Ο Φοίβος παραγγέλνει «Μη φοβού», μα αλλού «Ακρα του τάφου ήταν σιωπή». «Λυγρά σημάδια» και «Βάκχες που ολόλυζαν» μπερδεύονται με την «πλέμπα», έναν «μάντη φυρόμυαλο» και «κορμιά αποκαρωμένα».
Ο Ομηρος συναντά τον λόγο των τραγικών, της Καινής Διαθήκης και του Σολωμού ενώ άνθρωποι μεταμορφώνονται σε ελάφια, δέντρα και έντομα, και λιθάρια αποκτούν ανθρώπινη μορφή στο δημοφιλέστερο λατινικό έπος, τις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου (εκδ. Gutenberg, 2025), στη μετάφραση του ακαδημαϊκού Θεόδωρου Δ. Παπαγγελή, ομότιμου καθηγητή Λατινικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.
Γραμμένες σε δακτυλικό εξάμετρο, οι Μεταμορφώσεις εκτείνονται σε περίπου 12.000 στίχους, και διαβάζονταν, με τα φορμαλιστικά κριτήρια του αρχαίου αναγνώστη, ως έπος – έστω και αν με τα κριτήρια του σύγχρονου αναγνώστη αποκλίνουν από την παραδοσιακή θεματολογία του έπους, τον πόλεμο και τον νόστο.
«Εντάσσονται σε μια μη ορθόδοξη επική παράδοση των ελληνιστικών χρόνων, στην οποία απαντούν έπη για ζητήματα τεχνικού χαρακτήρα, για θέματα αλιευτικά ή για το δάγκωμα του φιδιού» εξηγεί ο Θεόδωρος Παπαγγελής σε μια τηλεφωνική συνομιλία μας από τη Θεσσαλονίκη, αλλά το ενδιαφέρον με τον Οβίδιο είναι ότι συνθέτει «ένα έπος sui generis. Eνας πολύ απλός χαρακτηρισμός του είναι “μυθολογικό έπος”, εφόσον το θεματολογικό υλικό του είναι οι ελληνικοί μύθοι. Ωστόσο είναι πολύ ευρύτερο, διότι, σε ένα τεράστιο χρονικό άνυσμα, ξεκινά από τη μυθολογική περίοδο και την αρχή του κόσμου, περνά στην ιστορική περίοδο μέσω του Τρωικού Πολέμου και καταλήγει στην ιστορική πραγματικότητα της Ρώμης σε μια διαδικασία στην οποία “καταπίνει” και τον Ομηρο του πολέμου και του νόστου και την Αινειάδα του Βιργίλιου».
Οι μεταμορφώσεις των σωμάτων δείχνουν τις μεταμορφώσεις της Ιστορίας. Το ζήτημα της μεταμόρφωσης, που επανέρχεται στο έργο του Οβιδίου, «με κάποιον τρόπο αντανακλά μια “κρίση ταυτότητας”, μια ρευστότητα ταυτοτική, η οποία είναι χαρακτηριστικό της ελληνιστικής εποχής» σχολιάζει ο ίδιος. «Οι Μεταμορφώσεις με αυτήν τη συμπαντικότητα, με αυτό το τεράστιο χρονικό άνυσμα και με την ενσωμάτωση όλων των ειδών της κλασικής γραμματείας είναι, με κάποιον τρόπο, αντανάκλαση μιας ιστορικής Ρώμης κυρίαρχης, πλανητάρχισσας, η οποία πιστεύει ότι η εξουσία της δεν θα έχει τέλος.
To imperium sine fine υπόσχεται ο Δίας στην Αινειάδα του Βιργίλιου και το ίδιο εκφράζεται στις απόψεις του Κικέρωνα για μια ρωμαϊκή εξουσία η οποία θα φέρει κατά κάποιον τρόπο το τέλος της Ιστορίας. Η ιδέα του imperium sine fine είναι πολύ γοητευτική και έχει τις διαστάσεις ενός φαινομένου το οποίο βρίσκεται κοντά στη σημερινή εμπειρία, με τις υπερδυνάμεις και τη γεωπολιτική». Βέβαια, στο τέλος των Μεταμορφώσεων «ο Οβίδιος κάνει κάτι ενδεχομένως απροσδόκητο όταν λέει ότι πράγματα αλλάζουν και τίποτε δεν μένει ίδιο, ότι η Ρώμη θα μπορούσε κάποτε να αποτελέσει παρελθόν όπως η ένδοξη Θήβα και η Αθήνα. Αυτή η μελαγχολική προφητεία ήταν πιθανότατα ο λόγος που ο Καίσαρας έστειλε εξορία τον Οβίδιο και όχι οι τολμηρές συμβουλές της Ερωτικής τέχνης».

Οβίδιος, Μεταμορφώσεις. Εισαγωγή, μετάφραση Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής. Eκδόσεις Gutenberg, 2025, σελ. 558, τιμή 40 ευρώ
Η ηδυπάθεια της αφήγησης
Η ανάγνωση του κειμένου των Μεταμορφώσεων σήμερα είναι, εκτιμά ο φιλόλογος και μεταφραστής, μια ηδονή αναγνωστική σε μια εποχή που το διάστημα τεταμένης αναγνωστικής προσοχής όλο και βραχύνεται και ο τρόπος που διαβάζουμε είναι όλο και πιο αποσπασματικός.
«Εχουμε χάσει την προσληπτική ικανότητα για μια μακρά αφήγηση την οποία ευχαριστιόμαστε, την ηδυπάθεια της αφήγησης. Αυτό, όταν διαβάσει κανείς in extenso τις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου, είναι, από μια άποψη, το σημαντικότερο που μπορεί να προσδοκά να αποκομίσει». Η απόλαυση εντείνεται από το γεγονός ότι ο Οβίδιος, ποιητής στα όψιμα στάδια της κλασικής παράδοσης, με πολύ οξεία και βαθιά συνείδηση της παράδοσης που προηγήθηκε, «αναπτύσσει ένα είδος μεταγλώσσας από ειρωνική απόσταση. Αυτά είναι στοιχεία τα οποία τα βλέπουμε στον μοντερνισμό και στον μεταμοντερνισμό και καθιστούν τον Οβίδιο, με πολλούς τρόπους, έναν μοντερνιστή της αρχαιότητας».
Το γυναικείο βλέμμα
Η συνάφειά του με την εποχή μας εντείνεται, επιπλέον, καθώς θίγει ζητήματα από μια οπτική γωνία που δεν συνηθίζουν οι συγγραφείς της αρχαιότητας. «Είναι ο μόνος συγγραφέας – από ορισμένες πλευρές συγκρίνεται με τον Ευριπίδη – ο οποίος μοιάζει να παίρνει τη θέση της γυναίκας, να υιοθετεί τη θέαση του γυναικείου βλέμματος όταν γράφει τις Ηρωίδες του, τη φανταστική συλλογή επιστολών διάσημων γυναικών προς τους διάσημους άνδρες τους.
Για παράδειγμα, γράφει η Πηνελόπη στον Οδυσσέα κάτι καταπληκτικό: Εσείς οι άνδρες κυκλοφορείτε στον δημόσιο χώρο και είστε ευτυχείς όταν αποκτήσετε φήμη για τα έργα σας και τη δημόσια παρουσία σας· έχετε σκεφτεί πώς μπορεί να διαχειριστεί τη ζωή της, τι μπορεί να προσδοκά μια γυναίκα κλεισμένη στον οίκο της; Είναι ανατόμος της γυναικείας ψυχής από τους πιο εμβριθείς. Οι ηρωίδες του στις Μεταμορφώσεις αναλύονται σε μονολόγους δραματικούς, στους οποίους βλέπουμε όλες τις σκιάσεις, τις πτυχές και τις μεταπτώσεις μιας ερωτευμένης γυναίκας με τρόπο πολύ διεισδυτικό» υπερθεματίζει ο Παπαγγελής.
Οι ρευστές ταυτότητες στο οβιδικό έργο αγγίζουν και ζητήματα φύλου, που δεν απαντούν αλλού στην κλασική γραμματεία, συνεχίζει ο ίδιος: «Δείτε την περίπτωση της ιστορίας του Ιφη, που είναι μεν κορίτσι – παρότι η μάνα της διαδίδει από τη γέννησή της ότι είναι αγόρι για να αποφύγει τις δυσάρεστες συνέπειες –, αλλά παρ’ όλα αυτά το βιολογικό της φύλο στο οποίο θέλει να μεταβεί είναι το αρσενικό, έχει δυσφορία φύλου, και την εκφράζει με έναν δραματικό μονόλογο».
Ο Οβίδιος των οικολόγων
Το τελευταίο επιχείρημα, που θα προσφέρει, λέει, «ψωμί» στις επόμενες γενιές των οβιδιολόγων, είναι ότι «ο Οβίδιος παρουσιάζει έναν κόσμο στον οποίο άνθρωπος δεν βρίσκεται σε σχέση ανωτερότητας απέναντι στη φύση, δεν τη θεωρεί κάτι που αντίκειται, αλλά είναι έμπεδος στη φύση, μέρος των στοιχείων που την απαρτίζουν και βέβαια βρίσκεται διαρκώς υπό την αίρεση της μεταμόρφωσης. Εχω ξαναπεί ότι εδώ ισχύει η “γενική αρχή της μεταμορφωσιμότητας”.
Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει δέντρο, μπορεί να γίνει πουλί, η πέτρα μπορεί να γίνει άνθρωπος… Οι πιο φονταμενταλιστές των οικολόγων έχουν ανακαλύψει τελευταία τον οικολόγο Οβίδιο, και, παρά το γεγονός ότι κατά την προσωπική μου εκτίμηση έχουν ειπωθεί ορισμένα πράγματα εξεζητημένα, πιστεύω ότι όποιος διαβάσει τις Μεταμορφώσεις βλέπει τον άνθρωπο μέσα στο φυσικό περιβάλλον με διαφορετικό τρόπο, ως συστατικό στοιχείο του περιβάλλοντος σε ισότιμη και η ισόνομη σχέση με τα άλλα. Αν τα συμποσώσουμε όλα αυτά και τα συγκρίνουμε με μια αρχαία τραγωδία η οποία θέτει προβληματισμούς οι οποίοι mutatis mutandis είναι σύγχρονοι προβληματισμοί – όχι όμως σαν τους προβληματισμούς που ανέφερα παραπάνω –, ο Οβίδιος είναι πολύ πιο “εμπορικός”, είναι πιο άμεσα απολαυστικός και απολαύσιμος από πολλούς άλλους συγγραφείς της κλασικής γραμματείας».
«Δεν υπάρχει τρόπος να στοιχηθείς απόλυτα με το πρωτότυπο· υπάρχει, πάντως, τρόπος, με δύο-τρεις σημαδούρες πάνω στην αφηγηματική μεταφραστική επιφάνεια, να δώσεις κάτι αξιοπρεπώς αντίστοιχο με το ύφος του πρωτοτύπου»
Μια ζωή του με τον Οβίδιο
Ο ίδιος πέρασε τα καλύτερα 40 χρόνια της ζωής του μελετώντας, διδάσκοντας και μεταφράζοντας Οβίδιο. Είχε μόλις πάρει το πτυχίο του όταν έκανε την πρώτη απόπειρα απόδοσης των Μεταμορφώσεων στα ελληνικά, σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, αποτέλεσμα που του «είχε φανεί αξιοπρεπές, αλλά έμοιαζε περισσότερο με δημοτικό τραγούδι». Αρχισε να επεξεργάζεται σοβαρά μια μετάφραση του βιβλίου στις αρχές της δεκαετίας του 1990, έχοντας αλλάξει άποψη για το πώς πρέπει κανείς να μεταφράζει τους κλασικούς και ειδικά τον Οβίδιο.
Οι μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων των μαθητικών μας χρόνων, μεταφράσεις δυσκίνητες και ξύλινες, που ακολουθούσαν τα λυγίσματα του πρωτότυπου λόγου με τρόπο που δεν ήταν φυσικός για τον νεοελληνικό λόγο, είναι υπεύθυνες, λέει, για την αίσθηση που έχουν αποκομίσει πολλοί άνθρωποι από τα κλασικά κείμενα: «Οταν, για παράδειγμα, ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις έχει σκηνές μάχης, ξέροντας τις συμβάσεις στις οποίες υπόκειται η περιγραφή μιας ομηρικής μάχης και κρατώντας μια ειρωνική απόσταση από αυτές, το παρακάνει στα βέλη που τρυπούν πέρα ως πέρα κρανία, στα χυμένα μυαλά.
Για να δείξει ο μεταφραστής ότι ο Οβίδιος παρωδεί το ομηρικό κείμενο δεν θα μεταφράσει όπως θα μετέφραζε Ομηρο. Θα χρησιμοποιήσει μια λέξη από το χαμηλό register ή θα του έρθει στο μυαλό μια φράση ετοιμοπαράδοτη από κάποιον έλληνα ποιητή και, αν η δοσολογία είναι σωστή, θα χρησιμοποιήσει και μια λέξη που κυκλοφορεί σήμερα ανάμεσα στη νεολαία, μαζί με μια λέξη διαλεκτική στις βουκολικές σκηνές. Δεν υπάρχει τρόπος να στοιχηθείς απόλυτα με το πρωτότυπο· υπάρχει, πάντως, τρόπος, με δύο-τρεις σημαδούρες πάνω στην αφηγηματική μεταφραστική επιφάνεια, να δώσεις κάτι αξιοπρεπώς αντίστοιχο με το ύφος του πρωτοτύπου».
«Ολο και πιο ανεξίθρησκος»
Στην προσπάθειά του αυτή, όσο περνούσαν τα χρόνια γινόταν όλο και πιο ανεξίθρησκος, διευκρινίζει. «Οπου χρειάζεται να απελευθερώσω τον μεταφραστικό μου λόγο για να αντιστοιχίσω αυτό που διαβάζω στο πρωτότυπο με κάτι που ακούγεται φυσικό στον νεοελληνικό λόγο, αν χρειάζεται να κάνω πού και πού μια ελαφρά – ή όχι και τόσο ελαφρά – πολιτισμική παράφραση, θα την κάνω, με σκοπό ο αναγνώστης και η αναγνώστρια να διαβάζουν ένα κείμενο που να μην τους παραπέμπει σε κάτι άλλο πίσω από αυτό. Αν στην προσπάθεια αυτή έχω τη βοήθεια του Παλαμά, του Ελύτη, του Σεφέρη, του Αναγνωστάκη ή της Δημουλά, είμαι ευγνώμων σε εκείνες τις μυστηριώδεις δυνάμεις που με κάνουν να θυμηθώ μια ορισμένη φράση τους και να τη βάλω στη μετάφραση, αρκεί να ξέρω την οικονομία και τη δοσολογία του πράγματος».
Είναι πολύ βαθύς ο δεσμός και ουσιώδης ο λόγος που τον συνδέει με τον Οβίδιο και επιμένει στη μετάφραση του έργου του, δίνοντας μεταφράσεις της Ερωτικής τέχνης και των Μεταμορφώσεων τα τελευταία 25 χρόνια, παράλληλα με τη μετάφραση της Αινειάδας του Βιργίλιου και του Περί φύσεως του Λουκρήτιου, εξομολογείται ο Θεόδωρος Παπαγγελής: «Η ειρωνική μεταγλώσσα του και η ρητορική ταχυδακτυλουργία του βρίσκονται πολύ κοντά στον τρόπο με τον οποίο θα ήθελα – αν έγραφα ποτέ ποίηση – να γράψω εγώ».
