πρέπει να είναι επιχειρησιακά έτοιμος κάποια στιγμή εντός του 2014;
«Η τραπεζική ένωση, με όλες τις πτυχές της, αποτελεί για εμάς πρότζεκτ-κλειδί. Αποτελεί πιθανότατα τη μεγαλύτερη θεσμική αλλαγή μετά την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος. Σε ό,τι αφορά στον SSM, αυτό που λείπει είναι η τελική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Χωρίς αυτή δεν έχουμε τη νομική βάση μεταξύ άλλων να προσλάβουμε προσωπικό. Αναμένω ότι η απόφαση θα ληφθεί τον Σεπτέμβριο ώστε η ενιαία εποπτεία να αρχίσει ένα χρόνο αργότερα, το φθινόπωρο του 2014».
Αναμένεται και μια απόφαση επί του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (SRM) που μετά την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναλάβει η ίδια το έργο αυτό αναδεικνύεται σε πεδίο μάχης Βρυξελλών – Βερολίνου. Συμφωνείτε με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή πιστεύετε ότι πρέπει να… νερωθεί;
«Ο SRM είναι το δεύτερο στοιχείο-κλειδί της τραπεζικής ένωσης. Θα ήταν προτιμητέο να ήταν επιχειρησιακά έτοιμος όταν ξεκινήσει η εποπτεία διότι η ΕΚΤ θα πρέπει να ξέρει, όταν αποφασίσει να κλείσει μια τράπεζα, τι θα επακολουθήσει. Και πιστεύω ότι κάποιος θα έπρεπε, σε γενικές γραμμές, να καλωσορίσει την πρόταση της Επιτροπής…».
Ησαστε παρών εκείνες τις μακρές νύχτες του Μαρτίου όταν συζητείτο το κυπριακό πακέτο βοηθείας. Τώρα που το δόγμα της διάσωσης με ίδια μέσα (bail-in) έχει επισήμως υιοθετηθεί, δεν πιστεύετε ότι συνιστά κίνδυνο για τη σταθερότητα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος; Οι καταθέτες δεν αισθάνονται πλέον ασφαλείς. Πώς θα υπάρξει εμπιστοσύνη;
«Θέλω να είμαι σαφής. Ο κυπριακός τραπεζικός τομέας ήταν και είναι μοναδική περίπτωση σε όλη την ΕΕ. Δεν χρειάζεται να αντιγράψουμε ό,τι έγινε. Πιστεύω ότι τα εργαλεία που προβλέπονται στην Οδηγία για την Εξυγίανση και Εκκαθάριση Τραπεζών (BRRD) που ενέκρινε το Συμβούλιο συνιστούν ένα βήμα προς τα εμπρός. Στο παρελθόν είχαμε τη δυνατότητα δύο μόνο λύσεων: είτε να ρευστοποιήσουμε μια τράπεζα είτε να τη διασώσουμε με χρήματα των φορολογουμένων. Πλέον υπάρχει και μια τρίτη επιλογή, αυτή του bail-in των πιστωτών. Είναι σημαντικό όμως αυτοί οι κανόνες να είναι γνωστοί εκ των προτέρων στους επενδυτές. Εφαρμόζουμε πλέον στην Ευρώπη ένα πλαίσιο όμοιο με αυτό που υπάρχει π.χ. στις ΗΠΑ».
Είναι έτοιμη η ΕΚΤ «να κάνει ό,τι χρειαστεί» για να σώσει το ευρώ;
«Για να είμαστε ακριβείς, είμαστε έτοιμοι να κάνουμε ό,τι χρειαστεί «εντός της εντολής μας» (χαμογελάει). Αυτό είπε ο Μάριο Ντράγκι και έχει τη σημασία του. Είμαστε έτοιμοι να ενεργοποιήσουμε το ΟΜΤ όταν πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Και το Διοικητικό Συμβούλιο θα λάβει την ανεξάρτητη απόφασή του υπό τη σκοπιά της νομισματικής πολιτικής».

Στις 22 Σεπτεμβρίου διεξάγονται οι γερμανικές εκλογές. Ολα μοιάζουν να βρίσκονται σε ακινησία ως τότε και την ίδια στιγμή όλοι περιμένουν κάτι «μεγάλο» μετά. Τι πρέπει, πραγματικά, να περιμένουμε;
«Δεν συμφωνώ ότι βρισκόμαστε σε ακινησία. Εχουμε τον SSM, τον SRM. Η τραπεζική ένωση προχωράει. Παράλληλα, εκπλήσσομαι λίγο όταν ο κόσμος εστιάζει τόσο πολύ στις γερμανικές εκλογές. Αν δει κάποιος πώς πέρασαν από την Μπούντεσταγκ όλες οι αποφάσεις που αφορούσαν την Ευρώπη, θα δει ότι υπήρχε μια σταθερή πλειοψηφία περίπου 80%. Πιθανότατα αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Γενικότερα δεν αναμένω αλλαγές σε θέματα ευρωπαϊκής και διεθνούς οικονομικής πολιτικής ως αποτέλεσμα αυτών των εκλογών».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.