Πείτε με αφελή και εκτός τόπου (και χρόνου), αλλά αν υπάρχει κάτι θετικό σε όλη αυτή την κατρακύλα κοινωνίας, πολιτικής και οικονομίας (με αυτή τη σειρά), είναι ότι… το συζητάμε. Συζητάμε. Κάτι τα 12ωρα στο ΠαΣοΚ, κάτι οι σύγχρονες Εκκλησίες του Δήμου στην πλατεία Συντάγματος, αυτός ο λαός ανακαλύπτει ξανά την αξία της συζήτησης. Του διαλόγου. Εστω και των (πολλών και από πολλούς) μονολόγων.

Δίνουν όμως όλα αυτά την ευκαιρία να ακουστούν πολλές και από πολλούς απόψεις. Υποχρεώνουν κάποιους, αν όχι να μιλήσουν και να πάρουν θέση, τουλάχιστον να ακούσουν. Λίγο το ’χετε;

Οσοι θέλουν, βεβαίως συμμετέχουν. Αλλά και πολλοί να μην είναι αυτοί, καλύτερα από το τίποτα στο οποίο είχαμε βολευτεί και συνηθίσει.

Υπάρχουν σήμερα έφηβοι, νέοι άνθρωποι, οι οποίοι νομίζουν ότι «δημόσιος διάλογος» είναι αυτό που (είκοσι!) χρόνια τώρα γίνεται στα τηλεοπτικά παράθυρα μεταξύ δημοσιογράφων, πολιτικών, (κουτσομπολο)σχολιαστών και «επωνύμων», που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα τους (ανα)γνώριζε ούτε η μάνα τους. Εφτασε αυτό να θεωρείται «φυσιολογικό» – ευτυχώς πολλοί το χλευάζουν και το απορρίπτουν, απόδειξη ότι υγιείς αντιστάσεις και δυνάμεις υπάρχουν.

Aνακαλύπτουν τώρα ότι όντως υπάρχει και άλλη πρόταση: όλοι να συμμετέχουν ισοτίμως, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, τάξης, μόρφωσης (στην πλατεία) ή προέλευσης, παλαιότητας στην πολιτική, τάσης (στην ΚΟ του κυβερνώντος κόμματος). Ολοι μπορούν να πουν αυτό που θέλουν ή πιστεύουν, με μοναδικό όρο να μην προσβάλουν προσωπικά τον συνομιλητή τους – και να το κάνουν, οι πολλοί θα τους την «πέσουν» και το Σώμα θα τους αποβάλει (ΟΚ, αυτό κυρίως στην πλατεία).

Σε μια κοινωνία που πλακώνεται στο ξύλο για ψύλλου πήδημα, που δεν μπορεί να συνεννοηθεί στα πολύ βασικά της καθημερινότητας, είναι αυτό μια κάποια πρόοδος.

Σε ένα κόμμα που πάντα ήταν ανοιχτό στις επιρροές και τις τάσεις και αυτό ουσιαστικά το έκανε διαφορετικό και μεγάλο (σε σύγκριση, π.χ., με το κλειστό σύστημα της Νέας Δημοκρατίας), είναι αυτό μια, έστω, παρηγοριά. Και αφήστε τα Μέσα να μένουν (όσα μένουν) στην επιφάνεια και στον εύκολο εντυπωσιασμό: πάλιωσε αυτό, πάλιωσαν και αυτά, άλλωστε το πληρώνουν…

Είναι κέρδος αυτό που εσείς, σε τούτο τον ιστότοπο, με αυξανόμενο ρυθμό κάνετε: να σχολιάζετε, να μπαίνετε στην ουσία του θέματος, να μας διαβάζετε, να σας διαβάζουμε, να σας ακούμε (ακόμη και όταν κάποιοι μας βρίζετε, έστω και αν οι θέσεις άλλων, λίγων ευτυχώς, είναι τρομακτικά ακραίες).

Σαφώς και δεν φτάνει αυτό. Η κουβέντα δεν πρέπει να πάει στράφι – και δύσκολα θα πάει, γιατί τη γεννάει η ανάγκη, το πρόβλημα, το «αδιέξοδο». Θα οδηγήσει κάπου, κάποιους. Δεν ξέρω πού και ποιους, αλλά αυτό εν τέλει εξαρτάται από το πλήθος εκείνων που θα συμμετάσχουν και, κυρίως, όσων θέλουν να ακούσουν.

Γιατί ανοιχτά αυτιά σημαίνει ανοιχτά μυαλά. Και περισσότερα ανοιχτά μυαλά ισοδυναμούν με περισσότερες ιδέες και προτάσεις, με ανοιχτή κοινωνία, με πρόοδο.

Δεν είναι καθόλου κοντά, αλλά ίσως έτσι βρούμε μια ώρα αρχύτερα τον δρόμο προς τα έξω και μπροστά.

Δεν είναι αδιέξοδο. Λαβύρινθος είναι.