Κάπου στο δυτικό Λονδίνο, σε ένα φωτεινό διαμέρισμα με πράσινους τοίχους και έναν λευκό καναπέ από bouclé ύφασμα, η Bella Freud υποδέχεται τους καλεσμένους της. Τους προσκαλεί να ξαπλώσουν, σχεδόν τελετουργικά, όπως κάποτε ο προπάππους της, ο Sigmund Freud, καλούσε τους ασθενείς του να ξαπλώσουν στον δικό του περσικό καναπέ. Εκείνος ζητούσε να μιλούν χωρίς φραγμούς, «σαν να περιέγραφαν ως επιβαίνοντες τη θέα που αντίκριζαν από το τρένο». Εκείνη ζητά κάτι παρόμοιο — μόνο που οι λέξεις της περιστρέφονται γύρω από τη μόδα, τα ρούχα, και την παράξενη ψυχολογία που αυτά κουβαλούν.
Ένα χρόνο πριν, η Bella ξεκίνησε το δικό της podcast, Fashion Neurosis . Η ιδέα ήταν απλή αλλά βαθιά: να κάνει συζητήσεις που μοιάζουν με θεραπευτικές συνεδρίες, χωρίς να είναι. Οι καλεσμένοι της, άνθρωποι της τέχνης, της μουσικής, της λογοτεχνίας, ξαπλώνουν στον καναπέ της και αφήνονται να μιλήσουν για το τι φορούν, γιατί το διάλεξαν, και πότε ένα ρούχο τούς έκανε να νιώσουν διαφορετικοί. Σύντομα, η κουβέντα ξεφεύγει από τα υφάσματα και τα κουμπιά, και μπαίνει στα πιο μυστικά νήματα ολόκληρης της ύπαρξης και του εαυτού.
Η φωνή της Bella είναι τόσο ήρεμη, σχεδόν σε υπνωτίζει. Οι ερωτήσεις της μοιάζουν απλές, μα ανοίγουν ρωγμές από τις οποίες ξεπροβάλλουν παιδικές αναμνήσεις, φόβοι, επιθυμίες. Ο Rick Owens μίλησε για το σώμα του στην εφηβεία, η Julianne Moore θυμήθηκε το πρώτο της φόρεμα και τη ντροπή ενός παιδικού φλερτ, η Kate Moss εξομολογήθηκε πως «νιώθει ότι χρειάζεται τακούνια ακόμη κι όταν είναι γυμνή». Κι η Bella, πάντα εκεί, χαμογελά ή αναστενάζει με κατανόηση, προσθέτοντας συχνά μια δική της ιστορία - μια ροζ καρό μπλούζα που συμβόλιζε την τάξη μέσα στο χάος, ή την απέχθειά της για τα πέδιλα των δασκάλων της που αντιστέκονταν στη ζωντάνια της.
