Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Aγκαθα Κρίστι (1890-1976) έγραψε ένα μυθιστόρημα στο οποίο έβαζε τέλος στις περιπέτειες μα και στη ζωή του εμβληματικού ήρωά της, του βέλγου ιδιωτικού ντετέκτιβ Ηρακλή Πουαρό. Φοβόταν πως δεν θα επιζούσε από τους συχνούς βομβαρδισμούς των Γερμανών του Χίτλερ εναντίον της Αγγλίας και άφησε παραγγελία να εκδοθεί το βιβλίο μετά τον θάνατό της. Eτσι, το χειρόγραφο κρατήθηκε στο συρτάρι για πάνω από τριάντα χρόνια. Κυκλοφόρησε το 1975 και προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, επειδή σε αυτό περιγράφεται ο θάνατος του πολυαγαπημένου Πουαρό.
Το Αυλαία – Η τελευταία υπόθεση του Ηρακλή Πουαρό (εκδ. Ψυχογιός) διαδραματίζεται στο Στάιλς, μια εξοχική έπαυλη στο χωριό Σεντ Μέρι, εκεί όπου ο Πουαρό και ο επιστήθιος φίλος του, ο λοχαγός Αρθουρ Χέιστινγκς, έφεραν εις πέρας την πρώτη τους υπόθεση, εξιχνιάζοντας τη δολοφονία της γηραιάς ιδιοκτήτριας. Τώρα επιστρέφουν για τελευταία φορά για να ανακαλύψουν έναν κατά συρροήν δολοφόνο, τον «Χ», σύμφωνα με τον Πουαρό. Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, ο Χέιστινγκς, ο αφηγητής, μιλάει για τον διάσημο φίλο του και στο δεύτερο ο ντετέκτιβ εμφανίζεται καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, τσακισμένος από την αρθρίτιδα. «Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει πιο θλιβερό πράγμα από την καταστροφή που επιφέρει το γήρας» λέει ο Χέιστινγκς, ο οποίος βρίσκει εκεί την κόρη του, την Τζούντιθ – η σύζυγός του έχει πεθάνει.
Με τη δύναμη του μυαλού
Ο ίδιος ο Πουαρό λέει πως είναι «ένα ράκος. Σωστό ερείπιο», αλλά το μυαλό του εξακολουθεί να λειτουργεί περίφημα. Βρίσκεται στην έπαυλη, όπως ισχυρίζεται, για να πιάσει έναν δολοφόνο. Εκεί, διαμένουν ο δόκτωρ Φράνκλιν με την άρρωστη σύζυγό του, η νοσοκόμα που φροντίζει την κυρία Φράνκλιν, ένας άνδρας ονόματι Αλερτον, ολίγον γυναικάς, κάποια δεσποινίς Κόουλ και ο κύριος Νόρτον, παρατηρητής πουλιών. Ο Πουαρό δείχνει στον φίλο του αποκόμματα εφημερίδων που αναφέρονται σε εγκλήματα, πέντε φόνους, που έγιναν κατά το παρελθόν. Ολα εξιχνιάστηκαν και οι δράστες οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη. Ωστόσο, και στις πέντε περιπτώσεις υπήρχε ένας ύποπτος, ο «κύριος Χ», παρόλο που τη στιγμή του εγκλήματος αυτός βρισκόταν αλλού. Τώρα όμως είναι στην έπαυλη, όπου πρόκειται να γίνει ένας ακόμα φόνος. Πράγματι, πεθαίνει δηλητηριασμένη η κυρία Φράνκλιν. Ποιος τη σκότωσε και γιατί; Τα ερωτήματα πληθαίνουν, ύποπτοι είναι όλοι οι ένοικοι της έπαυλης κι ας φαίνονται αθώοι και συμπαθητικοί.
Για μια φορά ακόμα η Αγκαθα Κρίστι παίζει ένα έξυπνο παιχνίδι με τον αναγνώστη, το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού, όπου διαφαίνεται η ευφυΐα της την οποία διοχετεύει στον ήρωά της που με τις αναλυτικές ικανότητες του μυαλού του (τα «φαιά κύτταρα του εγκεφάλου του») λύνει γρίφους και παραδίδει τους δολοφόνους στους επαγγελματίες αστυνομικούς, οι οποίοι τους παραπέμπουν στη Δικαιοσύνη. Αυτό είναι το χάρισμα της αποκληθείσας «βασίλισσας το εγκλήματος». Στο παρόν μυθιστόρημα η συγγραφέας δημιουργεί μια κατάσταση αγωνίας που συνεχώς κλιμακώνεται. Το τέλος είναι απρόσμενο, σε αυτό υπάρχει μια μεγάλη ανατροπή με πρωταγωνιστή τον Πουαρό. Μάλιστα, η Κρίστι μας παραπέμπει στον αγαπημένο της Ουίλιαμ Σαίξπηρ και στα έργα του, ειδικά στον Οθέλλο, όπου ο Ιάγος είναι ο «τέλειος δολοφόνος»: αυτός ευθύνεται για τον θάνατο της Δυσδαιμόνας και την αυτοκτονία του Οθέλλου.
