Τα λουκάνικα, το μπέικον, το κρέας σε κονσέρβα και άλλα είδη επεξεργασμένων κρεάτων αυξάνουν τον κίνδυνο διαβήτη και καρδιοπάθειας, ενώ αντίθετα τα μη επεξεργασμένα κόκκινα κρέατα δεν φαίνεται να σχετίζονται με τις δύο αυτές ασθένειες, καταλήγει μελέτη του Χάρβαρντ.

Η έρευνα, μια μετα-ανάλυση που συνδύασε τα ευρήματα αρκετών παλαιότερων μελετών, υποδεικνύει ότι ορισμένες τουλάχιστον από τις βλαβερές επιδράσεις που έχουν αποδοθεί στο κόκκινο κρέας οφείλονται στην πραγματικότητα στην υποκατηγορία των επεξεργασμένων κρεάτων.

Ο κίνδυνος καρδιοπάθειας και διαβήτη είναι επομένως πιθανό να μην οφείλονται στο ίδιο το κόκκινο κρέας, αλλά στις μεγάλες ποσότητες αλατιού και συντηρητικών που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία των κρεάτων.

Πάντως η έρευνα, που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Circulation, δεν εξέτασε τον κίνδυνο υπέρτασης ή καρκίνου, ο οποίος έχει επίσης συνδεθεί με την κατανάλωση κόκκινου κρέατος.

Ρίσκο

«Για να μειώσει τον κίνδυνο καρδιοπάθειας και διαβήτη, ο κόσμος θα πρέπει να εξετάσει ποια είδη κρέατος καταναλώνει» συνιστά η Ρενάτα Μίσα, επικεφαλής της μελέτης στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ.

«Τα επεξεργασμένα κρέατα όπως το μπέικον, το σαλάμι, τα λουκάνικα, τα χοτ ντογκ και τα επεξεργασμένα κρέατα ντελικατέσεν ίσως είναι τα σημαντικότερα που πρέπει να αποφύγει κανείς» δήλωσε στο Reuters.

Η Δρ Μίσα ήταν περίεργη να ανακαλύψει αν όλα τα κόκκινα κρέατα έχουν τις ίδιες επιπτώσεις στην υγεία. Η ομάδα της επανεξέτασε τα ευρήματα 1.600 δημοσιευμένων μελετών από όλο τον κόσμο.

Η μετα-ανάλυση έδειξε για κάθε 50 γραμμάρια επεξεργασμένου κρέατος που καταναλώνει κανείς την ημέρα (περίπου όσο ένα λουκάνικο Φρανκφούρτης) ο κίνδυνος καρδιοπάθειας αυξάνεται κατά 42% και ο κίνδυνος διαβήτη κατά 19%.

Αύξηση του κινδύνου για τις δύο αυτές ασθένειες δεν βρέθηκε μεταξύ όσων καταναλώνουν αποκλειστικά μη επεξεργασμένο μοσχαρίσο, χοιρινό ή αρνίσιο κρέας.

Τα επεξεργασμένα και μη επεξεργασμένα κρέατα έχουν κατά μέσο όρο την ίδια περιεκτικότητα σε χοληστερόλη και κορεσμένο λίπος. Όμως, «τα επεξεργασμένα κρέατα περιείχαν, κατά μέσο όρο, τέσσερις φορές περισσότεροχλωριούχο νάτριο, δηλαδή αλάτι και 50% περισσότερα νιτρικά συντηρητικά» επισήμανε η Δρ Μίσα.

Η μελέτη έρχεται να προστεθεί σε πρόσφατες, ανεξάρτητες έρευνες, οι οποίες ενοχοποιούσαν τα αλλαντικά για καρκίνο του πνεύμονα λόγω των νιτρικών που περιέχουν.