Το απόγευμα της περασμένης Τρίτης, λίγο μετά τις 5 το απόγευμα, ξεκίνησε μια ακόμα πράξη του πύρινου δράματος για την Ανατολική Αττική. Πικρές μνήμες τεσσάρων δεκαετιών ξύπνησαν ξανά. Οι κάτοικοι βλέπουν το ίδιο έργο από το 1981, οπότε ο ορεινός όγκος της Πεντέλης αναμετρήθηκε για πρώτη φορά με τον πύρινο εφιάλτη, ακολούθησαν το 1995, το 1998, το 2000, το 2007, αλλά και η εθνική τραγωδία του 2018. Σπίτια καμένα, άνθρωποι να παλεύουν με τις φλόγες, ενίοτε δυστυχώς ζωές να χάνονται και ζώα στο έλεος της φωτιάς. Η είδηση και μόνο ότι η πυρκαγιά ξεκίνησε από την περιοχή του Νταού έφερε ρίγη ανησυχίας, καθώς οι μνήμες από την πιο φονική πυρκαγιά που έχει γνωρίσει ποτέ η χώρα, στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, είναι ακόμα νωπές. Εκρηκτικό κοκτέιλ Οι ισχυροί άνεμοι, οι υψηλές θερμοκρασίες, ο αστικός ιστός και η καύσιμη ύλη δημιούργησαν εκρηκτικό μείγμα, κάνοντας τη φωτιά στην Πεντέλη ιδιαίτερα επικίνδυνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ριπές του ανέμου κατά τις βραδινές ώρες έφταναν ανά διαστήματα και τα 110 χλμ./ώρα, δυσχεραίνοντας το έργο των πυροσβεστών. Η άμεση εκκένωση αποσόβησε τα χειρότερα, αν και η αυτοκτονία του 84χρονου στην Ανθούσα, που είδε για ακόμα μία φορά το σπίτι του να χάνεται, προσθέτει ένα ακόμα θύμα στις επαναλαμβανόμενες τραγωδίες, όπως και τα πάνω από 20.000 καμένα στρέμματα που στερούν ακόμα έναν πνεύμονα από το Λεκανοπέδιο. Η μάχη των κατοίκων «Είναι η τρίτη φορά στα 14 χρόνια που ζω στην περιοχή που περνάμε τον ίδιο εφιάλτη» λέει μιλώντας στο «Βήμα», ο κ. Νίκος Β., κάτοικος Παλλήνης, και συνεχίζει: «Μας έσωσε το ότι πριν ξεκινήσουν οι καύσωνες καθάρισα μόνος μου όχι μόνο το δικό μου οικόπεδο, αλλά και δύο διπλανά εγκαταλελειμμένα, δημιουργώντας έτσι μια αντιπυρική ζώνη». Στην ανάγκη να γίνονται εγκαίρως καθαρισμοί εστιάζουν και στελέχη της Πυροσβεστικής που μιλούν στο «Βήμα». Παράλληλα, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην καλλιέργεια μιας κουλτούρας διαχείρισης αντίστοιχων κρίσεων στην κοινωνία. Οπως τονίζουν, ενδεικτικά, σε δρόμους της Ανθούσας «νόμιζες ότι γινόταν πανηγύρι» από τα οχήματα και τον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί λες και πήγαινε βόλτα για να βγάλει φωτογραφίες με το κινητό του, την ώρα που οι 485 πυροσβέστες και οι κάτοικοι έδιναν μάχη από τα μέτωπα της φωτιάς ως τις αυλές των σπιτιών τους, ενώ άλλοι εγκατέλειπαν τις εστίες τους μη γνωρίζοντας αν θα τις ξαναβρούν. Πάνω από 930 αστυνομικοί προχώρησαν σε 680 απεγκλωβισμούς ανθρώπων, ενώ έκαναν και περιπολίες στην περιοχή για αποτροπή κλοπών και διαρρήξεων σε σπίτια που είχαν εγκαταλείψει οι ένοικοί τους. Τα σενάρια εμπρησμού Οι έρευνες για τα ακριβή αίτια της πυρκαγιάς έχουν ήδη ξεκινήσει από τα κατά τόπους κλιμάκια της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού. Στο «μικροσκόπιο» έχουν μπει μαρτυρίες και υλικό από κάμερες ασφαλείας σπιτιών και επιχειρήσεων που βρίσκονται κοντά στα σημεία όπου εκτιμάται ότι ξεπήδησαν οι πρώτες φλόγες. Εξονυχιστικά ερευνάται ένα βίντεο από κάμερα ασφαλείας οικίας που είδε το φως της δημοσιότητας και δείχνει ένα ύποπτο άτομο να βάζει φωτιά τα ξημερώματα Τετάρτης στη Χριστούπολη Σπάτων κοντά στο Πανόραμα Παλλήνης. Πρώην αξιωματικοί εκτιμούν πως βάσει των έως τώρα στοιχείων η πυρκαγιά δεν προήλθε από φυσικά αίτια ή κάποιο βραχυκύκλωμα σε πυλώνα, αλλά πιθανολογείται ότι είναι εμπρησμός είτε από πρόθεση είτε από αμέλεια, ακόμη και από άτομα που έκαναν εργασίες, παρά τις προειδοποιήσεις για αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς. Η πιοδύσκοληεβδομάδαΗ εβδομάδα που πέρασε ήταν ίσως η πιο δύσκολη, μέχρι σήμερα, του εφετινού καλοκαιριού, που έχει όμως πολύ δρόμο ακόμα μπροστά του. Από την Κυριακή ως και την Πέμπτη σημειώθηκαν 212 δασικές πυρκαγιές, που προστίθενται στις 6.575 που έχουν ήδη καταγραφεί εφέτος, έναντι μέσου όρου δεκαπενταετίας 3.724. Πεντέλη, Ηλεία, Σαλαμίνα, Μέγαρα, το δάσος της Δαδιάς στον Εβρο προστέθηκαν στη μακρά λίστα, ενώ μέσα στην εβδομάδα έξι χωριά του Ρεθύμνου τέθηκαν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης μετά την καταστροφική πυρκαγιά που κατέκαψε την περιοχή.Οπως σημείωσε ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, κ. Χρήστος Στυλιανίδης, «εφέτος οι πυροσβέστες αντιμετωπίζουν αντίξοες συνθήκες σε καθημερινή βάση». Αύξηση θερμοκρασίας κατά 3,5-4 βαθμούς, μείωση βροχοπτώσεων κατά 30% Η καταστροφή στα φυσικά οικοσυστήματα είναι τεράστια και πλέον ο άνθρωπος θερίζει όσα αλόγιστα έσπειρε τις τελευταίες δεκαετίες. Οι καταστροφικές πυρκαγιές είναι όλο και συχνότερες την τελευταία δεκαετία. Η συνέχεια σε ένα δραματικό σίριαλ δίχως τέλος. Η περιοχή μας, η Ανατολική Μεσόγειος, είναι από τις πιο ευάλωτες στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστημονικές μετρήσεις δείχνουν ότι θερμαίνεται με ταχύτερους ρυθμούς από την παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας. Ειδικά για την Ελλάδα, τα κλιματικά μοντέλα προβλέπουν ότι στο «μέσο» σενάριο η θερμοκρασία θα αυξηθεί ως 3,5-4 βαθμούς Κελσίου, ενώ οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν κατά περίπου 30% μέχρι τα τέλη του αιώνα. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, όλες οι πεδινές ηπειρωτικές περιοχές της Ανατολικής Ελλάδας θα παρουσιάσουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς έως και 40 επιπλέον ημέρες τον χρόνο κατά την περίοδο 2071-2100. Επίσης, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα μελέτης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, η μείωση της βροχόπτωσης κατά τους καλοκαιρινούς μήνες φτάνει ως και 30% σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, κυρίως από τη Στερεά και νοτιότερα. Οι βροχοπτώσεις αναμένεται να μειωθούν, με χαμηλότερο βέβαια ρυθμό κατά τους χειμερινούς μήνες, γεγονός όμως που προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία, καθώς στις περιοχές που βρέχει λιγότερο τον χειμώνα οι δασικές πυρκαγιές είναι πιο καταστροφικές το καλοκαίρι. Ακόμη, η μείωση της υγρασίας του εδάφους είναι σημαντική σε όλη τη χώρα, με μεγαλύτερα προβλήματα σε Αττική, Πελοπόννησο και Κρήτη. Το μέλλον λοιπόν προμηνύεται δυσοίωνο – μια πικρή γεύση πήραμε το περυσινό καλοκαίρι – με έντονη ξηρασία, ειδικά στα νότια και ανατολικά ηπειρωτικά και στην Κρήτη, αύξηση των δασικών πυρκαγιών κυρίως στην ανατολική χώρα και, συνακόλουθα, αύξηση των πλημμυρικών φαινομένων και διάβρωση των ακτών. Οι συνέπειες για τον ανθρώπινο οργανισμό, τη βιοποικιλότητα, τις αγροτικές εκτάσεις, την επάρκεια των φυσικών πόρων, με πρώτο το νερό, θα είναι ανυπολόγιστες.