Φύση, τέχνη και μνήμη

Η πεζογραφία της Ειρήνης Κίτσιου συνομιλεί με την παράδοση του αισθητισμού χωρίς να χάνει την αμεσότητά της

Θυμάμαι ακόμη την έντονη εντύπωση που μου προκάλεσαν, εδώ και αρκετά χρόνια, τα παράξενα πεζά της Ειρήνης Κίτσιου στη συλλογή της Εκπαιδευτής γρύλων (2008). Εκτοτε διάβασα και τα προηγούμενα βιβλία της, τις Φυσικές ιστορίες και το Πλάι στο ποτάμι, που ελάχιστα απέχουν χρονικά από τον Εκπαιδευτή γρύλων, και η πρώτη μου αντίδραση σταθεροποιήθηκε. Κοιτάζω τώρα τα διηγήματα που φιλοξενούνται στο πολύ πρόσφατο Φίδι του Πλίνιου και καταλαβαίνω πως η συγγραφέας τείνει πλέον να συγκροτήσει μια ενιαία αφηγηματική στρατηγική, η οποία καλείται να υποστηρίξει ένα αναλόγως συμπαγές σύμπαν, ένα σύστημα, αν μπορώ να το χαρακτηρίσω έτσι, αδιάσπαστης ποιητικής. Σήμα αυτής της ποιητικής είναι, νομίζω, το μότο από τον Τόμας Μπέρνχαρντ με το οποίο ανοίγει το παρόν τομίδιο: «Οταν βλέπω να αναδύεται πίσω από έναν λόφο πεζογραφικού υλικού έστω και η υποψία μιας ιστορίας, τη σκοτώνω. Είμαι καταστροφέας ιστοριών».

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.