Κλιματική κρίση και άγρια ζωή

Πώς η αλλαγή των κλιματικών συνθηκών επηρεάζει τη συμπεριφορά των άγριων ζώων τόσο στην ελληνική επικράτεια όσο και σε παγκόσμια κλίμακα.

Κλιματική κρίση και άγρια ζωή

H κλιματική αλλαγή επηρεάζει την υγεία, τις συνήθειες και τις συμπεριφορές των άγριων ζώων όσο και των ανθρώπων. Η άνοδος της θερμοκρασίας, η μεταβολή των βροχοπτώσεων, η συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων και η απώλεια ενδιαιτημάτων για διάφορους λόγους, όπως είναι οι καταστροφικές πυρκαγιές, επιδρούν καίρια στα οικοσυστήματα και στους οργανισμούς που εξαρτώνται από αυτά. Η επίδραση δεν είναι ομοιόμορφη· κάθε είδος αντιδρά διαφορετικά, ανάλογα με τις οικολογικές του ανάγκες, την προσαρμοστικότητά του και τις ανθρωπογενείς πιέσεις στις οποίες εκτίθεται. Αμεσα εξαρτώμενοι από τη φύση, ζώα και άνθρωποι ερχόμαστε συχνά σε αντιπαλότητα, καθώς οι αλλαγές στις συνήθειες των άγριων ζώων τα φέρνουν εγγύτερα στις ανθρώπινες κοινότητες και δραστηριότητες, δημιουργώντας φόβο στον άνθρωπο, που νιώθει ότι απειλείται.

Η άγρια πανίδα της Ελλάδας

Στις αρχές του φετινού Μαΐου, η εμφάνιση ενός λύκου σε κεντρικό δρόμο στο Πανόραμα Δροσιάς Χαλκίδας αναστάτωσε τους περίοικους. Αναστάτωση μεγάλη είχε προκαλέσει το 2022 και η αρπαγή του σκύλου μιας οικογένειας από λύκο κοντά στο καταφύγιο Μπάφι, στην Πάρνηθα. Η πρόσφατη εισαγγελική εντολή για την απομάκρυνση του αυξημένου πληθυσμού λύκων (Canis Lupus) από την Πάρνηθα λόγω της μείωσης που παρατηρείται στον πληθυσμό των κόκκινων ελαφιών (Cervus elaphus) – ένα θέμα που το ΒΗΜΑ-Science» ανέδειξε στην κυριακάτικη έκδοση του «Βήματος» στις 18 Μαΐου – έφερε στο φως την ανάγκη χάραξης ουσιαστικής περιβαλλοντικής στρατηγικής και τεκμηρίωσης της κατάστασης του οικοσυστήματος του Εθνικού Δρυμού, που έχει πληγεί επανειλημμένως από καταστροφικές πυρκαγιές. Σε αυτή τη φάση, σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση για την Αγρια Ζωή και τη Φύση «Καλλιστώ», δεν υπάρχει τεκμηριωμένη επιστημονική μελέτη που να αποδεικνύει τη συρρίκνωση των ελαφιών (υπολογίζονται σε 125) από τις επιθέσεις των λύκων (περί τους 50) στην Πάρνηθα. Δεν έχει καταγραφεί επίσης ποτέ επίθεση λύκου σε άνθρωπο.

«Τα διαθέσιμα στοιχεία στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι λύκοι επανεμφανίστηκαν στην Πάρνηθα το διάστημα 2012-14 και ύστερα από απουσία σχεδόν 60 χρόνων, αφού αντελήφθησαν την αύξηση των ελαφιών…»

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει σημαντικά την άγρια πανίδα της Ελλάδας, όπως και των υπόλοιπων χωρών στη Γη, προκαλώντας αλλαγές στα οικοσυστήματα, μετακινήσεις ειδών και αυξημένους κινδύνους για την επιβίωση των άγριων ζώων, πολλά εκ των οποίων είναι προστατευόμενα είδη, όπως ο λύκος και το κόκκινο ελάφι. Τα διαθέσιμα στοιχεία στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι λύκοι επανεμφανίστηκαν στην Πάρνηθα το διάστημα 2012-14 και ύστερα από απουσία σχεδόν 60 χρόνων, αφού αντελήφθησαν την αύξηση των ελαφιών – ένα αποτέλεσμα της μεγάλης πυρκαγιάς του 2007, η οποία ευνόησε όσα επέζησαν, προσφέροντάς τους ανοίγματα για τροφή και αναπαραγωγή στο άλλοτε πυκνό δάσος ελάτης.

Ο λύκος (επάνω) στην Κοζάνη και το αγριογούρουνο (κάτω) στην Πάρνηθα, αναζητούν τροφή σε κατοικημένες περιοχές, ελλείψει επαρκών θηραμάτων στη φύση.

Αγριογούρουνο χτυπημένο με βέλος στο αυτί περιφέρεται κοντά στο τελεφερίκ της Πάρνηθας, Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2024. (ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ/EUROKINISSI)

Η κλιματική αλλαγή δυσκολεύει την εξεύρεση τροφής, νερού και υγιών οικοτόπων, αναγκάζοντας τους πληθυσμούς των ζώων να μεταναστεύσουν σε νέες περιοχές ή σε μέχρι πρότινος ακατοίκητα μέρη. Η αύξηση της θερμοκρασίας και η μείωση των βροχοπτώσεων απειλούν και τον λύκο, γιατί επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα της τροφής του, το ίδιο και οι συχνότερες πυρκαγιές που καταστρέφουν κρίσιμα ενδιαιτήματα. Επιπλέον, η ανθρώπινη δραστηριότητα και η αστικοποίηση περιορίζουν το εύρος της δράσης του, αυξάνοντας τις πιθανότητες σύγκρουσης με τον άνθρωπο. Ελλείψει επαρκούς τροφής (ελαφιών και αγριογούρουνων), εξέλιξη που οφείλεται και στην κλιματική αλλαγή, ο λύκος στρέφεται προς τα ζώα των κτηνοτρόφων, εξ ου και οι έντονες αντιδράσεις τα τελευταία χρόνια από αγροτικές κοινότητες διεθνώς.

Στη χώρα μας οι λύκοι που βρίσκονται στα ορεινά της Βόρειας Ελλάδας προκαλούν προβλήματα με επιθέσεις σε κοπάδια αλλά και σε κυνηγόσκυλα. Πρόσφατες κινήσεις ρύθμισης από την Ευρωπαϊκή Ενωση ώστε ο λύκος από αυστηρά προστατευόμενο είδος να κηρυχθεί απλά προστατευόμενο, προβληματίζουν τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, που θεωρούν το διεθνές αρνητικό κλίμα απέναντι στους πληθυσμούς λύκων ως απόρροια της απουσίας πολιτικής υπέρ της προστασίας των αγροτών και πρόληψης των ζημιών.

Οι πολυάριθμες μετακινήσεις πληθυσμών της άγριας ζωής έχουν οδηγήσει μεταξύ άλλων σε αύξηση των συγκρούσεων μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Για το φυτοφάγο κόκκινο ελάφι (Cervus elaphus), το μεγαλύτερο θηλαστικό της Ελλάδας, γύρω από την επιβίωση του οποίου γίνεται πολύς λόγος, γνωρίζουμε ότι στην Πάρνηθα φιλοξενείται ο σημαντικότερος πληθυσμός του. Οσο η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τη βλάστηση, μειώνοντας την ποιότητα και την ποσότητα της τροφής, οι αυξημένες θερμοκρασίες και οι παρατεταμένες ξηρασίες οδηγούν τα ελάφια σε αναζήτηση τροφής κοντά σε κατοικημένες περιοχές, αυξάνοντας τον κίνδυνο τροχαίων ατυχημάτων και παράνομης θήρας. Επιπλέον, οι αλλαγές στο κλίμα επηρεάζουν την αναπαραγωγική τους ικανότητα και την επιβίωση των νεογνών. Τα ελάφια της Πάρνηθας κινδυνεύουν επιπλέον από λαθροκυνηγούς που τα θηρεύουν παρά την απαγόρευση.

Τα ελάφια της Πάρνηθας κινδυνεύουν και από τροχαία ατυχήματα, καθώς μετακινούνται λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Η πληθυσμιακή αύξηση των αγριογούρουνων (Sus scrofa), όπως και αυτή των λύκων, αποτελεί μία επιπλέον πρόκληση. Τα αγριογούρουνα αυξάνονται εν μέρει λόγω των ήπιων χειμώνων που ευνοούν την αναπαραγωγή τους. Η εκτεταμένη δράση τους για εύρεση τροφής (σχετικό παράδειγμα αποτελούν οι εμφανίσεις αγριόχοιρων στον αστικό ιστό των βορείων προαστίων της Αθήνας, όπως στη Νέα Ερυθραία) προκαλεί μεταξύ άλλων ζημιές σε γεωργικές καλλιέργειες, τροχαία ατυχήματα και μετάδοση ασθενειών σε κατοικίδια ζώα.

Η περίπτωση των αφρικανικών ελεφάντων

Η υπερθέρμανση του πλανήτη και η αύξηση των ακραίων κλιματικών συνθηκών έχουν αρνητικό αντίκτυπο ακόμα και στις συνθήκες του ύπνου των άγριων ζώων και κατά συνέπεια στην υγεία τους. Αν τα ζώα δεν καταφέρνουν να αποκοιμηθούν εξαιτίας των κλιματικών συνθηκών, θα αναγκαστούν να μετακινηθούν σε άλλες, ψυχρότερες περιοχές. Εκεί πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος να εισχωρήσουν σε άγνωστα, εχθρικά οικοσυστήματα, με αυξημένη πιθανότητα να έρθουν σε επαφή με τον άνθρωπο ή να βρεθούν αντιμέτωπα με άγνωστες ασθένειες ή επιθετικά ζώα.

Οι αφρικανικοί ελέφαντες κινδυνεύουν με θανάτωση, καθώς καταστρέφουν γεωργικές καλλιέργειες προκειμένου να τραφούν.

Εξαιτίας των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έχουμε απώλεια ενδιαιτημάτων, εξάπλωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών, αλλαγή συμπεριφοράς και αναπροσανατολισμό των ζώων, πρόωρη «αφύπνιση» εντόμων και φυτών. Ενδεικτικά, στην Τανζανία, η αναζήτηση τροφής και νερού σε γεωργικές καλλιέργειες και κατοικημένες περιοχές από τους αφρικανικούς ελέφαντες, λόγω της ξηρασίας, έχει οδηγήσει σε θανατώσεις των ζώων ως αντεκδίκηση.

«Εξαιτίας των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έχουμε απώλεια ενδιαιτημάτων, εξάπλωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών, αλλαγή συμπεριφοράς και αναπροσανατολισμό των ζώων, πρόωρη «αφύπνιση» εντόμων και φυτών.»

Στη Σουμάτρα, οι δασικές πυρκαγιές από την ξηρασία του Ελ Νίνιο, οδήγησαν τίγρεις και ελέφαντες σε νέες περιοχές, προκαλώντας θανατηφόρα ατυχήματα με θύματα ανθρώπους. Οι υψηλές θερμοκρασίες τείνουν να μεταστρέφουν τα άγρια ζώα σε νυκτόβια για την αποφυγή των ζεστών ωρών της ημέρας, γι’ αυτό και οι επιθέσεις τους σε ζώα αγροκτημάτων προκύπτουν συχνά κατά τις νυχτερινές ώρες.

Χτυπημένες από την ξηρασία, οι τίγρεις στη Σουμάτρα εισέρχονται σε κατοικημένες περιοχές, με θανατηφόρες συνέπειες για τους ανθρώπους.

Σε διεθνές επίπεδο, πολλά είναι τα είδη που αντιμετωπίζουν ήδη αλλαγές στη γεωγραφική τους κατανομή εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Κάποια μετακινούνται προς βορειότερες ή υψηλότερες περιοχές. Αυτές οι αλλαγές δημιουργούν νέους ανταγωνισμούς, φέρνουν παθογόνα σε περιοχές που παλαιότερα δεν υπήρχαν, ενώ συχνά δεν υπάρχουν διαθέσιμα βιώσιμα ενδιαιτήματα για τα ζώα αυτά, οδηγώντας ορισμένα στην εξαφάνιση. Για αυτόν τον λόγο οι τίγρεις αναζητούν «στέγη» σε μεγάλα υψόμετρα σε μια απόπειρα να αποφύγουν τις υψηλές θερμοκρασίες και την ανθρώπινη παρουσία, κάτι το οποίο συνιστά φαινόμενο εκτοπισμού. Πολικά είδη, όπως η πολική αρκούδα (Ursus maritimus), βλέπουν τον θαλάσσιο πάγο να συρρικνώνεται, με αποτέλεσμα τη δυσκολία εύρεσης τροφής. Παράλληλα, τροπικά είδη βιώνουν θερμοκρασίες πέρα από τα όρια αντοχής τους, οδηγούμενα σε πληθυσμιακές καταρρεύσεις.

Τα καγκουρό μετακινούνται

Η διατάραξη των εποχών επηρεάζει τον αναπαραγωγικό κύκλο, τις μεταναστεύσεις και τις διαθεσιμότητες τροφής. Στην Αυστραλία, τα καγκουρό βιώνουν ριζικά τις συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων και της απώλειας ενδιαιτημάτων. Τα εμβληματικά μαρσιποφόρα της Αυστραλίας αντιμετωπίζουν σοβαρές απειλές λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες, οι παρατεταμένες ξηρασίες και οι συχνότερες πυρκαγιές επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα τροφής και νερού, οδηγώντας σε μείωση των πληθυσμών τους. Σύμφωνα με μελέτες, η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2°C θα μπορούσε να μειώσει τις γεωγραφικές περιοχές των καγκουρό έως και 48%, ενώ μια αύξηση κατά 6°C θα μπορούσε να τις μειώσει έως και 96%.

Τα καγκουρό της Αυστραλίας αναγκάζονται να αναζητήσουν βιώσιμες για το είδος τους περιοχές.

Οι παρατεταμένες ξηρασίες οδηγούν σε αφυδάτωση και εξάντληση, ιδιαίτερα τα νεαρά ή ηλικιωμένα καγκουρό. Η έλλειψη τροφής και νερού τα αναγκάζει να μετακινούνται σε περιοχές με περισσότερους πόρους, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε υπερπληθυσμό και ανταγωνισμό για τους διαθέσιμους πόρους. Επιπλέον, οι πυρκαγιές καταστρέφουν τα ενδιαιτήματά τους, οδηγώντας σε απώλεια τροφής και καταφυγίων. Κατά τη διάρκεια των καταστροφικών πυρκαγιών του 2019-2020 στην Αυστραλία, εκτιμάται ότι περί τα 3 δισεκατομμύρια ζώα, ανάμεσα στα οποία εκατομμύρια καγκουρό, επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές.

Ελεύθερες κατσίκες που βοσκούν αλόγιστα

Στη Σοκότρα της Υεμένης, το λατρεμένο απομονωμένο νησί πολλών τουριστών ανά τον κόσμο, το οποίο βρίσκεται περίπου 240 χιλιόμετρα ανοιχτά από το Κέρας της Αφρικής και αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO ως βιολογικός παράδεισος με περισσότερα από 825 είδη χλωρίδας, οι χωροκατακτητικές ελεύθερες κατσίκες «λυγίζουν» το μοναδικό οικοσύστημα με την αλόγιστη βόσκησή τους.

Τα αγριοκάτσικα στη νήσο Σοκότρα της Υεμένης αποτελούν κίνδυνο για την ανάπτυξη των περίφημων δρακόδεντρων.

Τα περίφημα δρακόδεντρα (Dracaena cinnabari) με το «αίμα του δράκου» και τις κομοστέγες σε σχήμα ομπρέλας γίνονται τροφή στα αγριοκάτσικα που τρώνε τα δενδρύλλια δρακόδεντρων πρoτού αυτά προλάβουν να αναπτυχθούν. Η περιοχή πλήττεται ολοένα και συχνότερα από σοβαρούς κυκλώνες και οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι έχει σταματήσει η αναγέννηση του δάσους.

Τα δέντρα της Σοκότρα με την επιστημονική ονομασία Dracaena cinnabari αποτελούν προστατευόμενο είδος από την UNESCO.

Αξιοσημείωτο είναι ότι και στη Σκωτία η άνοδος της θερμοκρασίας έχει οδηγήσει στην αύξηση των πληθυσμών αγριόχηνων, οι οποίες βοσκούν στα… λάθος μέρη, προκαλώντας πονοκέφαλο στους κτηνοτρόφους που βλέπουν τα κοπάδια των προβάτων τους να μένουν χωρίς επαρκή βοσκοτόπια.

Φαλαινοκαρχαρίες σε πολυσύχναστες ναυτιλιακές οδούς

Αφήνοντας το ηπειρωτικό ανάγλυφο της Γης για την απεραντοσύνη των ωκεανών, οι μελέτες δείχνουν ότι οι φαλαινοκαρχαρίες διατρέχουν αυξανόμενο κίνδυνο από τον άνθρωπο. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συμμαχία για τα Κητώδη, οι θάνατοι φαλαινών από συγκρούσεις με πλοία έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, με έως και 30.000 να σκοτώνονται ή να τραυματίζονται κάθε χρόνο. Πρόσφατη επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον στο Ηνωμένο Βασίλειο και της Ενωσης Θαλάσσιας Βιολογίας (MBA), προβλέπει ότι η άνοδος της θερμοκρασίας των θαλασσών θα ωθήσει τους φαλαινοκαρχαρίες – απειλούμενο είδος που απαντάται στα ανοιχτά νερά των τροπικών ωκεανών και σπανίως εισχωρεί σε νερό με θερμοκρασίες κάτω των 21 βαθμών Κελσίου – σε νέους οικοτόπους και στο μονοπάτι των πολυσύχναστων ναυτιλιακών οδών.

«Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Climate Change» το φθινόπωρο του 2024, υπολογίζει ότι μέχρι το 2100 η συχνότητα σύγκλισης της πορείας φαλαινοκαρχαριών και μεγάλων πλοίων θα μπορούσε να είναι 15.000 φορές υψηλότερη από ό,τι είναι σήμερα»

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Climate Change» το φθινόπωρο του 2024, υπολογίζει ότι μέχρι το 2100 η συχνότητα σύγκλισης της πορείας φαλαινοκαρχαριών και μεγάλων πλοίων θα μπορούσε να είναι 15.000 φορές υψηλότερη από ό,τι είναι σήμερα, επειδή το είδος επιδεικνύει ιδιαίτερη κινητικότητα, είναι ευαίσθητο στις αλλαγές της θερμοκρασίας και περνάει τον χρόνο του σε επιφανειακά ύδατα και σε παράκτιες περιοχές.

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει δραστικά την άγρια ζωή τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως. Η λειτουργία των οικοσυστημάτων μεταβάλλεται, με επιπτώσεις και στις προσφερόμενες οικοσυστημικές υπηρεσίες και στην ευημερία των ανθρώπων που βασίζεται σε αυτές. Η έλλειψη διαχείρισης ή η μη αειφόρος διαχείριση, οι βιολογικές εισβολές από ξενικά είδη, η εντατικοποίηση της γεωργίας, η βόσκηση, οι δασικές πυρκαγιές και η πλανητική αλλαγή αποτελούν επιπλέον απειλές για τη βιοποικιλότητα κάθε χώρας.

Η προστασία των ενδιαιτημάτων, η παρακολούθηση των πληθυσμών και η ανάπτυξη προσαρμοστικών πολιτικών διαχείρισης είναι απαραίτητες για την επιβίωση της άγριας ζωής στα ηπειρωτικά καθώς και της προστατευόμενης μεγαπανίδας των ωκεανών σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version