Κατά τη μυθολογία, στους ορεινούς όγκους του Ψηλορείτη γεννήθηκε και ανατράφηκε ο Δίας. Εκεί, στο Ιδαίον Αντρο, μια σπηλιά του ομώνυμου οροπεδίου, έκρυψε η Ρέα τον νεογέννητο Δία στην προσπάθειά της να τον γλιτώσει από τα δολοφονικά ένστικτα του παιδοκτόνου συζύγου της, του Κρόνου, που φοβόταν ότι κάποιο από τα παιδιά του θα του έπαιρνε τον θρόνο.
Κατά την Αστυνομία, στην ίδια περιοχή του Ψηλορείτη βρίσκεται σήμερα ένα άλλο άντρο, εντελώς διαφορετικό. Αυτό δεν ανατρέφει μυθικούς θεούς αλλά, όπως λένε οι κάτοικοι της περιοχής, ορεσίβιους καπεταναίους, οι οποίοι με… οπλισμένα επιχειρήματα δυναστεύουν τους άλλους κατοίκους της περιοχής.
Σημείο αναφοράς τα Ζωνιανά, ένα μικρό χωριό που απλώνεται στους βόρειους πρόποδες του βουνού, σε υψόμετρο 630 μέτρων. Περιστοιχισμένα από τους ορεινούς όγκους, τα Ζωνιανά στέκουν ψηλά από το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο. Από τις δύο πόλεις απέχουν 43 και 52 χιλιόμετρα αντιστοίχως, ενώ από τα άλλα ορεινά χωριά της επαρχίας Μυλοποτάμου μόλις λίγα λεπτά.
Η απόσταση όμως που τους χωρίζει περισσότερο δεν είναι η χιλιομετρική αλλά η πολιτισμική. Διαβιώνουν στην ίδια γη, καταπιάνονται με τα ίδια πράγματα, πολέμησαν τον ίδιο εχθρό, και όμως ήρθε η στιγμή που οι λίγοι στράφηκαν εναντίων των πολλών. Στην πλειονότητά τους κτηνοτρόφοι, ορισμένοι υποδύθηκαν τον λύκο που σπείρει τον φόβο και τον πανικό στο διάβα του. Στους άλλους, που δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να φορέσουν την προβιά του, απέμεινε να παίξουν τον ρόλο των ανυπεράσπιστων αμνοεριφίων που μονίμως καταγράφουν απώλειες.
Οι διαφορές τους δείχνουν αγεφύρωτες. Αν και κοινές οι ρίζες τους, οι καρποί που βγάζουν είναι ανόμοιοι. Τον τελευταίο καιρό, μάλιστα, το ρήγμα στην επαρχία του Μυλοποτάμου φαίνεται να διευρύνεται επικίνδυνα. Η σύγκρουσή τους, όπως παρομοιάζεται από τους ίδιους, θυμίζει τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο, όπου «μια χούφτα Εβραίων τα έχει βάλει με τα εκατομμύρια των Αράβων».
Τη διελκυστίνδα τραβούν από τη μια μεριά οι κάτοικοι της Κοινότητας Ζωνιανών και από την άλλη, κατά περίσταση, όλοι οι άλλοι! Αν και απίστευτο, για πρώτη φορά στα χρονικά ενός σύγχρονου κράτους μια μικρή απομονωμένη κοινότητα δείχνει να βρίσκεται σε άμεση σύγκρουση με ολόκληρη κοινωνία. Επελάσεις κτηνοτρόφων σε ξένες αγροτικές εκτάσεις, οργανωμένες ζωοκλοπές με τη βοήθεια της κινητής τηλεφωνίας και αγροτικών οχημάτων 4Χ4, ληστείες, παραγωγή και εμπορία χασίς, με κορωνίδα την άνανδρη βομβιστική επίθεση κατά του νομάρχη Ρεθύμνης, συνθέτουν το νέο σκηνικό που έχει στηθεί στην περιοχή. Και όλα αυτά συμβαίνουν στο νησί των γενναίων, στη γη των φιλόξενων Κρητικών.
Παρ’ ότι το «δίκαιο του οπλισμένου» και οι τρανταχτές διαφορές στο σύστημα αξιών που υπάρχει σε ορισμένα χωριά του Ψηλορείτη ήταν γνωστά σε όλους τους Κρητικούς, κανείς δεν περίμενε ότι θα έπαιρναν διαστάσεις επιδημίας, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα ήταν δυνατό να εξελιχθούν σε μιαν ιδιόμορφη «βεντέτα» μεταξύ μιας κοινότητας και του κράτους!
«Εχει παρεξηγηθεί το χωριό με το κράτος», θα πει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του αγροτοκτηνοτροφικού συλλόγου Ζωνιανών, κ. Ζαχάρης Παρασύρης, και θα επιρρίψει τις ευθύνες στον τρόπο με τον οποίο κάνουν τη δουλειά τους οι άντρες της Αστυνομίας. «Εις τους νόμους είμαστε καταταγμένοι. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει επαφή ο χωροφύλακας με τον πολίτη. Επειδή υπάρχουν, αν υπάρχουν δεν ξέρω, πέντε έξι ζωηροί, μας έριξαν τη ρετσινιά. Τώρα δεν τολμούμε να βγούμε από το χωριό μας γιατί φοβόμαστε ότι θα μας σταματήσουν σε μπλόκα και θα μας ταπεινώσουν. Οι ίδιοι οι χωροφύλακες μας έκαναν να είμαστε άγριοι».
Την ίδια άποψη έχουν όλοι οι συγχωριανοί του κ. Παρασύρη. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά; Το 40% του χωριού έχουν το ίδιο επώνυμο, φυσικά και ο κοινοτάρχης, ενώ μεταξύ τους είναι μονιασμένοι. «Ξένος δεν υπάρχει στο χωριό, μήτε Αλβανός. Μόνο έναν ξένο κάναμε γαμπρό και τον κρατήσαμε», λένε με υπηρεφάνεια οι παλαιότεροι του χωριού. Από τα χείλη τους, αυτές τις ημέρες κυρίως, ακούγονται λόγια για το «εχθρικό κράτος», που βάλθηκε να ξεπαστρέψει τα Ζωνιανά. Αισθάνονται σαν ελεύθεροι πολιορκημένοι, παραλληλίζοντας μάλιστα τους εαυτούς τους με τους αγωνιστές της Μονής Αρκαδίου που βρίσκεται στις παρυφές του Ψηλορείτη. Αν και ο πρόεδρος του χωριού κ. Κυριάκος Παρασύρης καταβάλλει προσπάθειες να καταλαγιάσει τα οξυμένα πνεύματα, να χαμηλώσει τους τόνους και να ρίξει γέφυρες επικοινωνίας από τις απόκρημνες πλαγιές του Ψηλορείτη προς τα γειτονικά χωριά, που βρίσκονται στον Μηλοπόταμο, κάποια στιγμή το «αίσθημα αδικίας» που θεωρεί ότι έχει πλήξει το χωριό του τον κάνει να μη διστάσει να πει μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι «στα Ζωνιανά η βία δεν σηκώνει αντιβία»!
Από την πλευρά τους, πάντως. Οι πιο νέοι σε ηλικία υπενθυμίζουν σε όσους δεν το γνωρίζουν ή το ξεχνούν «ότι εδώ ο καθένας έχει πιστόλια». Η παρατήρησή τους δεν είναι άνευ νοήματος. Σύμφωνα με τους Κρητικούς, τα Ζωνιανά είναι η πιο εξοπλισμένη ζώνη της Ευρώπης. Αν και αποτελεί παράδοση στην Κρήτη το κάθε σπίτι να έχει ένα όπλο, στα Ζωνιανά το κάθε μέλος μιας οικογένειας, που σημειωτέον στην πλειονότητά τους είναι πολύτεκνες, έχει τουλάχιστον από ένα.
Ενα ανεπαίσθητο αεράκι, το οποίο συναντάμε στην αρχή του μικρού ταξιδιού μας προς την Κοινότητα Ζωνιανών, απαλύνει τη δυσφορία που προκαλεί η έντονη ζέστη. Η ανάβαση στον Ψηλορείτη από την πρώτη στιγμή βρίσκει τρόπους να αποζημιώνει απλόχερα τον ταξιδιώτη.
Κατά μήκος του στενού ασφάλτινου δρόμου, που μετά βίας χωράει δύο μικρά αυτοκίνητα, διάσπαρτοι ελαιώνες ξεδιπλώνονται στις πλαγιές του βουνού, ενώ στις πολυάριθμες μικρές και μεγάλες χαράδρες ξεφυτρώνουν πανύψηλες καλαμιές. Στις παρυφές του βουνού συναντάμε μια ομάδα από αλλοδαπούς ποδηλάτες που ξεχύνεται από την κορυφή του Ψηλορείτη αναπτύσσοντας δαιμονισμένη ταχύτητα.
Στα πρώτα ορεινά χωριά που συναντούμαι, από τις αυλές των σπιτιών ξεπροβάλουν τεράστιες φραγκοσυκιές, με τους ροδαλούς καρπούς τους, σημάδι ότι αρχίζουν και ωριμάζουν. Σε πολλά σημεία της διαδρομής συνεργεία εκτελούν έργα διαπλάτυνσης του δρόμου. Τα ειδικά μηχανήματα με δυσκολία σπάζουν τους ατελείωτους βράχους.
Στα λιγοστά ανεκμετάλλευτα κομμάτια γης, όπου υπάρχει έστω και λίγο χώμα, οι αγρότες της περιοχής φυτεύουν νέες ρίζες από ελιές. Προσπαθούν να αξιοποιήσουν και την τελευταία σπιθαμή γης. Αφού διασχίζουμε το Πέραμα, την πρωτεύουσα της επαρχίας Μυλοποτάμου, και στη συνέχεια τους Δαφνέδες και τη Μουρτζάνα, δύο μικρές κοινότητες στις οποίες κυριαρχεί το λευκό και η παραδοσιακή κρητική αρχιτεκτονική, στη συνέχεια κατευθυνόμαστε προς τα Ζωνιανά.
Καθώς συνεχίζουμε να ανεβαίνουμε στον Ψηλορείτη, η κίνηση των διερχόμενων τουριστικών οχημάτων πυκνώνει ολοένα και περισσότερο. Οι περισσότεροι έρχονται από τα Ανώγεια, τα οποία από το σημείο εκείνο απέχουν 18 χιλιόμετρα. Μετά από λίγα λεπτά περνάμε από το Γαράζο. Η έντονη ανοικοδόμηση, η κατασκευή νέας εκκλησίας στο κέντρο του χωριού και η δημιουργία ενός μεγάλου υποκαταστήματος γνωστής ιδιωτικής τράπεζας, δίνουν στον επισκέπτη την εικόνα ενός μικρού εργοταξίου.
Δεν περνάνε λίγα λεπτά και μια πελώρια αμφιθεατρική περιοχή κλέβει την προσοχή μας. Περιμετρικά η βλάστηση είναι φτωχή, ενώ σε πολλά σημεία μεγάλοι πέτρινοι όγκοι στέκουν σαν φυσικά γλυπτά που σμίλευσαν ο αέρας και η βροχή. Σε μια μεγάλη ανοιχτή στροφή προσπερνάμε μια δυσδιάκριτη πινακίδα που μας αναγκάζει να γυρίσουμε πίσω. Αν και στις εισόδους των ορεινών χωριών του Ψηλορείτη, αλλά και των άλλων περιοχών της Κρήτης, οι οδικές πινακίδες είναι διάτρητες από τις σφαίρες, σε αυτή την περίπτωση οι τρύπες παραείναι μεγάλες. Μόλις και μετά βίας ξεχωρίζουν τρία τέσσερα γράμματα από τα οκτώ. Προς στιγμήν μοιάζει με λέξη σταυρόλεξου που της λείπουν αρκετά γράμματα. Η απορία γρήγορα δίνει τη θέση της στη βεβαιότητα. Φτάσαμε. Μπροστά μας ξανοίγεται ένας μεγάλος ανηφορικός δρόμος που μας περιμένει να τον ανεβούμε για να μας βγάλει, από την άλλη μεριά του λόφου, μέσα στην Κοινότητα Ζωνιανών.
Περιδιαβάζουμε τα στενά δρομάκια της κοινότητας, που αριθμεί περίπου 1.500 άτομα. Μόλις πριν από λίγα χρόνια ο πληθυσμός της απομονωμένης κοινότητας ήταν αισθητά μικρότερος. Τα τελευταία χρόνια όμως τα Ζωνιάνα γνωρίζουν μια από τις υψηλότερες δημογραφικές εκρήξεις σε όλη την Ελλάδα. Μπορεί να μη γνωρίζουν να παραθέσουν λεπτομερώς στατιστικά στοιχεία, αλλά έχουν τους δικούς τους… δείκτες. «Από το χωριό μας σ’ αυτή τη σειρά θα στείλουμε 26 φαντάρους. Τα Ανώγεια με μεγαλύτερο πληθυσμό θα στείλουν μόνο οκτώ φαντάρους. Κατά τα άλλα, εμάς κυνηγάει το κράτος», λέει ο Στρατής Παπαδάκης, εκπροσωπώντας άτυπα το νέο αίμα του χωριού.
«Δεν μπορεί για το 1% που μπορεί να απασχολεί την Αστυνομία να την πληρώνει ένα χωριό. Δεν είμαστε αθώοι, αλλά ούτε και εγκληματίες. Μάλλον εμείς έχουμε τα περισσότερα δίκια. Αλλά θα πρέπει να ξέρεις και κάτι: όπου υπάρχει ζωή, υπάρχει και ζόρι», προσθέτουν οι γέροντες του χωριού και καλούν τους αρμοδίους «να έρθουν να πιουν μια ρακή. Θέμε ομιλίες επαδέ, να συμφιλιωθούμε». Από την πλευρά του ο Ζαχάρης Παρασύρης διαμαρτύρεται ότι τους λένε «μάο μάο» και αγράμματους. «Στο νομό Ηρακλείου έχουμε βγάλει 83 πτυχία, στην Αθήνα 20 και στο νομό Ρεθύμνης 18. Πώς τα λένε αυτά; Οι Ζωνιανοί είναι φιλότιμοι και χουβαρντάδες. Είναι όμως και εγωιστές, δεν θέλουν να τους προσβάλλουν. Μεις ύπουλα δεν πάμε επαέ. Εις τα Ζωνιανά τα καθαρίζουμε μπέτι με μπέτι, πρόσωπο με πρόσωπο».
Οσο περνάει η ώρα, οι εικόνες που ξεδιπλώνονται μπροστά μας απομακρύνονται ακόμη περισσότερο από τις παραστάσεις των άλλων χωριών του Μυλοποτάμου, που συναντήσαμε διασχίζοντας τους ορεινούς όγκους του Ψηλορείτη. Τα χρώματα είναι λιγοστά. Οι κατοικίες στέκουν γερασμένες, δίχως να μπορούν να αποβάλουν τα σημάδια του χρόνου που είναι βαθιά χαραγμένα. Εντύπωση, ωστόσο, προκαλεί η συνύπαρξη ανθρώπων και προβάτων. Σε πολλά σπίτια, το ισόγειο έχει μετατραπεί σε πρόχειρη στάνη, ενώ στον πρώτο όροφο διαμένουν οι ιδιοκτήτες τους. Η εγκατάλειψη του χωριού από την πολιτεία αλλά και η νωχελικότητα των ίδιων των κατοίκων να αλλάξουν τη μοίρα τους έχουν μεταμορφώσει τα Ζωνιανά σε ένα σκονισμένο κάδρο από το οποίο έχει χαθεί το περιεχόμενο.
Παρ’ ότι οι περισσότεροι φημίζονται για τα υψηλά εισοδήματά τους, για την οικονομική άνεση με την οποία πραγματοποιούν πολυάριθμες αγορές αυτοκινήτων, ακινήτων και γης στον κάμπο του Μυλοποτάμου, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, όλοι διαμένουν στο χωριό τους. Λίγοι είναι αυτοί που προτίμησαν να ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους τα τελευταία χρόνια. «Εμείς έχουμε αγοράσει μεγάλες περιουσίες όχι μόνο στον κάμπο του Μυλοπόταμου αλλά και στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο. Γι’ αυτό μας ζηλεύουν, γιατί εμείς δουλεύουμε και προκόβουμε. Μένουμε όμως στα Ζωνιανά, γιατί είναι το σπίτι μας», τονίζει ο κ. Ζαχάρης Παρασύρης, πρόεδρος του αγροτοκτηνοτροφικού συλλόγου Ζωνιανών.
Την ίδια στιγμή στο κέντρο του χωριού φιλόξενα γεροντάκια προσκαλούν τον οποιοδήποτε επισκέπτη να πιει μαζί τους μια τσικουδιά. Η αλήθεια είναι ότι σπάνια βλέπουν ξένο άνθρωπο, αφού ο τουρισμός δεν τους ακουμπά. Μόνο πριν από λίγες εβδομάδες κατάφερε η Κοινότητα Ζωνιανών, με τη χρηματοδότηση των αρμοδίων υπουργείων, να αξιοποιήσει ένα πανέμορφο σπήλαιο, το οποίο ελπίζουν ότι θα αποτελέσει την τοπική ατραξιόν. Ηταν το πρώτο μεγάλο άνοιγμα που έγινε πραγματικότητα προς αυτήν την κατεύθυνση. Το σπήλαιο Ζωνιανών, που είναι γνωστό στους ντόπιους ως «του σφενδόνη η τρύπα», ήδη άρχισε να προσελκύει τα πρώτα τουριστικά γκρουπ.
«Εδώ και λίγες εβδομάδες λειτουργεί το σπήλαιο», τονίζει ο πρόεδρος της κοινότητας κ. Κυριάκος Παρασύρης. Μάλιστα, την ημέρα των εγκαινίων ο νομάρχης κ. Μάνωλης Λίτινας έγινε στόχος φραστικών επιθέσεων από ορισμένους κατοίκους της κοινότητας που τον Ιούνιο είδαν 2.000 δενδρύλλια καννάβεως, που καλλιεργούσαν, να ξεριζώνονται μετά από μια επεισοδιακή επιχείρηση ανδρών των ΕΚΑΜ. Εκπρόσωπος της νέας γενιάς ο κ. Παρασύρης, 36 ετών, εκφράζει το παράπονό του για την πολιτεία. «Το κράτος μάς έχει παραγκωνίσει. Δρόμους δεν έχουμε, νερό δεν έχουμε, τίποτα δεν έχουμε. Το νερό μας το χρεώνουμε 250 δραχμές το κυβικό και μας στοιχίζει 450. Αυτό μας δημιουργεί προβλήματα με τη ΔΕΗ για τη χρήση της γεννήτριας. Πολλές φορές δεν πληρώνουμε τις οφειλές μας και τότε μας το κόβει η ΔΕΗ για μήνες».
Στους κεντρικούς δρόμους του χωριού η παρουσία των γυναικών είναι ακριβοθώρητη, κάτι που γίνεται ευδιάκριτο από την πρώτη στιγμή. Καθισμένες στις αυλές των σπιτιών τους, οι μεγαλύτερες πίνουν τον καφέ τους ενώ οι πιο νέες συνομιλούν με τις φίλες τους. Καφετέριες δεν υπάρχουν, ούτε νεανικά μπαράκια. Τα κορίτσια, όπως λένε οι άντρες του χωριού, δεν επιτρέπεται να βγαίνουν έξω για να διασκεδάσουν. Ούτε λόγος να γίνεται για σύναψη σχέσεων με αγόρια, ακόμη και από το χωριό. «Εδώ το σεντόνι πρέπει να κοκκινίσει. Εδώ παντρεύονται παρθένες. Ούτε τα κορίτσια βγαίνουν έξω, όπως σε άλλα μέρη. Ο κύκλος είναι στενός. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει χωρισμένο ζευγάρι στα Ζωνιανά, γι’ αυτό εδώ στεριώνουν οι οικογένειες», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της κοινότητας.
Ακόμη και τα αγόρια του χωριού, που θα περίμενε κανείς να… ανθίστανται, δεν δείχνουν να έρχονται σε σύγκρουση με τους «δημογέροντες» του χωριού. Λες και έχουν καταφέρει να σπάσουν, μόνον αυτοί στον κόσμο, το χάσμα γενεών, θεωρώντας ότι πρόκειται για επίπλαστο δημιούργημα. «Εδώ δεν βγαίνουν τα κορίτσια και δεν έχει καθόλου διασκέδαση. Γι’ αυτό και πηγαίνουμε στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο», λέει ο Δημήτρης Σφακιανάκης. Τι γίνεται με τα κορίτσια; «Αυτά δεν πάνε πουθενά, ούτε στο χωριό. Μόνο σε γάμους, σε βαπτίσια και στις γιορτές του χωριού διασκεδάζουν. Τι να κάνουμε δηλαδή; Να βλέπω την αδελφή μου να την τραβάει κανένας;», προσθέτει ένα άλλο παιδί. Αν δεν έλθουν τα ΕΚΑΜ…
«Εμείς στην Κρήτη λέμε “χάνεις το πράμα σου, χάνεις και την ψυχή σου”. Από τότε που μερικοί έμαθαν στο εύκολο χρήμα και στα χασίσια, από τότε κάποιοι άλλοι έχουν χάσει τον ύπνο τους. Αν αυτοί δεν βάλουν νερό στο κρασί τους ή δεν φύγουν μόνοι τους, δεν γλιτώνεις. Γι’ αυτό, λέω, αν δεν έρθουν τα ΕΚΑΜ, χαθήκαμε».
Η έκκληση προέρχεται από γέροντα της παραθαλάσσιας Κοινότητας Πανόρμου, που βρίσκεται στο πόδι του Ψηλορείτη. Ο ίδιος δεν ήθελε να γραφεί το όνομά του. «Μην το βάλεις γιατί θα μου κάψουν το σπίτι. Ορισμένοι που είχαν διαμαρτυρηθεί τους έκαψαν τα αυτοκίνητά τους. Εδώ έβαλαν βόμβα στο νομάρχη, σκέψου τι θα γινόταν σε εμάς. Θα μας εκάψουν ζωντανούς».
Η παραθαλάσσια Κοινότητα Πανόρμου τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τους κατοίκους της Κοινότητας Ζωνανιών. Αιτία προστριβών οι κτηματικές διαφορές μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων των δύο κοινοτήτων. Οι αγρότες του Πανόρμου διαμαρτύρονται ότι οι κτηνοτρόφοι από τα Ζωνιανά γκρεμίζουν τους φράχτες στα κτήματά τους και βόσκουν τα πρόβατά τους.
