Πρωθυπουργοί, όπως ο σουηδός Ούλοφ Πάλμε, μπορεί να πυροβολούνται χωρίς ο δολοφόνος τους να αποκαλύπτεται ποτέ, υπουργοί Εξωτερικών, όπως η επίσης σουηδή Άννα Λιντ, να μαχαιρώνονται θανάσιμα σε καταστήματα, δεκάδες πολίτες, όπως στο Όσλο, να εκτελούνται εν ψυχρώ. Εναπομένει στο δικαστήριο να αποφασίσει αν η παράνοια του Αντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ είναι γεγονός ή βολικό τέχνασμα, η πράξη του ωστόσο υποδεικνύει ότι κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Σκανδιναβίας.

Οι σκανδιναβικές κοινωνίες παρουσιάζονται τακτικά στα μέσα ενημέρωσης ως ένα είδος επίγειου παραδείσου όπου η μακρόχρονη σοσιαλιστική διακυβέρνηση και το κράτος πρόνοιας δημιούργησαν ένα ιδανικό μοντέλο νεωτερικότητας, μια επι Γης ουτοπία. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από δύο χρόνια, στον προ χρεοκοπίας παραμυθικό κόσμο όπου οι δράκοι των αγορών ήταν ακόμη pet και οι έλληνες πολιτικοί έχτιζαν άνετα κάστρα στην άμμο, ο σημερινός πρωθυπουργός αναζητώντας ένα πρότυπο χώρας οραματιζόταν τη μελλοντική Ελλάδα ως «Δανία του Νότου».

Η ανάγνωση αυτή αγνοεί διάφορες σκοτεινές πτυχές της κληρονομιάς του 20ού αιώνα, με κυριότερη την επίδραση που άσκησαν στη Βόρεια Ευρώπη ο κοινωνικός δαρβινισμός και οι θεωρίες περί ευγονικής. Για το καλό του συνόλου της κοινωνίας και την υποτιθέμενη βελτίωση του λαού, η Δανία θέσπισε νόμους περί στείρωσης των νοητικά ασθενών και διανοητικά καθυστερημένων το 1929, με τη Σουηδία και τη Νορβηγία να ακολουθούν το 1934. Ως το 1976, χρονολογία ανάκλησης της νομοθεσίας υπολογίζεται ότι μόνο στη Σουηδία στειρώθηκαν 62.000 άτομα, εκ των οποίων οι μισοί υποκύπτοντας σε κάποιο βαθμό καταναγκασμού.

Παρόμοια θέματα αγγίζουν οι σκανδιναβοί λογοτέχνες εδώ και χρόνια. Ο Στιγκ Λάρσον στο Κορίτσι με το τατουάζ (Ψυχογιός, 2009) έφτιαξε μια παραβολή για το κλασικό παιχνίδι κλεφτών και αστυνόμων, με ψυχοπαθείς δολοφόνους και τους διώκτες τους. Ωστόσο, στο υπόβαθρο της πλοκής έθεσε τη βία κατά των γυναικών, η οποία μαστίζει τη σύγχρονη Σουηδία. Στοιχεία του 2003 έδειχναν ότι κατά μέσο όρο 16 γυναίκες έχαναν τη ζωή τους κάθε χρόνο σε περιστατικά οικιακής βίας με θύτες συζύγους ή εραστές, ενώ ελάχιστος αριθμός σεξουαλικών επιθέσεων ή βιασμών εξιχνιάζονταν.

Ο Τζο Νέσμπο, με τη σειρά του, υπενθυμίζει στον Κοκκινολαίμη (Ορφέας, 2008) ότι η Νορβηγία είχε ένα διόλου ευκαταφρόνητο φλερτ με το ναζισμό. Το φασιστικό κόμμα Nasjonal Samling μπορεί να είχε ελάχιστη εκλογική επιρροή αλλά σημαντική πολωτική παρουσία στη νορβηγική κοινωνία. Ο νορβηγός κατοχικός πρωθυπουργός, Βίντκουν Κουίσλιγκ, χάρισε το επώνυμό του σε όλους τους δωσίλογους συνεργάτες των Γερμανών. Η αποναζιστικοποίηση στο τέλος του πολέμου συνοδεύθηκε από 50.000 δίκες, εκ των οποίων οι μισές περίπου απέληξαν σε ποινές φυλάκισης. Τις διασυνδέσεις αυτού του παρελθόντος έβρισκε στο σήμερα ο ντετέκτιβ Χάρι Χόλε επιχειρώντας να αποτρέψει τη δολοφονία του πρίγκηπα διαδόχου της χώρας από έναν ηλικιωμένο νορβηγό εθελοντή των δυνάμεων που πολέμησαν στο πλευρό των Ναζί.

Μελετώντας την ακροδεξιά στη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη, η καθηγήτρια Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Βασιλική Γεωργιάδου παρατηρεί στο βιβλίο της Η άκρα Δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης (Καστανιώτης, 2008) ότι η «πολύπλοκη αλχημεία» της λειτουργεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά όχι ως απλή ψήφος διαμαρτυρίας, αλλά «λόγω συμφωνίας/σύγκλισης ψηφοφόρων και ακροδεξιών κομμάτων σε μια κοινή ατζέντα πολιτικών διακυβευμάτων» με άξονα την «εναντίωση στη μετανάστευση και το σύστημα συναινετικής, συμβιωτικής και, εν γένει, διαπραγματευτικής διακυβέρνησης». Τέλειες κοινωνίες μπορεί να μην υφίστανται, αλλά τώρα που ο μύθος του σκανδιναβικού παράδεισου τελείωσε ίσως υπάρχει ένα νέο πρότυπο προς εξαγωγή.