Το βιβλίο αυτό μου δίνει κατ’ αρχάς την ευκαιρία να κοινοποιήσω μια σκέψη μου που απευθύνεται περισσότερο στους εκδότες των βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης και ίσως εκ μέρους και του αναγνωστικού κοινού τους. Θα ήθελα λοιπόν να τους πω ότι τα ράφια των βιβλιοθηκών μας λυγίζουν πλέον από το βάρος των μεταφρασμένων (κυρίως) βιβλίων των σχετικών με την «Ιστορία της επιστήμης». Βιβλία δηλαδή γραμμένα με ένα και συγκεκριμένο πατρόν: Το πώς ξεκίνησε η Επιστήμη (εδώ οι αρχές ποικίλλουν, από τους Βαβυλωνίους έως τους προσωκρατικούς) και πώς εξελίχθηκε, συνήθως μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Αριστοτέλης, Γαλιλαίος, Πάπας, Αναγέννηση, Γκάους, Μάξγουελ, Αϊνστάιν, Γκέντελ, Οπενχάιμερ, οι συνήθεις πρωταγωνιστές. Μια άλλη πρόταση εκλαΐκευσης Οι «Ωκεανοί στο Διάστημα» αντιπροσωπεύουν για εμένα έναν εναλλακτικό τύπο βιβλίου που νομίζω πως θα θέλξει κάθε αναγνώστη που θα ήθελε να μάθει πώς σκέπτονται οι επιστήμονες σε μια πρώτη και εκλαϊκευμένη προσέγγιση βέβαια, για να βρουν απάντηση σε μυστήρια όπως είναι το αν υπάρχει ζωή έξω από τον δικό μας πλανήτη. Με συλλογισμούς που είναι προσιτοί σε όποιον έχει γνώσεις Φυσικής του Λυκείου. Ο κάτοικοι της Γης έχουν επιδοθεί ιδιαίτερα από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα σε μια μανιώδη αναζήτηση μορφών ζωής έξω από τον δικό τους πλανήτη. Πριν δύο εβδομάδες περίπου είχε δημοσιευθεί στο ΒΗΜΑ-Science άρθρο σχετικό με τους εξωπλανήτες, τους πλανήτες δηλαδή που βρίσκονται πέρα από «το δικό μας» ηλιακό σύστημα και τις συνθήκες που μπορεί να επικρατούν εκεί. Ο Κέβιν Πίτερ Χαντ είναι αστροβιολόγος στη NASA και στο βιβλίο του αυτό ασχολείται με την αναζήτηση ζωής μέσα στο δικό μας ηλιακό σύστημα, ιδιαίτερα σε δορυφόρους όπως η Ευρώπη, ο Τιτάνας, ο Εγκέλαδος, δηλαδή των μεγάλων πλανητών που βρίσκονται σε κάπως μεγαλύτερη απόσταση από τον Ηλιο. Καταδύσεις και… καταδύσεις! Εχει πολλά προσόντα αυτό το πυκνά γραμμένο βιβλίο, χάρη και στις πλούσιες εμπειρίες του συγγραφέα. Που αρχίζει το πρώτο κεφάλαιο με την περιγραφή μιας κατάδυσης μαζί με τον γνωστό σκηνοθέτη Τζέιμς Κάμερον στα βάθη του Ατλαντικού Ωκεανού. Αυτό βέβαια γίνεται κατανοητό στη συνέχεια διότι συνεχώς αναφέρεται στις ομοιότητες που έχουν οι αναζητήσεις στο δικό μας υδάτινο στοιχείο με τις αναζητήσεις για ωκεανούς στους δορυφόρους άλλων πλανητών. Διότι όπως γράφει: «Τα μικρόβια και τα θαλάσσια πλάσματα που κατοικούν στα βάθη του δικού μας ωκεανού θα μπορούσαν να ευημερούν κάτω από τις φυσικές και χημικές συνθήκες που πιστεύεται ότι επικρατούν στο εσωτερικό των ωκεανών της Ευρώπης, του Εγκέλαδου και του Τιτάνα». Αστροβιολογικές αναζητήσεις Κάποια στιγμή βέβαια απομακρύνεται και από αυτό το πρότυπο όταν εξηγεί αρκετά αναλυτικά τη διαφορά ανάμεσα στις γήινες παλίρροιες που έχουν πρωταγωνιστή το υγρό στοιχείο και τις παλίρροιες στους δορυφόρους των μεγάλων πλανητών. Διότι εκεί με τον όρο παλίρροια αναφέρεται στη βαρυτική επίδραση του πλανήτη στο στερεό υλικό του δορυφόρου του. Που δημιουργεί θερμότητα ακριβώς όπως συμβαίνει όταν κρατήσουμε ένα ελαστικό μπαλάκι στο χέρι μας και επιμείνουμε να το σφίγγουμε και να το αφήνουμε με αρκετή ένταση. Κάποια στιγμή θα θερμανθεί. Αυτήν θεωρούν ως αιτία οι αστροβιολόγοι σήμερα για τη θέρμανση των υπόγειων ωκεανών και όχι τόσο την ακτινοβολία από τον ήλιο. Στη συνέχεια και σε μεγάλη έκταση αναφέρεται στα μύρια προβλήματα που έχουν να δώσουν λύση οι αστροβιολόγοι σχετικά με τη ζωή. Δηλαδή και αν βρούμε μορφές ζωής σε άλλους δορυφόρους θα πρέπει να εξιχνιάσουν το αν πρόκειται για ζωή που εμφανίστηκε αυτόνομα εκεί, ή μήπως μεταφέρθηκε από αλλού. Και αν δεν υπάρχουν τώρα πια ζωντανοί οργανισμοί τι συνέβη παλαιότερα; Σε κάθε σελίδα σχεδόν εμφανίζεται και μια σπαζοκεφαλιά και βαθμιαία αναλύονται όλα τα σχετικά δεδομένα μέχρι να δοθεί κάποια απάντηση, έστω και προσωρινή. Παρατηρήσεις Υπάρχουν βέβαια και κάποια σημεία όπου ο αναγνώστης ίσως να σκοντάψει. Για παράδειγμα, στο 2ο κεφάλαιο αναφέρεται κοπιωδώς ο όρος Χρυσομαλλούσα. Χωρίς ούτε ο συγγραφέας ούτε ο επιμελητής της έκδοσης να μπουν στον κόπο να εξηγήσουν στον αναγνώστη περί τίνος πρόκειται. Κατ’ αρχάς λοιπόν στην Αστροβιολογία υπάρχει η λεγόμενη Αρχή της Χρυσομαλλούσας (Goldilocks Principle) που αναφέρει ότι ένας πλανήτης πρέπει να βρίσκεται σε συγκεκριμένες αποστάσεις από το άστρο του (σε εμάς εδώ είναι οι αποστάσεις από τον Ηλιο) για να έχει τέτοιες θερμοκρασίες στην επιφάνειά του ώστε να υπάρχει νερό σε υγρή κατάσταση, προϋπόθεση για την ύπαρξη ζωής. Ο συγγραφέας βέβαια εξηγεί εν εκτάσει πως πλέον αυτό είναι κάπως ξεπερασμένο εξαιτίας του φαινομένου των παλιρροιών που αναφέραμε πριν και είμαστε σε μια νέα «συνθήκη Χρυσομαλλούσας». Στο ίδιο κεφάλαιο υπάρχει η φράση «…καθώς το νερό γίνεται από υγρό στερεό δημιουργεί ένα υλικό μεγαλύτερου όγκου και χαμηλότερης πυκνότητας και αυξάνει την εντροπία του συστήματος». Με αυτήν όμως ίσως να αυξάνεται και η εντροπία στο μυαλό του αναγνώστη όταν γνωρίζει πως περνώντας από τη ρευστή μορφή στον πάγο η εντροπία μειώνεται. Είναι απορίας άξιον το τι εννοούσε εδώ ο συγγραφέας. Επίσης ξαφνικά εμφανίζεται ο όρος Αρχαία όπου εννοούνται εδώ οι μονοκύτταροι αρχέγονοι μικροοργανισμοί χωρίς κυτταρικό πυρήνα. Δεν υπάρχει όμως κάποια εξήγηση-διευκρίνιση (δεν εμφανίζεται η λέξη καν στο ευρετήριο στο τέλος) και ειδικά ο έλληνας αναγνώστης μπορεί να εκπλαγεί αν δεν είναι εξοικειωμένος με τον όρο. Αυτές οι κάπως εξονυχιστικές παρατηρήσεις γίνονται διότι ένα τέτοιο βιβλίο θα το συνιστούσα ακόμη και ως δώρο σε εφήβους με ανησυχίες και στο σημείο που ηλικιακά βρίσκονται να διαλέξουν τι σταδιοδρομία να ακολουθήσουν (σε μια τετραήμερη εκδρομή πριν λίγο καιρό ένας 15χρονος συνταξιδιώτης, καθώς το βράδυ βρέθηκε και ένα αξιοπρεπές τηλεσκόπιο στα χέρια της παρέας, όταν όλοι οι άλλοι πήγαν για ύπνο, εκείνος ξενύχτησε παρατηρώντας τον ουρανό). Το τελικό συμπέρασμα είναι πως πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον και ξεχωριστό βιβλίο, που σε φέρνει κοντά στην έρευνα και στους προβληματισμούς των αστροβιολόγων αλλά ταυτόχρονα σου δείχνει ότι και τα όσα έχεις μάθει σχετικά με τη Φυσική έχουν εδώ τις εφαρμογές τους και σου τα θυμίζει με έναν όχι τραυματικό αλλά πολύ επαγωγικό τρόπο.