ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Άννα Καρίνα: Η αέναη γοητεία της Μούσας της Νουβέλ Βαγκ

Άννα Καρίνα: Η αέναη γοητεία της Μούσας της Νουβέλ Βαγκ 1
IMDb

Στις 22 Σεπτεμβρίου 1940 γεννήθηκε η Άννα Καρίνα, η πιο εμβληματική μούσα του French New Wave. Ο έρωτάς της με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ υπήρξε καταλυτικός, θυελλώδης, δημιουργικός αλλά και συναισθηματικά κακοποιητικός. Κι όμως, εκείνη συνέχισε να χαράζει τον δικό της δρόμο, μακριά από τον δικό της «Πυγμαλίωνα».

ΑΠΟ ΣΙΝΤΥ ΧΑΤΖΗ

Υπάρχουν πρόσωπα που δεν περιορίζονται στην εικόνα τους, που μεταμορφώνονται σε σύμβολα, σε σημεία αναφοράς μιας ολόκληρης εποχής. Η Άννα Καρίνα υπήρξε ακριβώς αυτό για το Γαλλικό Νέο Κύμα: η μούσα, η καρδιά και η σιωπηλή επαναστάτρια ενός κινηματογράφου που ξαναέγραψε τους κανόνες του. Αν ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ ήταν το βλέμμα και η γραφή της Nouvelle Vague, η Καρίνα ήταν η αναπνοή, η ασταμάτητη ενέργεια που δίνει νόημα στο πλάνο, στη στιγμή, στην αίσθηση. Είναι τρομερό πόσο η λέξη «Μούσα» είναι συνώνυμη με την παρακαταθήκη της Καρίνα. Η ίδια έλεγε για αυτό «Πώς να μην αισθανθώ τιμή; Ίσως ακούγεται υπερβολικό, τόσο επιτηδευμένο. Αλλά φυσικά με συγκινεί κάθε φορά που ακούω ανθρώπους να λένε κάτι τέτοιο. Γιατί ο Ζαν-Λυκ μου έδωσε το δώρο να ερμηνεύσω όλους αυτούς τους ρόλους. Ήταν σαν Πυγμαλίων, καταλαβαίνεις; Ήμουν η Ελίζα Ντουλίτλ κι εκείνος ο δάσκαλος».

Ήρθε στον κόσμο μέσα στην καταιγίδα της γερμανικής κατοχής, στις 22 Σεπτεμβρίου του 1940 στη Δανία. Το πραγματικό της όνομα ήταν Hanne Karin Bayer. Η μητέρα της ήταν ιδιοκτήτρια καταστήματος ενδυμάτων κι ο πατέρας της ναυτικός, που εγκατέλειψε την οικογένεια όταν εκείνη ήταν μόλις ενός έτους. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της τα πέρασε με τους παππούδες της, στη συνέχεια σε ανάδοχη οικογένεια και τελικά επέστρεψε στη μητέρα της και τον κακοποιητικό πατριό της όταν ήταν οκτώ. Η παιδική της ηλικία, όπως λέει, χαρακτηριζόταν από έλλειψη αγάπης και απουσία τόσο της μητρικής όσο και της πατρικής φιγούρας. Η μητέρα της υποτιμούσε συνεχώς την εμφάνισή της, λέγοντάς της πως τα μάτια και το μέτωπό της ήταν «πολύ μεγάλα». Η ίδια περιέγραφε την παιδική της ηλικία ως «τρομερά γεμάτη από την ανάγκη να αγαπηθεί», με όνειρα να ξεφύγει μακριά, ακόμα και σε πλοία που θα την έπαιρναν στη Σουηδία ή την Αμερική.

H νεαρή Καρίνα εγκαταλείπει το σχολείο στα 14 της και ξεκινάει το ταξίδι της στο Παρίσι, μια πόλη που θα την υποδεχθεί ως σύμβολο του αέρα της. Χάρη σε έναν casting director που την ανακάλυψε στο café Les Deux Magots, στην καρδιά της αριστερής όχθης του Παρισιού, ανοίγεται ο δρόμος της προς τη δόξα Η Coco Chanel, η μεγάλη κυρία της γαλλικής μόδας, διέκρινε κάτι ανεξήγητο σε εκείνη την νεαρή από τη Δανία, μια σπίθα που δεν περιοριζόταν στην εμφάνιση. Η Bayer είχε αστερόσκονη στις φλέβες της κι ας μην το γνώριζε τότε. Όταν της εξομολογήθηκε ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός, η Chanel της έδωσε δύο απλές αλλά καθοριστικές συμβουλές: να βλέπει ασταμάτητα ταινίες για να τελειοποιήσει τα γαλλικά της και να αλλάξει το όνομά της σε Άννα Καρίνα. Ένα όνομα που θα γινόταν σύμβολο του 60s chic, ένα κλειδί για μια κινηματογραφική μοίρα που μόλις ξεκινούσε.

«Σ’ αγαπώ, συνάντησέ με τα μεσάνυχτα στο Café de la Prez»

Η συνάντησή της με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ ήταν...το λιγότερο αμήχανη. Όπως θα θυμόταν αργότερα, όταν την πλησίασε για το Με Κομμένη την Ανάσα: «Μου είπε “πρέπει να βγάλεις τα ρούχα σου” κι εγώ δεν ήθελα να βγάλω τα ρούχα μου. […] Έτσι έφυγα και, φυσικά, δεν έκανα την ταινία». Η άρνηση δεν ήταν απλή, ήταν η πρώτη πράξη ανεξαρτησίας της, που προετοίμαζε τη δυναμική της καριέρα. Ο Γκοντάρ όμως επέμεινε, και λίγους μήνες αργότερα, την πείθει να παίξει στον Μικρό Στρατιώτη, χωρίς γυμνό, σε μια ταινία που θα αποκαλυπτόταν τόσο πολιτική όσο και προσωπική. Η Καρίνα είπε το ναι κι επειδή δεν είχε κλείσει ακόμα τα 21, η μητέρα της ταξίδεψε από την Κοπεγχάγη για να υπογράψει τα απαραίτητα έγγραφα, ανοίγοντας το δρόμο για την πρώτη της μεγάλη επιτυχία.

Anna Karina on Meeting Jean-Luc Godard

Η σχέση τους, τόσο η ερωτική όσο και η καλλιτεχνική, ήταν εξίσου έντονη με τα πλάνα που γύριζαν μαζί. «Είχαμε κάτι πολύ ιδιαίτερο, από το οποίο δεν μπορούσες να ξεφύγεις. Ήταν μαγνητικό. Όλα ξεκίνησαν σε εκείνη την ταινία», θυμάται η Καρίνα. Πράγματι, σε ένα πάρτι με το συνεργείο, ο Γκοντάρ της άφησε ένα σημείωμα: «Σ’ αγαπώ, συνάντησέ με τα μεσάνυχτα στο Café de la Prez». Η ίδια περιγράφει εκείνες τις πρώτες μέρες του έρωτά τους ως εξής:

«Αυτό συνέβη ενώ γυρίζαμε την ταινία στη Γενεύη. Ήταν από την αρχή μια παράξενη ιστορία αγάπης. Καταλάβαινα ότι ο Ζαν-Λυκ με κοίταζε συνέχεια κι εγώ τον κοιτούσα όλη μέρα. Ήμασταν σαν ζώα. Ένα βράδυ ήμασταν σε ένα δείπνο στη Λωζάννη. Ο σύντροφός μου, που ήταν ζωγράφος, ήταν κι αυτός εκεί. Και ξαφνικά ένιωσα κάτι κάτω από το τραπέζι...Ήταν το χέρι του Ζαν-Λυκ. Μου έδωσε ένα χαρτί και μετά έφυγε για να επιστρέψει στη Γενεύη. Μπήκα σε ένα άλλο δωμάτιο να δω τι είχε γράψει. Έγραφε: “Σ’ αγαπώ. Συνάντησέ με τα μεσάνυχτα στο Café de la Prez”. Και τότε ο σύντροφός μου μπήκε στο δωμάτιο και ζήτησε να δει το χαρτί, μου τράβηξε το χέρι και το διάβασε. Μου είπε: “Δεν θα πας.” Και εγώ είπα: “Θα πάω.” Και μου είπε: “Μα δεν μπορείς να μου το κάνεις αυτό.” Εγώ είπα: “Μα είμαι κι εγώ ερωτευμένη μαζί του, οπότε θα πάω.” Αλλά και πάλι δεν με πίστευε. Οδηγήσαμε πίσω στη Γενεύη και άρχισα να μαζεύω τη μικρή μου βαλίτσα. Μου είπε: “Πες μου ότι δεν θα πας.” Και του είπα: “Είμαι ερωτευμένη μαζί του από τη δεύτερη φορά που τον είδα. Και δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό.” Ήταν σαν κάτι ηλεκτρικό. Περπάτησα εκεί και θυμάμαι ότι ο ζωγράφος μου έτρεχε πίσω μου κλαίγοντας. Ήμουν σαν μαγεμένη, ποτέ ξανά δεν μου συνέβη κάτι τέτοιο στη ζωή μου».

Στάθηκα μπροστά του για μερικές στιγμές που έμοιαζαν αιώνας, αλλά μάλλον δεν ήταν πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα. Ξαφνικά σταμάτησε και είπε: “Λοιπόν, πάμε;” Και πήγαμε στο ξενοδοχείο του.

Τα μεσάνυκτα ο Γκοντάρ βρέθηκε στο Café de la Prez, όταν η Καρίνα πήγε να τον βρει. «Στάθηκα μπροστά του για μερικές στιγμές που έμοιαζαν αιώνας, αλλά μάλλον δεν ήταν πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα. Ξαφνικά σταμάτησε και είπε: “Λοιπόν, πάμε;” Και πήγαμε στο ξενοδοχείο του. Το επόμενο πρωί, όταν ξύπνησα, εκείνος δεν ήταν εκεί. Ανησύχησα πολύ. Έκανα ένα ντους και περίπου μια ώρα αργότερα ήρθε με το φόρεμα που φορούσα στην ταινία – το λευκό φόρεμα με τα λουλούδια. Ήταν στο μέγεθός μου, τέλειο. Ήταν σαν το νυφικό μου».

Η συνέχεια ήταν η καθημερινότητα των γυρισμάτων αλλά κι η φυγή από τον παλιό της κόσμο: «Όταν τελείωσε η ταινία, γύρισα στο Παρίσι με τον Ζαν-Λυκ, τον Μισέλ Σουμπόρ, τον κύριο ηθοποιό, και τον Λάζλο Σάμπο, που ήταν κι αυτός στην ταινία, στο αμερικάνικο αυτοκίνητο του Ζαν-Λυκ. Φορούσαμε όλοι σκούρα γυαλιά και μας σταμάτησαν στα σύνορα – μάλλον νόμιζαν ότι ήμασταν γκάνγκστερ. Όταν φτάσαμε στο Παρίσι, ο Ζαν-Λυκ άφησε τους άλλους δύο και με ρώτησε: “Πού θα πας τώρα;” Του απάντησα: “Πρέπει να μείνω μαζί σου. Είσαι ο μόνος άνθρωπος που έχω στον κόσμο τώρα.” Κι εκείνος είπε μόνο: “Ω Θεέ μου!”».

Anna Karina interview on Jean-Luc Godard (2016)

Τα πρώτα χρόνια ήταν μια δίνη: παντρεύτηκαν το 1961, εκείνη ήταν μόλις 19 και έγκυος, εκείνος δέκα χρόνια μεγαλύτερος. Ακόμη και στις πιο καθημερινές στιγμές, η παρουσία του Γκοντάρ ήταν ασταμάτητη: «Επειδή είχε φίλους παντού, έφευγε έτσι απλά. Είχε πάντα μαζί του το διαβατήριό του. Μπορούσα πάντα να βλέπω από πού επέστρεφε λόγω των σφραγίδων και επειδή πάντα μου έφερνε ένα μικρό δώρο». Η Καρίνα, όμως, ήταν περιορισμένη από την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής: «Οι γυναίκες δεν είχαν κανένα δικαίωμα να κάνουν τίποτα εκείνη την εποχή, παρά μόνο να το βουλώσουν».

Ο Γκοντάρ έγινε μέντορας και οδηγός στον κόσμο του σινεμά, της πρότεινε βιβλία, μουσικές, μυστικά της κάμερας, και εκείνη ανταπέδωσε με την ίδια δημιουργική μανία. Η Καρίνα έγινε η απόλυτη μούσα του, η ζωντανή έκφραση του νέου κινηματογραφικού κινήματος. Μαζί γύρισαν επτά ταινίες, ανάμεσα στις οποίες το Ζούσε τη ζωή της, Η κυρία θέλει έρωτα — για το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου — τον Τρελό Πιερό, που λογοκρίθηκε για «ηθική και νοητική αναρχία», και το αριστουργηματικό Αλφαβίλ.

Οι γυναίκες δεν είχαν κανένα δικαίωμα να κάνουν τίποτα εκείνη την εποχή, παρά μόνο να το βουλώσουν.

Όμως, ο Γκοντάρ συνέχισε να είναι απώντας από τη σχέση τους. Ταξίδευε συχνά, δούλευε ασταμάτητα και παιρνούσε ολόκληρα βράδια στο γραφείο του. Μια νύχτα του 1961, λίγο μετά τον γάμο τους, ο Γκοντάρ γυρίζοντας σπίτι από τη δουλειά του, βρήκε την Καρίνα καλυμμένη στα αίματα. Είχε μόλις αποβάλει. «Ήταν τόσο δύσκολο, ήμουν μικρό κορίτσι. Έφευγε και γυρνούσε μετά από τρεις βδομάδες [...] Το ξέρω ότι δεν ήθελε να με πληγώσει αλλά το έκανε. Δεν ήταν ποτέ εκεί, δε γυρούσε ποτέ και ποτέ δεν ήξερα πού ήταν. Με τρέλαινε».

Παρά την ασταθή σχέση τους, η συνεργασία τους απέδωσε μερικά από τα πλέον εμβληματικά έργα της Nouvelle Vague. Και μέσα σε όλα, η Καρίνα λάμπει όχι μόνο ως πρόσωπο αλλά και ως δύναμη που διαμορφώνει την κινηματογραφική αλήθεια. Στο Τρελός Πιερό, η ερμηνεία της είναι η πληρέστερη γυναικεία απεικόνιση στην ιστορία του σινεμά: όμορφη αλλά και εχθρική, αυθόρμητη αλλά και εσωστρεφής, τρυφερή αλλά και αυθαίρετη, στοχαστική αλλά και ενστικτώδης. Η σκηνή, όπου η Μαριάν λέει στον Φερντινάν «Δεν ξέρω. Απλά θέλω να φύγω», μοιάζει με έναν αγωνιώδη εναγκαλισμό ανάμεσα στη δύναμη της εικόνας και του συναισθήματος.

Ο χωρισμός τους το 1965 ήταν επώδυνος αλλά αναπόφευκτος. Το 1967 συνεργάστηκαν για τελευταία φορά στο σπονδυλωτό Le Plus Vieux Métier du monde. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, οι δρόμοι τους χώρισαν οριστικά — ποτέ πια δεν ξανασυναντήθηκαν. Ωστόσο, αυτό δεν σήμαινε τέλος, αλλά την απαρχή μιας νέας, πιο σύνθετης πορείας για εκείνη. Η Καρίνα, που είχε ήδη αποκτήσει τη φήμη της μούσας του πιο ριζοσπαστικού κινηματογραφικού ρεύματος, στράφηκε σε νέους σκηνοθέτες που της επέτρεψαν να αναδείξει όχι μόνο την ομορφιά της αλλά και την υποκριτική της δεξιοτεχνία. Στον Ζακ Ριβέτ, για παράδειγμα, η Καρίνα πρωταγωνιστεί στο Η Μοναχή (La Religieuse), μεταμορφώνοντας μια ιστορία θρησκευτικού περιορισμού σε ένα αριστούργημα ψυχικής έντασης.

Ήταν τόσο δύσκολο, ήμουν μικρό κορίτσι. Έφευγε και γυρνούσε μετά από τρεις βδομάδες [...] Το ξέρω ότι δεν ήθελε να με πληγώσει αλλά το έκανε. Δεν ήταν ποτέ εκεί, δε γυρούσε ποτέ και ποτέ δεν ήξερα πού ήταν. Με τρέλαινε

Με τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ στο Κινέζικη Ρουλέτα, η Καρίνα αναδεικνύει την ψυχολογική ένταση των χαρακτήρων της με την ίδια διακριτικότητα και δύναμη που την έκανε ξεχωριστή στις ταινίες του Γκοντάρ. Στον Λουκίνο Βισκόντι, στο Ξένος (The Stranger), η Καρίνα ξαναβρίσκει την ευρωπαϊκή κληρονομιά της ηθοποιού που σπάει τα όρια μεταξύ του προσωπικού και του μυθοπλαστικού, φέρνοντας στην οθόνη μια αβίαστη αίσθηση κομψότητας αλλά και ψυχικού βάθους.

Το 1973, η Άννα Καρίνα έκατσε για πρώτη φορά στην καρέκλα του σκηνοθέτη, για την ταινία Vivre Ensemble, στην οποία επίσης πρωταγωνιστούσε. Εκεί, με λεπτότητα και ειλικρίνεια, αφηγήθηκε τη δική της εκδοχή της σχέσης της με τον Γκοντάρ, μια προσωπική «δίκη» μέσα από την τέχνη, που απέσπασε κολακευτικά σχόλια ακόμη και από τους πιο απαιτητικούς σκηνοθέτες της εποχής, όπως ο Φρανσουά Τρυφώ. Με αυτή την ταινία, η Καρίνα απέδειξε ότι δεν ήταν μόνο μούσα ή πρόσωπο, αλλά δημιουργός που ήξερε να διεκδικεί τη φωνή και τη θέση της στον κόσμο του σινεμά.

Παράλληλα, η Καρίνα δεν περιορίστηκε στον κινηματογράφο. Τη δεκαετία του 1960, συνεργάζεται με τον Serge Gainsbourg, ηχογραφώντας τραγούδια όπως το Sous le soleil exactement και το Roller Girl, αποδεικνύοντας ότι η καλλιτεχνική της φλέβα εκτείνεται πέρα από την υποκριτική. Το θέατρο, η μουσική και αργότερα η συγγραφή τεσσάρων μυθιστορημάτων γίνονται οι νέοι χώροι έκφρασής της· ένας τρόπος να επαναπροσδιορίσει τη φωνή της και την ταυτότητά της, πέρα από την εικόνα που της είχε αποδοθεί ως μούσα.

Η ίδια η Καρίνα περιέγραφε τη ζωή της με έναν σχεδόν μυθιστορηματικό τρόπο, σαν να ήταν ηρωίδα που εξερευνά τη δική της εποχή μέσα από το φακό και τα λόγια της: «Καθόμουν στο διαμέρισμα χωρίς φαγητό, αλλά ήξερα ότι η ζωή μου δεν περιορίζεται σε έναν άντρα ή σε μια συνεργασία. Έπρεπε να βρω τον δικό μου δρόμο, και τον βρήκα μέσα από τις ταινίες, τα τραγούδια, τα βιβλία μου».

Και πράγματι, η Καρίνα συνέχισε να διαμορφώνει την αισθητική του ευρωπαϊκού σινεμά. Το στυλ της, η γοητεία της, η απλότητα και η δυναμική παρουσία της έγιναν μόνιμα σημεία αναφοράς για γενιές κινηματογραφιστών και θεατών. Παρά την προσωπική μοναξιά που συχνά την ακολουθούσε, η Καρίνα κατάφερνε να μετατρέπει κάθε ρόλο σε ένα έργο τέχνης. Στην πραγματικότητα, η ζωή της μετά τον Γκοντάρ αποδεικνύει ότι η κινηματογραφική της κληρονομιά δεν περιορίζεται στην εικόνα της μούσας. Ήταν η ίδια δημιουργός, πρωταγωνίστρια και συγγραφέας μιας ιστορίας που ξεπερνούσε τις συμβάσεις, ένας θρύλο του κινηματογράφου που έζησε σε πλήρη αντίθεση με την έννοια του περιορισμού. Το 2016 αποκάλυψε ότι ζούσε πλέον σαν ερημίτισσα, έχοντας αποσυρθεί από τον κόσμο που κάποτε την λάτρευαν.

Η Άννα Καρίνα πέθανε το 2019 από καρκίνο αλλά η ζωή της δεν μπορεί να συνοψιστεί απλώς σε μια ημερομηνία. Είναι τα έργα της, οι συνεργασίες της, η ελευθερία της στην τέχνη και η δύναμη της προσωπικής της φωνής που την καθιστούν αιώνια. «Σήμερα, ο γαλλικός κινηματογράφος είναι ορφανός», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας. Υπήρξε η ενσάρκωση μιας εποχής, ενός τρόπου να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από την οθόνη. Η κινηματογραφική της ομορφιά, η αινιγματική της παρουσία, η δύναμη και η ευθραυστότητά της διαμόρφωσαν το ύφος μιας γενιάς, υπενθυμίζοντας ότι ο κινηματογράφος δεν είναι μόνο εικόνες, αλλά και ψυχές που αναπνέουν, αγαπούν, βασανίζονται και τελικά ζουν για πάντα στην οθόνη. Όπως είχε πει η ίδια: «Είμαστε φτιαγμένοι από όνειρα... και τα όνειρα είναι φτιαγμένα από μας...». Η Καρίνα έζησε τα όνειρά της, τα έκανε εικόνες, μουσική, λόγο, και πάνω από όλα, τα έκανε δικά μας.

"Pierrot le fou" breaking the fourth wall

Το επεισόδιο που πρέπει να ακούσεις οπωσδήποτε πριν τις γιορτές

Λίγο πριν τις γιορτές, η Ειρήνη και η Έλενα μιλούν ειλικρινά για την άτυπη (και τελικά αόρατη) πίεση της τέλειας χριστουγεννιάτικης εικόνας.


READ MORE

Exit mobile version